Απόφαση Νο3

2 1 0
                                    

Σήμερα δε θα άφηνα κανέναν να μου χαλάσει τη μέρα. Ούτε τη Μαργαρίτα με τον απότομο χαρακτήρα της και τις νευρικές της αντιδράσεις σε ό,τι έκανα ούτε την υπόλοιπη τάξη που χαμογελούσε κρυφά κάθε φορά που γυρνούσα το κεφάλι.

"Έχεις ώρα, Τζακ," είπε δυνατά η Τρίσα Μάιλς στη φίλη της, την Τζάκι Άντερσον, περνώντας από μπροστά μου.

Η Τζάκι σήκωσε επιδεικτικά το χέρι να κοιτάξει το ρολόι της. "Δέκα το πρωί", απάντησε.

"Ωωω, πήγε δέκα; Να βάλω τις πιτζάμες μου τότε", είπε η Τρίσα και ξεράθηκαν και οι δυο στα γέλια, σκουντουθλώντας η μια πάνω στην άλλη στο διάδρομο. Χα, χα, πολύ αστείο. Και πρωτότυπο. Γελάσαμε.

Ακόμα και η Λόρεν με την Μπεθ έδειχναν να με αποφεύγουν. Ε, λοιπόν, δε με ένοιαζε. Σύντομα δε θα με απασχολούσε ξανά το θέμα των γονιών μου.

Μόνο μέχρι σήμερα το βράδυ.

*Μαργαρίτας pov*

Αρχικά δεν κατάλαβα ακριβώς τι συνέβαινε. Θέλω να πω, ακόμα και αυτά τα ρούχα παραείναι παράξενα για μένα. Που να ξέρω τι είναι πιτζάμα ή οτιδήποτε άλλο σ' αυτό τον κόσμο; Τι με νοιάζει εμένα τι φοράνε οι άνθρωποι; Δεν είναι δική μου δουλειά να ασχολούμαι με τέτοια πράγματα.

Όμως, σήμερα στην τάξη συνέβαινε κάτι περίεργο. Είχα ήδη καταλάβει πως η παρέα της Φιλίπα δεν ήταν και η πιο δημοφιλής της τάξης. Και αυτό με απασχολούσε κάμποσο. Μιας κι ήταν η πρώτη μου αποστολή με ανθρώπους, ωραία θα ήταν να με είχαν στείλει σε κάποιον του δικού μου επιπέδου, όπως στην Τρίσα Μάιλς ή στις φίλες της. Αυτές, μάλιστα. Αστείες, πνευματώδεις, ζωηρές και... ναι , εντάξει, ίσως λίγο στρίγγλες. Αλλά δεν είχαν κακό σκοπό έτσι κι αλλιώς. Απλώς περνούσαν λίγο καλύτερα από τους άλλους. Έκαναν τις μέρες τους κάπως πιο ενδιαφέρουσες και πικάντικες.

Η Φιλίπα μάλλον τα βρήκε πολύ σκούρα σήμερα. Όλοι την κορόιδευαν.

Μόλις συνειδητοποίησα τι συνέβαινε, πρώτη μου σκέψη ήταν: Έλεος! Χαμπάρι δεν παίρνει αυτός ο πατέρας της, τέλος πάντων; Κι εκείνη τι περίμενε, δηλαδή; Με τέτοιο πατέρα ήταν σαν να παρακαλούσε να την κοροϊδεύει όλο το σχολείο.

Όμως, με το που μου ήρθε αυτή η σκέψη, κάτι παράξενο συνέβη. Κάτι σαν πόνος ήταν. Σαν ένα τσίμπημα. Όχι, όμως, στο σώμα μου. Δεν ξέρω, δεν μπορώ να το περιγράψω. Σαν να είχα ένα διακόπτη στο κεφάλι που άναψε ξαφνικά και μου προκάλεσε μια μικρή φαγούρα. Μια σκέψη. Μια παράξενη σκέψη. Πρωτόγνωρη, οπότε δεν την αναγνώρισα. Ίσως πάλι να ήταν συναίσθημα. Και σε κάτι τέτοια δεν είμαι συνηθισμένη.

Καλά, προφανώς και έχω αισθήματα. Οργή έχω νιώσει πολλές φορές. Όταν ο φίλος μου πέθανε, είχα οργιστεί απίστευτα με τον άνθρωπο που τον σκότωσε. Όμως, αυτή η αίσθηση τώρα ήταν διαφορετική. Ήταν σαν να ένιωθα θλιμμένη, μόνο που ήταν μια σκέψη, σαν να ένιωθα κάποιου άλλου τη θλίψη, όχι τη δική μου.

