Κεφάλαιο 31

1K 142 113
                                    

Οι μέρες περνάνε γρήγορα. Ήρθαν τα Χριστούγεννα και έφυγαν, σαν τον άνεμο. Εγώ είμαι ακόμη στο χωριό μου. Με τις φίλες μου μιλάμε μέσω τηλεφώνου. Περνάω καλά με τους κοντινούς μου συγγενείς και απολαμβάνω το πνεύμα των γιορτών.

Με τον Πάνο... έχουν αλλάξει τα πράγματα. Έχουμε να μιλήσουμε από εκείνη τη μέρα, τη μοιραία αυτή μέρα της τελευταίας μας συνάντησης. Τότε που χορέψαμε υπό την απαλή μελωδία που μας κατέκλυσε άξαφνα... Η αλήθεια είναι πως... τον αποφεύγω. Δεν ξέρω γιατί, αλλά πλέον νιώθω τόσο διαφορετικά μέσα μου. Δεν αναγνωρίζω πια τον εαυτό μου. Αδυνατώ να δώσω μια εξήγηση στα συναισθήματά μου. Και φοβάμαι...

Μου έχει στείλει πάρα πολλές φορές μήνυμα και δεν του απάντησα. Αισθάνομαι απαίσια. Τύψεις, ενοχές... Αλλά δεν μπορώ αλλιώς. Πρέπει να είμαι μόνη μου. Δε μου αρέσει η νέα κατάσταση. Θέλω να έχω τον έλεγχο των συναισθημάτων μου, του εαυτού μου. Και όταν είμαι δίπλα του, χάνω αυτόν τον έλεγχο, την αυτοκυριαρχία μου. Χάνομαι ολόκληρη...

30 Δεκεμβρίου σήμερα. Εφτά μέρες από την τελευταία μας λοιπόν συνάντηση. Μία ολόκληρη εβδομάδα χωρίς αυτόν. Είμαι γεμάτη από τα καινούρια, παράξενα συναισθήματά μου. Κι όμως, νιώθω τόσο κενή. Ποτέ δε φανταζόμουν ότι η παρουσία, ή καλύτερα η απουσία ενός ατόμου από τη ζωή μου, θα ήταν ικανή να προξενήσει τέτοιες αλλαγές μέσα μου.

Κι εμένα δε μου αρέσουν οι αλλαγές.

Αφήνω τις σκέψεις μου πίσω μου και κατευθύνομαι στο σαλόνι. Χαζεύω στην τηλεόραση και προσπαθώ να καταλάβω την πλοκή μιας χριστουγεννιάτικης ταινίας η οποία βρίσκεται ήδη στη μέση.

"Εμείς θα φύγουμε το απόγευμα. Εσύ θα μείνεις εδώ, έτσι;", μου λέει ξαφνικά η μαμά μου.

"Όχι, θα έρθω σπίτι", της απαντώ αδιάφορα κοιτώντας τα νύχια μου.

"Γιατί;", με ρωτάει ξαφνιασμένη. "Τι έχεις να κάνεις; Κάτσε εδώ να ξεκουραστείς".

"Θα βγω με τη Μαριάννα το πρωί. Έχουμε να κάνουμε κάποια ψώνια. Παραμονή Πρωτοχρονιάς είναι αύριο άλλωστε", απαντώ ξανά με το βλέμμα καρφωμένο στην τηλεόραση.

"Να βγείτε κορίτσι μου, να βγείτε. Άντε, μου κλείστηκες σε ένα σπίτι και δεν βγαίνεις έξω ποτέ", λέει η μαμά μου σε εμένα και η συζήτηση κλείνει.

Η ώρα κυλάει ήρεμα. Ο καθένας μας είναι παρασυρμένος σε κάποια δική του ασχολία. Ο ήχος του κουδουνιού της πόρτας, όμως, διαταράσσει την ησυχία μας.

Το Λεωφορείο Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα