«Ο Σάιμον είχε πιει. Εγώ η ίδια είχα φωνάξει τον Φιν για να με βοηθήσει να τον διώξω από το σπίτι μου. Ο Σάιμον επέμενε να τον συγχωρήσω για την απιστία του, αλλά παρέμεινα ανέγγιχτη. Έτσι κι αλλιώς δεν αισθανόμουν τίποτα για εκείνον. Όταν ο Φιν ήρθε του είχα δώσει οδηγίες να μπει στο σπίτι από το ανοιχτό παράθυρο του μπάνιου, κι τότε βρήκε τον Σάιμον να προσπαθεί να με φιλήσει με την βία επιμένοντας πως τον αγαπώ και δεν το παραδέχομαι. Θύμωσε που είδε κάτι τέτοιο και επιτέθηκε στον Σάιμον, τον τράβηξε από πάνω μου και τον έριξε στο πάτωμα. Όταν απομακρύνθηκε από εκείνον ο Σάιμον τον παρέσυρε στο έδαφος με αποτέλεσμα το όπλο του Φιν να φύγει από την τσέπη του και να πέσει μπροστά στα πόδια μου. Ο Σάιμον προσπαθούσε να στραγγαλίσει τον Φιν, και τότε συνειδητοποίησα ότι δεν είχα πολύ χρόνο. Το πρώτο πράγμα που κατάφερα να σκεφτώ ήταν να πυροβολήσω τον Σάιμον, κι έτσι έκανα» λέει εκείνη και ένα δάκρυ κυλάει στο μάγουλο της. Είναι τόσο συντετριμμένη ψυχολογικά που μπορώ να το αισθανθώ μόνο και μόνο κοιτάζοντας την.

Σηκώνομαι για να πάω κοντά της αλλά ο φύλακας με συγκρατεί στην θέση μου. Γαμημένε μαλάκα! Κάποιος πρέπει να πάει κοντά της!

«Μάλιστα. Δηλαδή η δολοφονία έγινε για άμυνα;»

«Ακριβώς. Κι ο Φιν δεν έχει καμία σχέση με αυτό! Εγώ τα έκανα όλα και-» ο δικαστής την διακόπτει με την σοβαρή φωνή του.

«Σιωπή! Παρακαλώ να εισέλθει ο δεύτερος κατηγορούμενος» λέει και προχωράω με την συνοδεία του φύλακα. Καθώς περνάω δίπλα από την y/n της χαϊδεύω ελαφρά το χέρι αλλά ο φύλακας με σπρώχνει για να προχωρήσω.

«Όλα έγιναν ακριβώς όπως τα είπε η y/n. Ο Σάιμον ήταν μεθυσμένος και προσπάθησε να την παρενοχλήσει. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην έκανα κάτι για αυτό! Μόλις τον άφησα όμως βρήκε την ευκαιρία να μου επιτεθεί εκείνος και προσπάθησε να με στραγγαλίσει. Αν δεν είχε γίνει ότι έγινε, θα ήταν αυτός εδώ αντί για εμένα!» λέω και η μητέρα του Σάιμον επεμβαίνει χωρίς να πάρει άδεια.

«Τι ψέματα! Ο Σάιμον δεν θα προσπαθούσε ποτέ να κάνει κακό στον οποιονδήποτε! Λένε ψέματα για να σώσουν τα τομάρια τους!» φωνάζει αναστατώνοντας όλη την αίθουσα. Αυτή δεν θα μου την γλιτώσει με τίποτα...

«Σιωπή! Υπάρχουν και κατηγορίες εις βάρος σας, μην επιβαρύνεται την θέση σας» την προειδοποιεί ο δικαστής και εκείνη κάθεται ξανά με νεύρα στην θέση της. Ξεροβυχω και συνεχίζω.

«Η δολοφονία έγινε καθαρά από άμυνα. Μετά από το συμβάν αυτό πήγα το πτώμα έως το δάσος όπου βρέθηκε και το έθαψα. Εκεί τελείωσε η όλη ιστορία» ολοκληρώνω αυτό που ήθελα να πω και ο δικαστής γνέφει καταφατικά.

