chapter 41

2.2K 314 32
                                    


❝And though I tried, I can't seem to block out those easy eyes❞

Kiana

«Μωρό μου.» ακούω μια βραχνή φωνή να μιλάει. «Μωρό μου.» επαναλαμβάνει η ίδια φωνή και φιλιά νιώθω ψηλά στο κεφάλι μου ακριβώς πάνω στα μαλλιά.

Τι τρέχει;
Τα βλέφαρα μου πεταρίζουν και όταν τα ανοίγω βλέπω θολά στην αρχή πως είμαι στην αγκαλιά κάποιου και τα χέρια μου είναι γύρω του.

«Kiana, ξύπνα.» μιλάει ξανά απαλά η ίδια φωνή.

Σηκώνω το πρόσωπο μου και βλέπω τον Harry να μου χαμογελά με περίεργο τρόπο. Διακρίνω το κόκκινο πανωφόρι του και έπειτα τραβιέμαι πίσω, όταν καταλαβαίνω πως είναι πραγματικότητα ότι βρίσκομαι στην αγκαλιά του.

«Τι στο καλό; Πως με είπες πριν;» του λέω αμέσως.

«Kiana, πως ήθελες;» μου αποκρίνεται πρόχειρα.

«Όχι, δε με αποκάλεσες έτσι.» του τονίζω.

«Kiana σε αποκάλεσα.» μου λέει επιμένοντας. «Δε φτάνει που ήσουν τυλιγμένη πάνω μου σε όλο το ταξίδι, δικό μου είναι το φταίξιμο πάλι;» μιλάει πνιχτά, ένα στραβό χαμόγελο διαμορφώνεται στα χείλη του ξανά.

«Κατά λάθος θα έγινε. Εάν δεν ήθελες να με έσπρωχνες, αν και δε θυμάμαι να γέρνω πάνω σου.» τρίβω το κεφάλι μου νυσταγμένη.

Χασμουριέμαι και πάω να βγάλω τη ζώνη μου, μα είναι ήδη βγαλμένη. Περίεργο. Μορφάζω, ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου και κατεβαίνω από αυτό.

Βρισκόμαστε στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου, και οι υπόλοιποι ήδη έχουν πάρει τις βαλίτσες τους για να πάνε μέσα στο κτήριο. Φαίνεται ωραίο και καλό ξενοδοχείο.

Προσπερνάω τη μαμά που με κοιτάει ανησυχητικά, και φτάνω δίπλα στην Anne που μου δίνει ένα μικρό χαμόγελο καθώς προχωράει έπειτα και εκείνη.

Περνάω τη τσάντα μου από τον ώμο και από την άλλη βάζω το σακίδιο μου. «Θέλεις βοήθεια;» τον ακούω να ρωτάει δίπλα μου.

Στριφογυρίζω τα μάτια μου και δεν του απαντώ. Κατεβάζω και τη βαλίτσα μου από το πορτμπαγκάζ και προχωράω γρήγορα σέρνοντας τη από τη λαβή της, ακούγοντας τα ροδάκια να γδέρνουν τραχιά το έδαφος του πεζοδρομίου.

Ακολουθώ τον μπαμπά, και δίπλα μου έρχεται ο Tom βιαστικά. «Με πλήρωσε.» μου λέει γρήγορα.

«Τι;» γυρίζω και τον κοιτάζω σμίγοντας τα φρύδια μου.

«Με πλήρωσε για να κάνω πως με ενοχλεί να κάθομαι στη μέση. Μου έδωσε ένα ολόκληρο χαρτονόμισμα είκοσι λιρών. Με ξέρει καλά.» ψιθυρίζει γρήγορα, κοιτώντας πίσω μας φευγαλέα μπας και μας ακούει κανείς. Ξέρω για ποιον μιλάει.

«Σοβαρά τώρα; Είναι-είναι- γαμώτο.» θέλω τόσο πολύ να τον βρίσω, αλλά όχι μπροστά στον αδερφό μου.

«Λοιπόν στο όνομα Williams, έχουμε τρία δίκλινα, και ένα που προσθέσατε στο τέλος, άρα, τέσσερα.» μας λέει η ξανθιά κοπέλα με τον κότσο σινιών στη ρεσεψιόν.

«Τέσσερα;» την ρωτάω μπερδεμένη.

«Τέσσερα, ναι.» απαντά η βραχνή φωνή του δίπλα μου.

Γυρίζω αμέσως να τον κοιτάξω, χαμογελάει-λες και φλερτάρει- την κοπέλα μπροστά μας και παίρνει έπειτα το κλειδί του δωματίου του.

Φυσικά, διάλεξε δίκλινο για να φέρει και καμία κοπέλα.  Τον αγριοκοιτάζω και έπειτα αρπάζω ένα από τα άλλα κλειδιά και φεύγω γρήγορα από εκεί.

«Εγώ δηλαδή θα κοιμηθώ μαζί σου;» ρωτάει ο Tom απότομα.

«Ίσως.» του πετάω αμέσως καθώς περπατάμε προς το ασανσέρ.


MoonlightWhere stories live. Discover now