ΜΕΡΑ 06

5K 453 17
                                    

Το πρωί ξύπνησα με φασαρία από το σαλόνι. Έπιπλα μετακινούνται, φωνές ακούγονται, κι εγώ απλά προσπαθώ να καταλάβω τι συμβαίνει. Κοιτάω την ώρα, είναι 10.

Βγαίνω και βλέπω τρεις τύπους να βγάζουν τους καναπέδες, την τηλεόραση και άλλα πράγματα ακριβά από την εξώπορτα. Η μαμά κοιτάει, λυπημένη, αλλά χωρίς να πει πολλά. "Τι συμβαίνει, μαμά;" την ρωτάω, τρομαγμένη. "Κάνουν κατάσχεση των πραγμάτων μας, αγάπη μου, για τα χρέη μας" μου λέει και την κοιτάω, σοκαρισμένη.

"Δεν μου είπες ότι είναι τόσο σοβαρό!" της λέω, και σκέφτομαι ότι έπρεπε να πάρω την επιταγή που μου είχε προσφέρει ο Αντώνης τότε. Αλλά ήμουν αρκετά περήφανη να την πάρω και τώρα το λούζομαι. Όλοι το λουζόμαστε. Πώς φτάσαμε ως εδώ γαμώτο;

"Τι θα κάνεις;" την ρωτάω. "Προσπάθησα τα πάντα, Μαρτίνα, ο δικηγόρος μας λέει ότι δεν γίνεται να αναβάλλουμε άλλο τις δόσεις και ήταν αναπόφευκτο. Δεν στο είπα πριν αλλά έχω βάλει το σπίτι για να πουληθεί αλλά κανείς δεν ενδιαφέρεται, είναι πολύ ακριβό" μου λέει, σχεδόν κλαίγοντας. Δεν το πιστεύω, το σπίτι μας! Εκεί που μεγαλώσαμε, εκεί που αποκτήσαμε τόσες εμπειρίες! 

"Μίλησα με τον Κώστα, θα πάμε να μείνουμε στο διαμέρισμά του μέχρι να βρω κάτι. Εσύ έτσι κι αλλιώς θα φύγεις σε λίγες μέρες, δε χρειάζεται να ανησυχείς. Απλά πήγαινε να μαζέψεις τα πράγματά σου και βάλτα σε μια βαλίτσα. Έχω μαζέψει όλα τα άλμπουμ με τις φωτογραφίες και τα κοσμήματα. Μη ξεχάσεις τίποτα, γιατί θα αδειάσουν το σπίτι" μου λέει κι αμέσως τρέχω στο δωμάτιο.

Αγουροξυπνημένη, χωρίς να σκεφτώ και πολύ, αρπάζω μια βαλίτσα από τη ντουλάπα κι αρχίζω να πετάω μέσα όλα τα ρούχα που μ' αρέσουν πιο πολύ. Βάζω κοσμήματα με το δώρο του Ηλία πρώτο, και αντικείμενα αξίας, όπως φυσικά και το μουσικό κουτί που μου χάρισε ο Αντώνης πριν φύγει.

Μέσα σε 15 λεπτά το δωμάτιο έχει αδειάσει. Μετά βοήθησα την μαμά να φυλάξουμε τα παιχνίδια και τα βιβλία του Στέλιου από το δωμάτιό του, ώστε να τα στείλουμε αργότερα. Κοιτάω την μαμά που προσπαθεί να συγκρατήσει τα δάκρυά της. "Συγνώμη..." μου ψιθυρίζει και την κοιτάω, έκπληκτη. Ποτέ δεν την άκουσα να μου ζητάει συγνώμη για τίποτα! 

"Για ποιο πράγμα μου ζητάς συγνώμη, μαμά;" την ρωτάω. "Πίστευα ότι θα τα κατάφερνα μετά τον χαμό του πατέρα σας, αλλά...δεν ήμουν προετοιμασμένη, Μαρτίνα. Πάντα στηριζόμουν σ' εκείνον όσον αφορά τα χρέη μας και γενικά τα οικονομικά μας. Ποτέ δεν στάθηκα μόνη μου, και παρόλο που ο Κώστας ήθελε να με βοηθήσει, εγώ τον έδιωξα γιατί..." λέει αλλά σταματάει απότομα και συνεχίζει να μαζεύει στη σιωπή, σκουπίζοντας τα δάκρυά της.

Προσωπικός Γυμναστής Where stories live. Discover now