Κεφαλαιο 14

93 37 0
                                    

<<Ναι όλα είναι μια χαρά εδώ.>> καθησύχασα την οικογένεια μου από το τηλέφωνο << τώρα βγήκαμε με τα κορίτσια για πίτσα και ξενάγηση στο Ματζιξ. Εσείς έχετε έρθει ποτέ εδώ;>>

Από την άλλη μεριά της γραμμής, άκουσα την μητέρα μου να μου εξιστορεί στιγμές που έζησε στα παιδικά της χρόνια σε αυτή την πόλη. Βέβαια έπρεπε να την διακόψω για να πάρω και τα παιδιά γιατί άμα δεν το έκανα θα μου έκοβαν την καλημέρα.

Όταν τελείωσα τα τηλεφωνήματα και βγήκα από τον θάλαμο τα μάτια μου άρχισαν να καίνε και ένιωσα ένα δυνατό κύμα φόβου. Το περίεργο ήταν, ότι δεν προερχόταν από μένα, αλλά από έναν κύριο με τεράστια καμπαρντίνα που μόλις είχε στρίψει στο σοκάκι. Δίχως να το σκεφτώ δεύτερη φορά τον ακολούθησα μέχρι που έφτασε σε ένα αδιέξοδο και έτσι εγώ κρύφτηκα πίσω από κάτι κάδους.

<<Λοιπόν Νατ... τι νέα έχεις να μας μεταφέρεις;>> ακούστηκε μια γυναικεία φωνή

<<Έχει υπάρξει κάποια πρόοδος στην αναζήτησή σου ή συνεχίζεις να τεμπελιάζεις>> είπε μια άλλη κοπέλα


<<Κύριες μου, το μαγικό έτος μόλις ξεκίνησε. Δεν μπόρεσα να την πετύχω μόνη της για να το πάρω>> είπε ο άντρας με την καμπαρντίνα.

<<ΑΧΡΗΣΤΕ>> φώναξε η μυστηριώδης φωνή και ένας εκκωφαντικός θόρυβος, σαν να πέφτει κάτι βαρύ πάνω σε λαμαρίνες, ακούστηκε. Κατέπνιξα την τρομαγμένη φωνή μου καλύπτοντας το στόμα μου. Πλέον οι φωνές μιλούσαν πιο σιγανά και δεν μπορούσα να πιάσω κάποια λέξη από την συζήτηση τους οπότε επιχείρησα να κοιτάξω προς το μέρος τους, πάνω από τους κάδους που κρυβόμουν.

Τσίριξα από τον φόβο μου

Μια κοπέλα με πολύ μακριά καστανά μαλλιά και μάτια κίτρινα, σαν γάτας, γεμάτα έντονη μωβ σκιά με κοιτούσε με ένα σατανικό χαμόγελο και χέρια σταυρωμένα.

<<Βρε βρε βρε...τι έχουμε εδώ;>> είπε και με άρπαξε από το μπράτσο, τραβώντας με προς τους υπόλοιπους. Μπροστά μου βρισκόταν μια κοπέλα με πολύ φουντωτό, κοντό, μωβ μαλλί και γαλάζια μάτια. Τα μάτια της ήταν βαμμένα με τον ίδιο τρόπο με την κοπέλα που κρατούσε το χέρι μου αλλά αντί για μωβ σκιά, φορούσε μπορντό. Έστριψα το βλέμμα μου στην τρίτη κοπέλα και παρατήρησα πως και οι 3 τους είχαν το ίδιο βάψιμο με διαφορετικά χρώματα, τα οποία ήταν αντίστοιχα των ρούχων τους. Της τρίτης ήταν γαλάζια και ταίριαζε με τα παγωμένα μπλε μάτια της και τα άσπρα μαλλιά της και δίπλα της στεκόταν ο άντρας με την καμπαρντίνα, όπου κάτω από το ασθενές φως της νύχτας, μπορούσες να διακρίνεις τα αφύσικα χαρακτηριστικά του: ήταν τουλάχιστον 2 μέτρα ψηλός, εύσωμος και το δέρμα του είχε μια κιτρινωπή χροιά. Μέσα σε δευτερόλεπτα βρέθηκα στο πάτωμα καθώς η κοπέλα με πέταξε με φόρα στα πόδια του κοριτσιού με τα άσπρα μαλλιά, η οποία χαμογελούσε αυτάρεσκα.

<<Έιι!!!>>φώναξα << Ποιες νομίζετε πως είστε;>> ρώτησα προφανώς εκνευρισμένη από την συμπεριφορά τους

<<Ποιες νομίζουμε πως είμαστε; Είμαστε οι χειρότερες μάγισσες του Συννεφόπυργου και κανένας δεν τα βάζει μαζί μας>> είπε η κοπέλα με τα λευκά μαλλιά <<Και τώρα... αν θές να ξαναδείς το φως του ήλιου, σου συνιστώ να μας πεις αμέσως που βρίσκεται η ξανθούλα συμμαθήτρια σου, η Στέλλα>> συμπλήρωσε, πλησιάζοντας απειλητικά προς το μέρος μου.

<<Κάνε πίσω>> της είπα ενώ σερνόμουν όσο πιο μακριά της μπορούσα. Προσπαθούσα να σκεφτώ έναν τρόπο να ξεφύγω όταν σκέφτηκα: Γιατί αγχώνομαι τόσο; Είμαι νεράιδα! Έχω την δύναμη των αστεριών του νερού μέσα μου! Μπορώ να πλημμυρίσω και όλη την πόλη αν θέλω. Αυτές θα πρέπει να με φοβούνται. Και εκτός αυτού... οι γονείς μου με έχουν διδάξει πολεμικές τέχνες. Άνετα τις βάζω κάτω.

Σηκώθηκα γεμάτη αυτοπεποίθηση και προσπάθησα να εστιάσω στο νερό μιας λακκούβας που υπήρχε πίσω τους. Τα μάτια μου άρχισαν πάλι να καίνε αλλά όχι τόσο έντονα όσο τις άλλες φορές και τελικά το μόνο που κατάφερα ήταν να τους κάνω και τους τέσσερις μούσκεμα. Οι μάγισσες με κοιτούσαν έξαλλες. <<Ωραία τα κατάφερες Αφροδίτη>>σκέφτηκα.

<<Αυτό θα μας το πληρώσεις>> είπε η κοπέλα με τα μωβ μαλλιά και μια μπορντό λάμψη τύλιξε το χέρι της.

Fairy Dust Onde histórias criam vida. Descubra agora