Πεφταστέρι

Start from the beginning
                                    

Έβαλα στην άκρη το μολύβι. Και τότε πρόσεξα τη μαργαρίτα στην αυγοθήκη. Το νερό είχε κατέβει κάμποσο, οπότε το ξαναγέμισα. Έλα, μαργαριτούλα μου, είπα στο γερμένο λουλούδι. Θέλω να μείνεις ζωντανή.

Τώρα που ήξερα για την αποστολή της Μαργαρίτας, το λουλούδι αυτό δε συμβόλιζε μόνο τη φιλία μου με τη Σάρλοτ, αλλά και τον κύκλο ζωής της Μαργαρίτας. Όσο ζούσε το λουλούδι, τόσο θα ζούσε κι εκείνη. Θα φρόντιζε η ίδια τον εαυτό της, αλλά κι εγώ θα φρόντιζα αυτό το λουλουδάκι. Θα μου θύμιζε πάντα το πόσο σημαντική και επείγουσα ήταν η αποστολή της Μαργαρίτας.

Δέκα και τέταρτο. Μια ώρα ακόμα. Πήρα πάλι το Εγχειρίδιο του Μάγου από το πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι μου και σύντομα χάθηκα στο επόμενο κόλπο: "Πώς να κάνετε ένα κομπιουτεράκι να προβλέπει το μέλλον".

Μου φάνηκε πως είχαν περάσει μόλις πέντε λεπτά όταν ξανακοίταξα το ρολόι, αλλά έλεγε έντεκα πάρα πέντε. Κοντεύουμε.

Μάζεψα το βιβλίο και φόρεσα το νυχτικό μου. Έπρεπε να φτάσω αθόρυβα στο δεντρόσπιτο χωρίς να ξυπνήσω τη μαμά και τον μπαμπά. Και μάλιστα μέσα σε δέκα λεπτά!

Άνοιξα απαλά την πόρτα του δωματίου μου και βγήκα στο διάδρομο. Το σπίτι ήταν σιωπηλό. Η μαμά κι ο μπαμπάς ήταν στο δωμάτιό τους με αναμμένο το φως. Προσπέρασα την πόρτα τους στις μύτες των ποδιών, κρατώντας την ανάσα μου. Το μόνο που μπορεί να ακουγόταν στη σιωπή του σπιτιού ήταν η καρδιά μου που βροντούσε.

Έντεκα και πέντε. Γρήγορα! Πήγα στην κουζίνα και ξεκλείδωσα την πίσω πόρτα. Μόλις την έκλεισα προσεκτικά, έφυγα σφαίρα για τον κήπο και ανέβηκα τη σκάλα.

"Μαργαρίτα;"

"Εδώ πάνω είμαι", άκουσα τη φωνή της.

Πέρασα μέσα από την καταπακτή.

"Κι έλεγα πως θα το έχανες", είπε ειρωνικά η Μαργαρίτα.

Είχα αρχίσει να συνηθίζω τις ειρωνείες της. Μάλλον δε θα μπορούσε να μιλήσει διαφορετικά.

"Πάρε", είπε και μου έδωσε το κουπόνι ευχών πριν προλάβω να πω τίποτα.

Πήρα το φάκελο. Στα χέρια μου άστραφταν χρώματα αχνά που βάλθηκαν να χορεύουν ανάμεσα στα δάκτυλα μου σαν απαλός αέρας. Έμεινα να κοιτάζω χωρίς ακόμη να πιστεύω 100% πως πράγματι συνέβαιναν όλα αυτά.

"Έλα, δύο λεπτά έμειναν", μου φώναξε.

11.10. Ένα ακόμη λεπτό. Κράτησα το κουπόνι ευχής στο χέρι και κοίταξα τη Μαργαρίτα.

"Από κει", είπε και έδειξε το παράθυρο που έβλεπε στο δάσος, στα ανατολικά, εκεί απ' που θα έπεφτε από στιγμή σε στιγμή το αστέρι. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή, τι χέρι μου έτρεμε καθώς κρατούσε την ευχή και τα δευτερόλεπτα περνούσαν.

11.11. Αχ, ας μην λέμε ψέματα. Ας πιάσει η ευχή. Τέντωσα το χέρι μου έξω από το παράθυρο και προσευχήθηκα να μην αργήσει το πεφταστέρι.

"Τώρα", είπε η Μαργαρίτα.

Αυτό ήταν!

"Εύχομαι να αλλάξουν οι γονείς μου", είπα δυνατά. "Να γίνουν ακριβώς όπως τους φαντάστηκα σήμερα το πρωί!"

Με το που τελείωσα τη φράση μου, το κουπόνι ξέφυγε από το χέρι μου

Αχ, όχι! Μου 'πέσε; Εγώ το άφησα;

"Τι έγινε τώρα;" ρώτησα.

"Μην ανησυχείς", είπε η Μαργαρίτα. Κοίταξα εκεί που μου έδειχνε. Όχι, δε μου είχε πέσει κατά λάθος το κουπόνι. Μόλις που το διέκρινα, με τα λαμπερά του χρώματα να φωτίζει με λάμψεις τον ουρανό καθώς απομακρυνόταν από μένα και πετούσε πάνω από το δεντρόσπιτο με κατεύθυνση τα αστέρια. Έμεινα να το κοιτάζω ώσπου τα μάτια μου δάκρυσαν. Ήταν σαν την πιο τέλεια επίδειξη πυροτεχνιμάτων που είχα δει ποτέ. Σαν εκτόξευση πυραύλου. Χρώματα που χόρευαν και εκσφενδονίζονταν μέσα στη νύχτα.

Και τότε είδα το πεφταστέρι μέσα σε μια λευκή αστραπή. Και σε ένα δευτερόλεπτο είχε καταπιεί όλα τα χρώματα. Το κουπόνι χάθηκε στο λαμπερό φως. Και αμέσως το σκοτάδι απλώθηκε ξανά.

Τα είχα καταφέρει. Είχα κάνει την πρώτη μου ευχή.

Άφησα τη Μαργαρίτα να πατάει διάφορα κουμπιά στο Μαγικινητό της και επέστρεψα στο σπίτι όσο πιο σιωπηλά μπορούσα. Το φως της μαμάς και του μπαμπά ήταν σβηστό τώρα και άκουσα τον μπαμπά να ροχαλίζει.

Μια νεράιδα για τη ΦιλίπαWhere stories live. Discover now