ὁ σπείρων φαῦλα θερίσει κακά

190 34 20
                                    

18ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ

«We didnt know we were creating memories, we just knew we were having fun» -Winnie the Pooh

Όταν πέρασε το κατώφλι του σπιτιού της Εβελίνας, ένας καταιγισμός από αναμνήσεις πέρασαν μπροστά από τα μάτια της. Η αλήθεια ήταν πως σε αυτό το διαμέρισμα είχαν περάσει πολλά οι δυο τους και ακόμα περισσότερα όταν ήταν και η Ράνια. Μπορεί να βρίσκονταν σε μεγάλη παρέα, όμως οι τρεις μεταξύ τους ήταν σαν κρίκοι πολύ γεροί ώστε να σπάσουν. Έμεναν κοντά όταν ήταν πιο μικρές και πήγαιναν μαζί σχολείο εδώ στην Αθήνα, από το γυμνάσιο ως το λύκειο και πολλές φορές έμενε η μία στο σπίτι της άλλης.

«Δεν άλλαξε καθόλου» παρατήρησε το μαύρο γωνιακό καναπέ με το που μπήκαν μέσα στο σαλόνι και το μαύρο έπιπλο με την καινούρια- «α την τηλεόραση μόνο, λογικό» και μια τεράστια βιβλιοθήκη κολλημένη στον τοίχο, πίσω από τον καναπέ. Η Εβελίνα χαμογέλασε και πήγε προς την κουζίνα, ενώ ο Δημήτρης βούλιαξε στην γωνιακή θέση και άρπαξε το τηλεκοντρόλ. «Εεε εγώ πάω να αφήσω τα πράγματα μέσα» μουρμούρισε κάπως άβολα και πήγε να κλειδωθεί στο μπάνιο, αλλά την πρόλαβε η φίλη της.

«Ξέρω, έχουμε χρόνια να μείνουμε στο ίδιο σπίτι μαζί, έχουμε αλλάξει και οι δυο μας συνήθειες, αλλά θα φτιάξουμε καινούριες αναμνήσεις! Πάλι, σε αυτό το σπίτι» της χαμογέλασε γλυκά στο τέλος και την έσφιξε στην αγκαλιά της. Η Μυρτώ ένιωσε ευγνώμων που είχε τέτοια φίλη και που άρχισαν να μιλάνε ξανά. Η αλήθεια είναι πως είχε ξεχάσει την ωραία παρέα που έκαναν στην εφηβεία και συνειδητοποίησε το καλοκαίρι πως της είχε λείψει. «Θα κοιμηθείς στο δωμάτιο των γονιών μου. Ούτως ή άλλως, πλέον αυτοί μένουν μόνιμα στην Μυτιλήνη και μου έχουν δώσει το σπίτι για όποτε θέλω να έρχομαι Αθήνα, επειδή ξέρεις, να ξεσκάω από την σχολή πάνω» χαζογέλασε στο τέλος και της άνοιξε την δεξιά πόρτα του μικρού χωλ για να την βολέψει στο μεγάλο υπνοδωμάτιο όπως της προανέφερε, ενώ στην αριστερή πόρτα βρισκόταν το δικό της και στην τέρμα αριστερά, το μπάνιο.

«Εβελίνα σ' ευχαριστώ» της είπε καθώς έκλεινε την πόρτα πίσω της, παίρνοντας ένα μεγάλο χαμόγελο ως απάντηση από τη φίλη της.

Θα έφτιαχνε λίγο τα πράγματά της, μήπως και έκανε το μούδιασμα που είχε αποκτήσει και πάλι εδώ και καιρό να φύγει -ή να ξεχαστεί καλύτερα. Είχε την κακή συνήθεια, όταν ήταν πληγωμένη και στεναχωρημένη, να μπαίνει σε μια κατάσταση που τα πάντα γύρω της είναι ένας θόρυβος που της είναι ακατόρθωτο να ξεχωρίσει τις φωνές με τους ήχους, αφού τα αφτιά της έχουν βουλώσει. Η μουδιασμένη Μυρτώ, έφτανε σε ένα σημείο που απέρριπτε κάθε τι που γινόταν γύρω της και άκουγε μόνο τι της έλεγε η συνείδησή της. Κι ας ήταν λάθος. Τα λάθη ήταν η ζωή της, το ένα μετά τ' άλλο, ούτως ή άλλως ήταν ζωντανή από ένα λάθος.

Στην κηδεία μου να φορέσετε πράσινο [✓]Where stories live. Discover now