Κεφαλαιο 29 (μερια Βιολετας)

195 12 1
                                    

Έχω φτάσει στον πέμπτο μήνα και περιμένουμε πως και πως με τον Αχιλλέα να γεννηθεί το μωράκι μας. Είναι κοριτσάκι, το είδαμε εχθές στο υπερηχογράφημα. Είναι περίεργη η όλη κατάσταση. Πως από μια κουκκίδα γεννιέται ένα ολόκληρο μωρό;
Άρχισα να δυσκολεύομαι με τις δουλειές αφού η κοιλιά όσο πάει και μεγαλώνει, αλλά ο Αχιλλέας με βοηθάει πολύ.
Είναι 7 το απόγευμα και κάνουμε βόλτες με τον Αχιλλέα κοντά στη γειτονιά. Ο γιατρός μου είπε να περπατάω όσο μπορώ. Βγαίνω με τον Αχιλλέα κάθε βράδυ τέτοια ώρα γιατί ο ήλιος έχει κατέβει και δεν έχει τόση ζέστη. Ένα νέο όχι και τόσο ευχάριστο είναι ότι μια από τις πρώην του Αχιλλέα άρχισε να τον ενοχλεί ξανά. Αυτός της έχει ξεκαθαρίσει ότι είναι μαζί μου αλλά αυτή δεν λέει να το καταλάβει. Τον παίρνει τηλέφωνο μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα και τον απειλεί ότι αν δεν γυρίσει πίσω σε αυτή θα με σκοτώσει. Έχω αρχίσει να φοβάμαι γιατί μια ημέρα που ο Αχιλλέας δεν ήταν σπίτι, κοιτούσα από το παράθυρο και την είδα έξω από το σπίτι μας πίσω από κάτι δέντρα. Μετά πήρα τον Αχιλλέα τηλέφωνο, ο οποίος ήρθε κατευθείαν και έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Δεν βγαίνω έξω αν δεν είναι ο Αχιλλέας μαζί μου. Φοβάμαι πραγματικά για την ζωή μου, δεν ξέρω σε τι σημείο μπορεί να φτάσει αυτή η κοπέλα. Ακόμα και τώρα έχω την αίσθηση ότι κάποια μας ακολουθεί.
«Βιολέτα ακούς;» με βγάζει από τις σκέψεις μου η φωνή του Αχιλλέα.
«Εεμ όχι αφαιρέθηκα λίγο τι λέγαμε;» απαντάω, δεν άκουγα τίποτα από αυτά που έλεγε.
«Πάλι τα ίδια ρε Βιολέτα αφού σου ειπα όλα εντάξει δεν πρόκειται να μας ξανά ενοχλήσει αυτή.» λέει και τον κοιτάω προβληματισμένη.
«Το ότι έβαλες μέτρα ασφαλείας δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να τα παραβεί Αχιλλέα μου.» απαντάω.
«Ελα μη το σκέφτεσαι..» λέει και με φιλάει στο στόμα. Αυτό το φιλί με κάνει να τα ξεχνάω όλα μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου.
«Τι λέγαμε λοιπόν;» λέω πιο κεφάτη από πριν.
«Σκέφτομαι το όνομα που θα δώσουμε στο μωρό. Δεν θέλω να πάρει το όνομα από τους γονείς μας. Θέλω να του δώσουμε ένα όνομα που απλά να αρέσει σε εμάς.»
«Ναι και εγώ το ίδιο σκεφτόμουν και δεν ήξερα πως να στο πω. Νόμιζα ότι ήθελες να δώσουμε το όνομα της μαμάς σου. Αν και δεν με ενοχλεί πολύ. Ας είναι γερό και μετά τα σκεφτόμαστε τα υπόλοιπα.» λέω και χαμογελάω αχνά. Καθώς συνεχίσαμε να περπατάμε ακούω ένα θόρυβο από τους θάμνους. Κάνω πως δεν άκουσα γιατί βρισκόμαστε κοντά στο σπίτι. Όταν φτάνουμε ατην πόρτα της άυλης ο Αχιλλέας ψάχνει τα κλειδιά στο μπρελόκ του για να ανοίξει την εξωτερική πόρτα. Εγώ βρίσκομαι από πίσω του. Μου φάνηκε ότι είδα μια σκιά αλλά κρατάω την ψυχραιμία μου. Γυρίζω το κεφάλι μου πίσω και την βλέπω. Πάω να φωνάξω αλλά δεν προλαβαίνω. Καρφώνει ένα μαχαίρι στην κοιλιά μου. Κρατάω την ματωμένη κοιλιά μου με τα χέρια και με δάκρυα στα μάτια. Και μετά σκοτάδι.

Το καλύτερο κομμάτι του εαυτού μου.®Where stories live. Discover now