31-Τα νούμερα αλλάζουν

184 24 98
                                    

Μεγάλο κεφάλαιο γεμάτο TW.

Τα πόδια της είχαν μπαζώσει στο έδαφος καθώς περίμενε αγχωμένη την πόρτα να ανοίξει. Όταν αυτό έγινε, είδε τη μαμά της ίδια και απαράλλαχτη.

Η Κιάρα στεκόταν με ένα απροσδιόριστα απαθές βλέμμα στην πόρτα, παρατηρώντας την κόρη της από πάνω μέχρι κάτω. Φορούσε μια μπλε καθημερινή μπλούζα με μια φόρμα. Είχε τα μισά μαλλιά της κάτω και τα υπόλοιπα πάνω. Φαινόταν σαν ένας απλός φυσιολογικός άνθρωπος το απόγευμα μιας Κυριακής. Τίποτα το σπουδαίο, τίποτα παραπάνω.

Σήκωσε το φρύδι της ψηλά. «Ίριδα, τι κάνεις εδώ;» η φωνή της επίσης δεν είχε αλλάξει. Ήταν το ίδιο σφιγμένη με πάντα. Η κοπέλα μαζεύτηκε λίγο παραπάνω και ό,τι λέξεις ήξερε τις ξέχασε κάτω από το βλέμμα της. Που, για κάποιον λόγο, πάντα ήταν επικριτικό.

Τα ίδια τους μάτια συναντήθηκαν. Η Ίριδα δεν απάντησε τίποτα, σκεφτόταν μονάχα πόσο λάθος έκανε που ήρθε, γιατί ξαφνικά δεν ένιωθε καμία ασφάλεια και καμία σιγουριά. Δεν είχε αλλάξει τίποτα, θα την κατέστρεφε για άλλη μια φορά, μα ούτε και τότε έφυγε.

Η Κιάρα ξεφύσησε βαριεστημένα. Δεν φημιζόταν για την υπομονή της. «Έλα μέσα» είπε τελικά και άνοιξε περισσότερο την πόρτα. Μόλις πέρασε στο σπίτι, η γυναίκα κοίταξε έξω παρατηρητικά και έπειτα έκλεισε την πόρτα. Γύρισε στην κόρη της προσπαθώντας να μη δείχνει ταραγμένη.

«Ελπίζω να ήρθες για να ζητήσεις συγγνώμη»

«Γιατί να ζητήσω συγγνώμη;», λάθος, λάθος, λάθος. Η ορμητικά κλειστή πόρτα ήταν δελεαστική, ωστόσο συνέχισε να την κοίτα ψύχραιμα.

«Εσύ για τι λες Ίριδα; Λέρωσες το όνομα μου και μετά εξαφανίστηκες. Έπρεπε να σε είχα πάρει και να είχαμε φύγει μαζί από τη Ρωσία. Δες πως κατάντησες!» είπε δίχως να κρύβει τα νεύρα της και στην τελευταία πρόταση την έδειξε καυστικά. Η καρδιά της κοπέλας σφίχτηκε. Πάντα μπροστά της όσο κι αν μεγάλωνε, ένιωθε μικροσκοπική.

Έσμιξε τα φρύδια της και πήρε αμυντική στάση. Δεν είχαν φύγει ακόμα από το χολ, εύκολα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα και να εξαφανιστεί ξανά. Ήταν όλο λάθος. «Το μόνο όνομα που μπορεί να λέρωσα ήταν το δικό μου, και πίστεψε με, δεν με ενδιαφέρει.» τύλιξε τα χέρια της γύρω από το σώμα της κάτω από το ενοχλημένο βλέμμα της μητέρας της. Συνέχισε χωρίς να αφήσει την φωνή της να τρέμει. «Αν θες να ξέρεις, εκεί πέρα είμαι πιο αποδεκτή και περνάω πολύ καλύτερα από ό,τι θα περνούσα εδώ μαζί σου.»

True blueWhere stories live. Discover now