Μάλλον τη λυπόμουν τη Φιλίπα. Που δεν ήταν και φοβερά πολύπλοκο συναίσθημα.

Τι τρελό! Ένα κορίτσι με πετάει απ' το παράθυρο, παίρνει τρεις ευχές -από μένα- κι εγώ τη λυπάμαι κι από πάνω. Ε, όχι! Όχι και να γίνω σαν κι εκείνη και τους μουρλούς γονείς της.

Οπότε η επόμενη σκέψη μου ήταν: Σφίξε τα δόντια, τελείωνε με τις ευχές και ξεκουμπίσου από δω πριν κλείσει ο κύκλος ζωής σου.

Ήδη είχε αρχίσει να με επηρεάζει η όλη κατάσταση. Ήδη ένιωθα πιο αδύναμη από χτες και δεν κατάφερνα να πιω αρκετό νερό. Δεν ήταν όπως στην εκπαίδευση. Και για να είμαι τελείως ειλικρινής, οι αληθινοί, οι ζωντανοί άνθρωποι δεν ηταν όπως τους είχα φανταστεί. Ή τουλάχιστον, όχι η Φιλίπα.

~timeskip~

Στο μεγάλο διάλειμμα φαγητού, έκατσα δέκα ολόκληρα λεπτά κάτω από τη βρύση πίνοντας όσο πολύ μπορούσα. Μετά συνειδητοποίησα ότι είχε σχηματιστεί μια τεράστια ουρά πίσω μου. Τουλάχιστον είχα πάρει λίγες δυνάμεις. Καλά μέχρι εδώ, αλλά το απόγευμα τα πράγματα χειροτέρεψαν. Τώρα δεν κορόιδευαν μόνο τη Φιλίπα. Όλο το θρανίο μας κορόιδευαν. Εμένα και τα άλλα κορίτσια, τη Λόρεν και την Μπεθ.

Ε! Εμένα μη με κοροϊδεύετε, εντάξει; ήθελα να τους φωνάξω. Εγώ δεν είμαι σαν αυτή! Δεν είμαι μαζί τους εγώ! Είμαι η Νεραϊδονονά92751 από το Τ3Ε. ΝΕΡΑΪΔΟΝΟΝΑ ΕΙΜΑΙ!!! Δεν είμαι από κείνα τα χαζά σπασικλάκια που έχουν φρίκουλες γονείς και κάνουν ηλίθια μαγικά κόλπα, ενώ δεν μπορούν ούτε την κολλητή τους να κρατήσουν στην ίδια πόλη!

Και μετά συνέβη ξανά, αμέσως μόλις ολοκλήρωσα τη σκέψη μου. Εκείνο το παράξενο συναίσθημα. Είδα τη Φιλίπα με την άκρη του ματιού μου να ρίχνει την αφάνα της μπροστά στα μάτια της, λες και με τα μαλλιά θα μπορούσε να κρύψει το πρόσωπό της. Πόσο ήθελε να κρυφτεί!

Αλλά δεν έφταιγε εκείνη. Καλύτερα να μην κάνω κακές σκέψεις για τη Φιλίπα.

Για δεύτερη φορά σε μισή ώρα, τσαντίστηκα με τον εαυτό μου. Τι ήθελα να την λυπάμαι τώρα; Έπρεπε να συνέλθω γρήγορα, μη γίνω σαν εκείνη που λιώνει με το παραμικρό. Άσε που ήθελα να φύγω το συντομότερο από κει πέρα.

Έστησα το βιβλίο μου όρθιο στο θρανίο για να μην βλέπει η δασκάλα τι κάνω από πίσω. Ύστερα έβγαλα το Μαγικινητό μου και πάτησα μερικά κουμπιά για να ελέγξω πόσος χρόνος μου έμενε από τον κύκλο ζωής μου.

Δέκα μέρες, έδειξε. Δηλαδή, μέχρι την άλλη Τετάρτη. Λίγο πάνω από βδομάδα και μετά τέλος. Ευτυχώς.

Όμως, η επόμενη Τετάρτη αργούσε πολύ να έρθει.

Μια νεράιδα για τη ΦιλίπαWhere stories live. Discover now