Κεφάλαιο 27⁰

146 18 17
                                    

Σύντομα μία εβδομάδα πέρασε δίχως να το συνειδητοποιήσει η Λουΐζα. Με τον Στέλιο να είναι το πρώτο άτομο που έβλεπε κάθε πρωί και το τελευταίο κάθε βράδυ και τον Μάρκο να έρχεται το πρωί και να φεύγει αργά τη νύχτα, η Λουΐζα δεν κατάλαβε πόσο γρήγορα πέρασαν οι μέρες. Ήταν πράγματι ευλογία να έχει τον Στέλιο και τον Μάρκο στο πλευρό της. Αυτό, όμως, που θεωρούσε πραγματική ευλογία ήταν το γεγονός ότι ο Μάρκος δεν είχε ανακαλύψει την ταυτότητά της.

"Ξύπνησες;" Ο Στέλιος μπήκε στο δωμάτιο κρατώντας έναν δίσκο με το άνοστο φαγητό που σερβίριζε το νοσοκομείο.

Τα μανίκια του πουκαμίσου του Στέλιου ήταν σηκωμένα, διπλωμένα προσεκτικά, ως τους αγκώνες του, τα πρώτα κουμπιά του πουκαμίσου ξεκούμπωτα, επιτρέποντας στην Λουΐζα να θαυμάσει κλεφτά το γυμνασμένο και γεροδεμένο στήθος του, ενώ τα μαλλιά του ήταν ανάκατα, σαν να είχε περάσει το χέρι του από μέσα τους. Είχαν μακρύνει αρκετά από τότε που είχαν εγγραφεί στην Ακαδημία και κατέληγαν σε μικρές ντελικάτες μπούκλες στις άκρες τους.

Ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί της, καθώς το βλέμμα της έπεσε πάλι στο στήθος του και τότε, συνήλθε. Μα τι έκανε ακριβώς;  Κούνησε το κεφάλι της στην προσπάθειά της να διώξει την εικόνα του δυνατού στήθους του από τον νου της. Πρέπει να είχε τρελαθεί...

"Τι συμβαίνει;" Την ρώτησε ο Στέλιος. "Φαίνεσαι χλωμή." Αμέσως άφησε τον δίσκο στο κάτω μέρος του κρεβατιού και κάθισε στο πλευρό της. "Έχεις πυρετό;" Άπλωσε το χέρι του και άγγιξε το μέτωπό της ανήσυχος. Η Λουΐζα τον κοίταξε προσεκτικά αδυνατώντας ξαφνικά να αντιδράσει. Τα άκρα της είχαν μουδιάσει και δεν υπάκουαν στις εντολές του νου της. Τότε, ο Στέλιος έγειρε προς το μέρος της και ακούμπησε τα χείλη του στο μέτωπό της. Η Λουΐζα κράτησε την ανάσα της. "Δεν μου φαίνεσαι ζέστη." Δήλωσε ο Στέλιος και απομακρύνθηκε για να διαπιστώσει ότι το χρώμα στο πρόσωπό της όχι μόνο είχε επιστρέψει, αλλά ήταν πιο ροδαλό από ότι συνήθως. Αργά, βασανιστικά σχεδόν, χαράχθηκε στα χείλη του ένα μισό χαμόγελο, πονηρό μα ταυτόχρονα γοητευτικό...

Τα πράσινα μάτια του ήταν τόσο όμορφα... Ο τρόπος που της χαμογέλασαν, ο τρόπος που τα χείλη του χωρίστηκαν και που αποκαλύφθηκε το γοητευτικό χαμόγελό του έκαναν την καρδιά της Λουΐζας να χτυπήσει δυνατά, τα άκρα της να τρέμουν ανεξήγητα και την ανάσα της να κοπεί...

Ο Στέλιος κοίταζε την Λουΐζα και δεν μπορούσε να την απολαύσει αρκετά. Ήταν τόσο σπάνιο για τους δυο τους να βρίσκονται στον ίδιο χώρο χωρίς ο ένας να επιτίθεται λεκτικά ή σωματικά στον άλλον. Τόσο σπάνιο όσο και αυτό το μεθυστικό αίσθημα μέσα στο στήθος του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το ένιωθε, αλλά από την στιγμή που άρχισε να το αισθάνεται, αδυνατούσε να ελέγξει τα αισθήματά του για την κοπέλα που καθόταν στο κρεβάτι του νοσοκομείου εμπρός του αυτήν την στιγμή.

Κάποτε το 1918 #TYS2023 Where stories live. Discover now