Μία καρδιά άπαξ και σπάσει, δεν ξανά κολλάει

175 29 40
                                    

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35ο

«Τι όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου.
Σε πεινάω. Σε διψάω.
Σου δέομαι: Κρύψου, γίνε αόρατη για όλους, ορατή μόνο σ' εμένα.» - Γ. Ρίτσος

Κρατούσε μία τούρτα με γεύση κρέμα βανίλιας και φράουλες. Πάνω της έγραφε 'Χαρούμενα γενέθλια mon bébé', έτσι έλεγαν ο ένας τον άλλον, εκείνη το ξεκίνησε πρώτη γιατί το είχε διαβάσει κάπου, σε κάποιο blog και εκείνος της ήρθε πρώτος στο μυαλό. Είχε φορέσει και την αγαπημένη του μπλούζα, μία εξώπλατη κόκκινη μπλούζα και είχε πιάσει τα μακριά ξανθιά μαλλιά της για να φαίνεται. Εκείνος της την είχε κάνει δώρο, στα 17α γενέθλιά της.

Στεκόταν έξω από την είσοδο της πολυκατοικίας του και περίμενε την Εβελίνα, την Ράνια και τον κολλητό του εορταζόμενου, τον Φαίδωνα. Είχαν ετοιμάσει έκπληξη, ήταν ιδέα της Μυρτούς -πράγμα που ξάφνιασε τους πάντες γιατί η ίδια ισχυριζόταν πως τις σιχαινόταν- που της ήρθε ένα βράδυ αφού τσακώθηκαν και την άφησε μες τη μέση του πουθενά να γυρίσει μόνη της, βράδυ. Ήθελε να την συγχωρέσει για τον θυμό που του δημιούργησε, χωρίς λόγο.

«Θα έρθουν ή θα περιμένουμε μες την ζέστη;» ο Θωμάς δίπλα της την ρώτησε, όσο έπνιγε ένα χασμουρητό. Είχε τρομερή ζέστη για δέκα το πρωί και αυτό έφταιγε επειδή πλησίαζε να μπει Ιούλιος, ο χειρότερος μήνας για να βρίσκεσαι στην Αθήνα -όπως έλεγε η Μυρτώ στην γιαγιά της κάθε φορά που πήγαινε στο χωριό.

«Σταμάτα τη γκρίνια. Δε χρειαζόταν καν να έρθεις, δε τον ξέρεις τόσο προσωπικά» άκουσε βήματα και ομιλίες από πίσω και γύρισε να κοιτάξει τους φίλους της που επιτέλους κατέφθαναν με μπαλόνια και κομφετί έτοιμα να τα πετάξουν. Τρελό πάρτι και το σημερινό.

Ο Θωμάς απάντησε στο σχόλιο της, αλλά εκείνη το αγνόησε και δε το άκουσε ποτέ. Ήθελε η έκπληξη να πάει καλά και να είναι χαρούμενος με αυτή την σκέψη της, επομένως με τον αδερφό της, που έμπαινε μες τα πόδια της, δε μπορούσε να ασχοληθεί. Ήδη την αντιμετώπιζε πικρόχολα και με ειρωνεία διαρκώς στο σπίτι ή στο σχολείο, δεν άντεχε να την κουβαλάει αυτή την αρνητική ενέργεια και στις βόλτες με τους φίλους της. Το ζητούμενο της υπόθεσης, βέβαια, ήταν πως δε γνώριζε τον λόγο που ξεκίνησαν όλα αυτά, αν είχε φταίξει η ίδια σε κάτι, αν είχε κάνει κάτι που τον πλήγωσε και τώρα πλήρωνε τα σπασμένα του.

«Μυρτάρα, δες! Φέραμε πράσινα και μπλε μπαλόνια, όπως ζήτησες!» είπε χαρωπά η Ράνια μόλις πλησίασαν τα δύο αδέρφια. Η Μυρτώ χαμογέλασε στην όψη τους και έκανε νόημα στον Φαίδωνα να πάρει τηλέφωνο τη μαμά του αγοριού που σήμερα γινόταν 17, για να τους ανοίξει και να εκπληρώσουν την έκπληξη.

Στην κηδεία μου να φορέσετε πράσινο [✓]Unde poveștirile trăiesc. Descoperă acum