6. Σκυλα

88 9 2
                                    

«Άντυ . . . Άντυ ξυπνά.» ανοίγω τα μάτια μου αργά όσο τα χέρια μου τεντώνονται στον περιορισμένο χώρο του αμαξιού, διώχνοντας τα άκρα που με ταρακουνουσαν απαλά πριν από λίγο.

Κοιτάω γύρω μου. Μερικά φωτα φωτίζουν το σκοτεινό χωματόδρομο και ψηλά, ξεραμένα χόρτα κουνιούνται πέρα δώθε από τον αερα.

«Που ειμαστε;»

«Κοντά στο μαγαζί που γνωριστήκαμε. Δεν ξέρω που μένεις, οπότε δεν μπόρεσα να σκεφτώ κάπου αλλού να σε πάω.» εξήγησε.

«Μμμμμμ» μουγρησα, αφου ξανά τεντωθηκα κάνοντας τον να γελάσει λίγο με τις εκφράσεις που έπαιρνα.

«Θέλεις να σε πάω σπιτι;»

Σπιτι; Ποιο σπιτι;!

Αυτό που είναι σαν στοιχειωμένη ποντικοτρυπα;

«Οχι.» αποκριθηκα βιαστικά.

Λίγες ώρες πριν δεν θα με ένοιαζε στο ελάχιστον να με πάει εκεί και να δει κάτω από ποιες συνθήκες επιβίωνω. Μα τωρα . . . τωρα απλά δεν θέλω.

«Είσαι σίγουρη;»

Του απάντησα θετικά καθώς τα χέρια μου ξελυναν τη ζώνη ασφαλείας που με προστάτευε από τυχόν ατυχήματα. Βγήκα από το αμαξι, διχως να αποχαιρετησω, κι άρχισα να απομακρύνομαι από τον Έντουαρντ με μισο-ζαλισμένα βήματα εξαιτιας του ύπνου.

«Καληνυχτα!» φωναξε λιγο πριν βαλει μπρος τη μηχανη του οχηματος και χαθει μεσα στην νυχτα, κανοντας με να χαμογελασω, λιγο.

Θα επέστρεφα στον Νικ. Ήταν το μόνο που μπορούσα να κάνω.

Ακολούθησα τον δρόμο που πήρα λίγες ώρες πριν έτσι ώστε να φτάσω στον προορισμο μου.

Όσην ώρα βάδιζα κουρασμένη μέσα στη σκοτεινή νύχτα σκεφτόμουν εκείνο το αγενές αγορι, τον Τζο. Σκεφτόμουν τη συμπεριφορά του απέναντι στους φίλους του. Το ποσό αδιάφορος φαινόταν σε αυτά τα λίγα λεπτά που τον γνώρισα, αλλα και το ποσο ρηχος ακουγοταν κάθε φορα που μιλουσε, ειδικα όταν απαντησε στο πως περασε την εβδομαδα του. 

Παρ'ολη την σκοτεινη αυρα που μετεδισε προς το, γυρω, περιβάλλον του και τον απερίγραπτα εκνευριστικο του τροπο να σε κανει να νιώθεις αβολα, ή τουλαχιστον να με κανει να νιώθω αβολα, το σωμα του ειχε κατι το μοναδικο.

Στα σιγουρα δεν ηταν τοσο γυμνασμενο οσο του Εμετ, όμως . . .

«Μου' πες πως με θεεεες ψεματα!» η αγριοφωναρα του Νικ και η υψηλα ανεβασμενη, σε desibel, μουσικη μαζι με τη συνοδεια ενος γυαλινου αντικειμενου που σπαει εφτασαν στα αυτιά μου, βγαζοντας με απο τις σκεψεις. Ωστε εδω ειμαστε, φτασαμε.

Μόνο Μία ΦοράWhere stories live. Discover now