Kεφάλαιο 14⁰ (β' μέρος)

148 17 6
                                    

Ο Στέλιος σκέφτηκε ότι η Λουΐζα είχε καθυστερήσει υπερβολικά πολύ κι έτσι αποφάσισε να την αναζητήσει. Την βρήκε, εν τέλει, να κάθεται σε μια γωνία στα αποδυτήρια. Με τους μηρούς της ενάντια στο στήθος της και με το βλέμμα θολό, κενό, δίχως ζωή, η Λουΐζα φαινόταν χαμένη στις σκέψεις της.

Ο Στέλιος στεναχωρήθηκε που την αντίκρισε σε τέτοια άθλια κατάσταση. Ο ίδιος ευθυνόταν γι' αυτήν, αλλά δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να την προστατεύσει κι αν αυτό σήμαινε ότι ότι θα του θύμωνε ή ότι δεν θα του μιλήσουμε για πολύ καιρό ακόμα, τότε δεν τον πείραζε. Ας του θύμωνε. Δεν θα την παρεξηγούσε, ούτε θα της θύμωνε,  γιατί ήξερε το ποιον του χαρακτήρα της και ήξερε την Λουΐζα. Μπορεί να ήταν φτωχή, αλλά είχε ηθικές αρχές και αξίες και αυτό ήταν σημαντικότερο.

Παίρνοντας, λοιπόν, μια βαθιά ανάσα, πλησίασε την κοπέλα, αργά και σιωπηλά. Δεν επιθυμούσε να την ανησυχήσει ή να την τρομάξει με κανέναν τρόπο...

Γνώριζε πως το γεγονός ότι την αντίκρισε γυμνή την είχε κλονίσει - για την ακρίβεια της είχε κοστίσει, αλλά δεν ήθελε να μείνει μακριά της. Ήθελε να την καθησυχάσει και να της υποσχεθεί, αν η ίδια το χρειαζόταν φυσικά, ότι δεν θα πρόδιδε ποτέ ούτε την ίδια ούτε το μυστικό της. Η ταυτότητά της θα παρέμενε μυστική ακόμη κι αν χρειαζόταν να το πάρει μαζί του στον τάφο του.

"Λούη, αναρωτιέμαι πώς πρέπει να σε φωνάζω τώρα..." Κάθισε δίπλα της, αλλά εκείνη δεν κουνήθηκε. Συνοφρυώθηκε.  Ο Στέλιος νόμιζε ότι η Λουΐζα θα αντιδρούσε στο πείραγμά του, μα έσφαλλε. Στράφηκε προς το μέρος της κι έσκυψε ελάχιστα για να αναζητήσει το χαμένο βλέμμα της. "Λού-"

"Θα με δώσεις;" Η Λουΐζα στράφηκε ξαφνικά προς το μέρος του και τον κοίταξε με ένα περίεργο βλέμμα στα μάτια της. Ήταν τρομοκρατημένη,  συνειδητοποίησε ο Στέλιος. Και πώς να μην ήταν όταν το μυστικό της - η ταυτότητά της είχε αποκαλυφθεί! Αν την ανακάλυπτε κανεις άλλος ή κάποιος από τους αξιωματικούς τους, τότε μπορεί να την τιμωρούσαν πολύ σκληρά. "Θα με δώσεις;" Επανέλαβε όταν εκείνος δεν της απάντησε.

"Θέλεις να σε δώσω;" Τη ρώτησε.

"Το τι θέλω εγώ δεν έχει σημασία." Στράφηκε μπροστά της και ξαφνικά το βλέμμα της γέμισε με πόνο και θλίψη. "Ποτέ δεν είχε." Ένα δάκρυ κύλισε από το μάτι της και ο Στέλιος το σκούπισε σχεδόν αμέσως. Το στήθος του βάρυνε ξαφνικά. Στην θέα της να καταρρέει μπροστά του, ο Στέλιος ένιωσε την ανάγκη να την προστατεύσει, να την κλείσει στην αγκαλιά του και να την προστατεύσει από οποιονδήποτε κίνδυνο, οποιαδήποτε έγνοια και πόνο. Όλους αυτούς τους μήνες που είχε περάσει πειράζοντας την και ενοχλώντας την με κάθε ευκαιρία, η Λουΐζα είχε κερδίσει έδαφος στην καρδιά του και τώρα ο Στέλιος στεναχωριόταν με την στεναχώρια της. Για τον λόγο αυτόν δεν επιθυμούσε να την βλέπει ούτε ευάλωτη, ούτε στεναχωρημένη.

Κάποτε το 1918 #TYS2023 Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα