41. Μη λυπάσαι

64 5 0
                                    

Nick's POV

Ο ήχος της βροχής σχεδόν καλύπτει τις φωνές της τηλεόρασης, καθώς το σαλόνι φωτίζεται απ' αυτό, μαζί με τις αστραπές πού και πού.

Για πρώτη φορά ο νους μου δεν είναι απασχολημένος να καταπνίγει αναμνήσεις και οδύνη.

Τα χέρια μου δεν βαστάν κανένα μπουκάλι βότκας. Είναι απελευθερωμένα από το τέρας του αλκοολισμού, που κάθε νύχτα μου προσέφερε κι από μία προσωρινή διαφυγή από τον λαβύρινθο των τύψεων μου.

Κι επιτέλους αισθάνομαι ζωντανός.

Κοιτάζω έξω απ' το παράθυρο και βάσει του μαύρου πέπλου που έχει καλύψει τον ουρανό, υποθέτω ότι είναι οχτώ-μισή το βράδυ.

Σκέψεις σκαλίζουν το μυαλό μου για το μικρό κορίτσι που κατέστρεψα.

Αν είναι καλά, αν είναι ασφαλής.

Ειρωνικοί στοχασμοί, εφόσον εγώ ήμουν ο κίνδυνος στη ζωή της.

Δίχως εμένα θα είχε όλα όσα ένα παιδί άξιζε. Οικογένεια, σπίτι... όνειρα.

Μέσα από τον βαρύ θόρυβο των σταγόνων, ξεχωρίζω βήματα ενάντια στο ξύλο.

Γνωρίζοντας ποιος είναι, σηκώνομαι όρθιος, να την αντικρίσω, να δω αν είναι καλά.

Μπαίνει μέσα χλωμή, μουσκεμένη. Κι έτσι όπως στέκεται για λίγα δευτερόλεπτα στο κατώφλι φαίνεται έτοιμη να την παρασύρει ο άνεμος.

Παρατηρώ τα ρούχα της κι από την σεμνότητα τους καταλαβαίνω ότι δεν ήταν στην δουλειά.

Το περπάτημα της ασήκωτο, αδύναμο. Κι αν την έβλεπε ένας ξένος θα έλεγε πως ήταν άρρωστη μόνο από τον τρόπο που παρατηρούσε τα πράγματα γύρω της.

Όμως εγώ ξέρω πως η ψυχρότητα της ματιάς της δεν οφείλεται σε κάποια γρίπη ή ίωση, μα στο μικρό σπόρο κενοδοξίας που φύτεψα, χρόνια πριν, μέσα της. Και βλέποντας την καταλαβαίνω πόσο πολύ έχει μεγαλώσει, έχει ανθίσει. Πόσο την κατασπαράζει.

Κατευθύνεται προς την κουζίνα κι αφήνει τα κλειδιά στο τραπέζι. Ανιχνεύοντας καλύτερα το πρόσωπο της, τα δάκρυα στα μάγουλα της ξεχωρίζουν από τις δροσοσταλίδες των συννέφων.

Στο λείο μέτωπο της σκαλίζονται ρυτίδες πόνου και μπροστά σ' αυτό το θέαμα αναριγώ.

Πλησιάζει τη βρύση κι άρρωστα, με οδύνη σε κάθε κίνηση της, βαστά γερά τον πάγκο. Ακούω την κόφτη ανάσα της, τους κροτασμούς των αλυσίδων με τις οποίες σφραγίζει το στόμα της, σε μια προσπάθεια να μην ουρλιάξει.

Ένας πνιχτός ήχος απελευθερώνεται, όμως βγαίνει μίσος – προλαβαίνει να τον κόψει στην μέση.

Χίλιες συγγνώμες σκαλίζονται πάνω στην γλώσσα μου και με φαγουρίζουν, θέλοντας να τις ξεστομίσω, να με ακούσει να τις επαναλαμβάνω μέχρι οι πληγές, που της άνοιξα να κλείσουν.

Εισχωρεί οξυγόνο στα πνευμόνια της, γυρνάει και αρχίζει να περπατάει προς το σαλόνι, δίχως να με προσέξει.

«Νικ!» αρχικά η φωνή της σχηματίζει έναν μικρό σπαραγμό, που ταυτίζεται περισσότερο με παράπονο, παρά με προσφώνηση του ονόματος μου «Νικ, γύρισα!»

Όντας ακριβώς πίσω της αναμένω την διάλυση της.

Ξέρω ότι όταν με δει θα φοβηθεί – δεν θα χαρεί ούτε θα γιορτάσει όπως μου φώναζε μικρή. Θα αποτελέσω για άλλη μια φορά τον πυρήνα του χάους της.

Ξαφνικά σταματάει. Ακινητοποιείται. Μένει άφωνη, αμφισβητώντας τα ίδια της τα μάτια· τις ικανότητες τους να προσδίδουν πίστα τις εικόνες της πραγματικότητας στο μυαλό της.

Η σιωπή είναι εκκωφαντική, πλημμυρίζει την ψυχρή ατμόσφαιρα και την αναζωπυρώνει.

Πλησιάζω πιο πολύ και πλέον μπορώ να δω το άψυχο σώμα που με φιλοξενούσε να κείτεται άδειο στο πάτωμα· ελεεινό.

Κατάχλωμη, αντιγράφει το ωχρό χρώμα του νεκρού μπροστά της. Πέφτει στα γόνατα, εξαντλημένη σιωπηλή, με μάτια που ξεχειλίζουν από το τσουνάμι μπερδεμένων συναισθημάτων.

Τα δάχτυλα της δειλά κάνουν να πλησιάσουν το πασαλειμένο από αίμα κορμί μου, όμως κάθε τόσο που σπεύδει να τα φέρει σε επαφή μαζί του τα απομακρύνει.

Κι επιτέλους, μετά από λίγα βασανιστικά δευτερόλεπτα ξεσπά βγάζοντας την κραυγή που κατέπνιγε.

Ωρύεται, τσιρίζει, έρχεται κοντά στην αποδείξει του θανάτου μου κι απομακρύνεται, παρακαλάει να ξυπνήσω.

Κι όσο κι αν επιθυμώ να εξιλεωθώ από την συνείδηση μου, απ' όλα όσα της προκάλεσα, μένω εδώ να ακούω τις βλασφημίες και τις κατάρες της.

Απορεί γιατί, ποιος μου το έκανε αυτό και ξαναχάνει την λογική στα λόγια της.

«Μη στεναχωριέσαι, Άντυ...» ψιθυρίζω, γνωρίζοντας πως δεν μπορεί να μ' ακούσει «Το ότι έχασες κάποιον που ήταν δίπλα σου πολύ καιρό, δεν σημαίνει ότι ήταν σημαντικός για εσένα» το βλέμμα μου σπεύδει να αποκομίσει κάθε λεπτομέρεια του προσώπου της «Εγώ δεν ήμουν σημαντικός...»

____________________________

Alexa, play the soundtrack of 'The theory of everything'

Μόνο Μία ΦοράWaar verhalen tot leven komen. Ontdek het nu