18. Αρχή εξάλειψης

79 6 3
                                    

«Χάνα ειλικρινά δεν θέλω να πάρω τηλέφωνο...»

«Μα τι λες τώρα;!» τσίριξε απαυδισμένη «Πρέπει! Πώς αλλιώς θα μιλάμε; Λοιπόν να θυμάσαι, αύριο στις δέκα να είσαι απέναντι από το Πανεπιστήμιο, δίπλα από ένα μαγαζί με σαβούρες εντάξει;»


{ . . . }


Νιώθω τα μάτια μου να χαϊδεύονται από τις ηλιαχτίδες, που εισβάλλουν μέσα από το παράθυρο, μπροστά μου. Σιγά-σιγά τα ανοίγω, προσπαθώντας να συνηθίσω την ακτινοβολία τους, μα δεν τα καταφέρνω.

Στρέφω το βλέμμα μου στο πάτωμα, για να αποφύγω την μερική τύφλωση από τον ήλιο και παρατηρώ τα ξύλινα σημεία του. Το περισσότερο σπίτι είναι έτσι – όπου υπάρχει κάποια ατέλεια ή χαραμάδα την κλείνουμε με αυτό το υλικό.

Μυαλό που τρέχει σε μία άλλη εποχή, χρόνια πριν, όπου οι τοίχοι ενός σπιτιού δεν έπλητταν από μούχλα κι υγρασία, αλλά από παιδικές ζωγραφιές. Δεν αντηχούσαν ουρλιαχτά μεθυσμένων, ούτε παρανοϊκές τσιρίδες, μα γέλια· αρμονικά, σαν να τα γέννησε η φύση.

Θυμάμαι ένα μικρό αγόρι να τρέχει να κρυφτεί, προτού το κορίτσι στο δέντρο ξεστομίσει τον απαιτούμενο αριθμό, για να αρχίσει να τον ψάχνει. Τα ποδαράκια του, ποτέ, δεν μπορούσαν να αποφασίσουν πού να τον πάνε για να μην φαίνεται – όμως ακόμα κι αν διάλεγε την πιο άθλια κρυψώνα, εκείνη προσποιούνταν πως δεν τον έβρισκε, αφήνοντας τον να νικήσει.

Δεν θα τον άφηνε να χάσει το παιχνίδι.

Κι ύστερα, μια γυναίκα αναβλίζει από τα βάθη των αναμνήσεων. Μακριά, κάστανα μαλλιά μαζεμένα καθημερινώς σε έναν ψηλό επιμελημένο κότσο και ένα εγκάρδιο χαμόγελο. Κάθεται στο λευκό τραπέζι της βεράντας, αποστηθίζοντας την εικόνα που εκτειλύσεται μπροστά της.

Το κορίτσι ένιωθε τότε πληρότητα, ευτυχία. Ένιωθε ο εαυτός της, όποτε την αποκαλούσαν με το πραγματικό της όνομα.

Τώρα όλα αυτά είναι λειψά, φαντάζουν ένα μακρινό όνειρο, που ήρθε μόνο για να φύγει μέσα σε ένα βράδυ.

Τα δάκρια δεν είναι ικανά να χαράξουν την πορεία τους στα χλωμά μάγουλα μου, ωστόσο το βαθούλωμα στο στήθος μεγαλώνει προκαλώντας μου ναυτία.

«Άντυ!» νους που τραβιέται βίαια από την ποντικότρυπα του παρελθόντος, προσγειώνεται στην πραγματικότητα, δίχως να προλάβει να πει καν αντίο στην επώδυνη ανάμνηση «Άντυ, τρέχα είναι επείγον!»

Μόνο Μία ΦοράTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang