Η οργή οδηγεί στην αποτυχία

183 33 18
                                    

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21ο

«Αντιμετώπισε τις πράξεις σου και διόρθωσε ό,τι μπορείς. Έτσι επανορθώνεις.» -Trinkets



Το νέος έτος ήρθε αντιμέτωπο με μία Μυρτώ έτοιμη να καταρρίψει κάθε τι στον κόσμο και έτοιμη να πολεμήσει με όλον τον κόσμο, μόνο και μόνο για να κερδίσει ένα αγαθό το οποίο έχει χάσει εδώ και καιρό: τις ρίζες της.

Αν κόψεις ένα κομματάκι από κάποιο παχύφυτο ή κάκτο, θα βγάλει ρίζες εν καιρώ. Θα έχει μια υγιή και νέα ζωή. Έτσι της είχε πει ο Χριστόφορος, όταν της εξηγούσε ένα απόγευμα γιατί αγαπούσε τόσο πολύ αυτό το είδος φυτών. Η Μυρτώ αυτό το κράτησε βαθιά μέσα της και επιθυμούσε να βγάλει ρίζες, φρέσκες και γερές για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τα πάντα. Δεν ήθελε να μιζεριάζει άλλο, να φοβάται να αναγεννηθεί, να μη γίνει ένας κάκτος.

Το επόμενος κιόλας πρωί που ξημέρωσε είχε αποτυπωμένη μια θυμωμένη έκφραση στο πρόσωπό της. Η Εβελίνα τρόμαξε όταν την είδε να στέκεται στο μπαλκόνι και να κοιτάζει την θέα πέρα από τα κάγκελα που έβλεπε τις πολυκατοικίες να επεκτείνονται κάτω από τα μάτια της, με μια κούπα τσάι στα χέρια της εγκλωβισμένη.

«Τι κάνεις κούκλα μου έξω με τέτοιο ψοφόκρυο;» τσίριξε από την ανοιγμένη μπαλκονόπορτα, αλλά η φίλη της δεν γύρισε να την κοιτάξει. Μόνο ρούφηξε παραπάνω από το τσάι και έκλεισε τα μάτια της, καθώς γευόταν το χαμομήλι στον ουρανίσκο της.

«Προετοιμάζομαι»

«Θα πας στον πόλεμο; Έλα κοπέλα μου μέσα, θα παγώσεις!» πήγε να την τραβήξει από το μανίκι του φούτερ της, αλλά η Μυρτώ έσπρωξε το χέρι της με θυμό. «Καλά, καλά. Φεύγω»

Χθες το βράδυ την είχε πάρει ο ύπνος από το κλάμα, στην αγκαλιά του αδερφού της. Ξύπνησε κάπου μετά τη 1 τα μεσάνυχτα, είχαν ξεχάσει τα "καλή χρονιά, χαρούμενο έτος", στο σπίτι επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Σκούντηξε τον Μάκη και εκείνος ξύπνησε απότομα φωνάζοντας «Θα σε σώσω!» και αυτό ήταν που την ταρακούνησε περισσότερο.

Πιο παλιά, ο Μάκης έβλεπε εφιάλτες. Ποτέ και σε κανέναν μίλησε για αυτούς, ούτε ακόμη και στην Μυρτώ που θεωρούσαν πως ήταν ο πιο κοντινός του άνθρωπος. Τα κρατούσε όλα μέσα του και η αδερφή του στεκόταν πάντα το βράδυ να του κρατά το χέρι και να του σκουπίζει το μέτωπο από ιδρώτα ή τα μάγουλα από δάκρυα. Αλλά το "θα σε σώσω" που ξεστόμισε το ένιωσε βαθιά μέσα της να εναρμονίζεται φυσικότατα με την ψυχή της. Μια νοητή κλωστή μυαλού και ψυχή μεταξύ των δύο αδερφών. Θα έσωζε την μικρή του αδερφή πάντοτε από τις δυσκολίες της και εκείνη πάντα θα τον πρόσεχε στις πιο επίμαχες στιγμές του.

Στην κηδεία μου να φορέσετε πράσινο [✓]Where stories live. Discover now