«Να εισέλθει η μητέρα του θύματος» λέει ξανά και η Ελίσα σηκώνεται όρθια καθώς εγώ πηγαίνω στην θέση μου.

Η y/n γυρίζει το κεφάλι της προς το μέρος μου και με κοιτάει. Της χαμογελάω συμπονετικά και ανταποδίδει αδύναμα. Μακάρι να μπορούσα να εκφράσω με απλά λόγια το ποσό πολύ την αγαπώ, αλλά μου είναι αδύνατο.

«Ο γιος μου είχε μεθύσει και πήγε να βρει αυτήν, αυτή είναι η μόνη αλήθεια στα λόγια αυτών των δύο» λέει και αισθάνομαι τα νεύρα μου να αυξάνονται.

«Μπορεί να είναι κι έτσι, αλλά εσείς ήρθατε εδώ και για άλλον λόγο. Αληθεύει η πληροφορία πως τραυματίσατε τον κατηγορούμενο σπάζοντας του ένα πιάτο στο πίσω μέρος του κεφαλιού του;» λέει ο δικαστής.

«Μάλιστα, κύριε δικαστή. Αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως αυτοί οι δύο δολοφόνησαν το παιδί μου!»

«Σιωπή! Το δικαστήριο πήρε την απόφαση του. Η δεσποινίς y/n y/l/n θα λάβει ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων για ανθρωποκτονία και παράνομη οπλοχρησία με ελαφρυντικά λόγο άμυνας, και ο κατηγορούμενος 3 χρόνια για παράνομη οπλοκατοχή και οπλοφορία» λέει ο δικαστής και χτυπάει το ξύλινο σφυρί που κρατάει στο ψηλό τραπέζι που υπάρχει μπροστά του. Η αίθουσα ξεκινάει να αδειάζει και ο φύλακας μου με τραβάει για να σηκωθώ όρθιος. Τον ακολουθώ μέχρι να φύγουμε και εμείς από την αίθουσα.

Τώρα μάλλον θα μας πάνε στα μόνιμα κελιά μας.

«Να σου πω» λέω στον φύλακα και σταματώ να περπατάω.

«Γίνεται να έχω κοινό κελί με την άλλη κατηγορούμενη; Με την έγκριση της βέβαια» τον ρωτάω γεμάτος με ελπίδα. Μετά από όσα συνέβησαν, τουλάχιστον ας είμαστε κοντά μεταξύ μας. Το έχουμε ανάγκη.

«Θα δω τι μπορώ να κάνω. Προχώρα!» απαντάει απότομα και υπακούω.

Τον ακολουθώ σε έναν διάδρομο γεμάτο με ευρύχωρα κελιά που τα περισσότερα από αυτά φιλοξενούν μέσα τους κάποιον φυλακισμένο.

Με βάζει μέσα σε ένα κελί και κλειδώνει την πόρτα. Το μόνο που υπάρχει εδώ μέσα είναι ένα μονό ακατάστατο κρεβάτι και μία υπερβολικά μικρή λεκάνη τουαλέτας.

Μάλιστα. Σπίτι μου σπιτάκι μου! (Ειρωνικά φυσικά...)

Μετά από ένα τέταρτο χωρίς να ξέρω τι να κάνω ακούω την πόρτα του κελιού να ανοίγει. Κοιτάω βαριεστημένα προς το μέρος της και πετάγομαι όρθιος μόλις βλέπω έναν εύσωμο φύλακα να βάζει την y/n στο κελί μαζί μου.

Ελπίζω μόνο να μην είναι παραίσθηση!

«Θα είναι προσωρινό λόγο έλλειψης κελιών. Καλύτερα να μπει μαζί σου παρά με κάποιο άλλο απόβρασμα» λέει ο φύλακας και φεύγει αφού κλειδώσει ξανά την πόρτα.












𝐓𝐫𝐮𝐬𝐭 𝐌𝐞ᶜᵒᵐᵖˡᵉᵗᵉᵈWhere stories live. Discover now