Moonlight

By annalazou

158K 19.8K 2.8K

Ακόμη τον αγαπώ. Ήταν από τους πρώτους φίλους που είχα ποτέ. Την πρώτη μέρα στο σχολείο, μου πρόσφερε τον κόκ... More

before you read
chapter 1
chapter 2
chapter 3
chapter 4
chapter 5
chapter 6
chapter 7
chapter 8
chapter 9
chapter 10
chapter 11
chapter 12
chapter 13
chapter 14
chapter 15
notes
chapter 16
chapter 17
chapter 18
chapter 19
chapter 20
chapter 21
chapter 22
notes
chapter 23
chapter 24
chapter 25
chapter 26
chapter 27
chapter 28
chapter 29
chapter 30
chapter 31
chapter 32
chapter 33
chapter 34
chapter 35
chapter 36
notes
chapter 37
chapter 38
chapter 39
chapter 40
chapter 42
chapter 43
chapter 44
chapter 45
chapter 46
chapter 47
chapter 48
chapter 49
chapter 50
επίλογος
after you read
Το πρώτο μου βιβλίο "The Lake House" κυκλοφορεί ΤΩΡΑ!

chapter 41

2.2K 314 32
By annalazou


❝And though I tried, I can't seem to block out those easy eyes❞

Kiana

«Μωρό μου.» ακούω μια βραχνή φωνή να μιλάει. «Μωρό μου.» επαναλαμβάνει η ίδια φωνή και φιλιά νιώθω ψηλά στο κεφάλι μου ακριβώς πάνω στα μαλλιά.

Τι τρέχει;
Τα βλέφαρα μου πεταρίζουν και όταν τα ανοίγω βλέπω θολά στην αρχή πως είμαι στην αγκαλιά κάποιου και τα χέρια μου είναι γύρω του.

«Kiana, ξύπνα.» μιλάει ξανά απαλά η ίδια φωνή.

Σηκώνω το πρόσωπο μου και βλέπω τον Harry να μου χαμογελά με περίεργο τρόπο. Διακρίνω το κόκκινο πανωφόρι του και έπειτα τραβιέμαι πίσω, όταν καταλαβαίνω πως είναι πραγματικότητα ότι βρίσκομαι στην αγκαλιά του.

«Τι στο καλό; Πως με είπες πριν;» του λέω αμέσως.

«Kiana, πως ήθελες;» μου αποκρίνεται πρόχειρα.

«Όχι, δε με αποκάλεσες έτσι.» του τονίζω.

«Kiana σε αποκάλεσα.» μου λέει επιμένοντας. «Δε φτάνει που ήσουν τυλιγμένη πάνω μου σε όλο το ταξίδι, δικό μου είναι το φταίξιμο πάλι;» μιλάει πνιχτά, ένα στραβό χαμόγελο διαμορφώνεται στα χείλη του ξανά.

«Κατά λάθος θα έγινε. Εάν δεν ήθελες να με έσπρωχνες, αν και δε θυμάμαι να γέρνω πάνω σου.» τρίβω το κεφάλι μου νυσταγμένη.

Χασμουριέμαι και πάω να βγάλω τη ζώνη μου, μα είναι ήδη βγαλμένη. Περίεργο. Μορφάζω, ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου και κατεβαίνω από αυτό.

Βρισκόμαστε στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου, και οι υπόλοιποι ήδη έχουν πάρει τις βαλίτσες τους για να πάνε μέσα στο κτήριο. Φαίνεται ωραίο και καλό ξενοδοχείο.

Προσπερνάω τη μαμά που με κοιτάει ανησυχητικά, και φτάνω δίπλα στην Anne που μου δίνει ένα μικρό χαμόγελο καθώς προχωράει έπειτα και εκείνη.

Περνάω τη τσάντα μου από τον ώμο και από την άλλη βάζω το σακίδιο μου. «Θέλεις βοήθεια;» τον ακούω να ρωτάει δίπλα μου.

Στριφογυρίζω τα μάτια μου και δεν του απαντώ. Κατεβάζω και τη βαλίτσα μου από το πορτμπαγκάζ και προχωράω γρήγορα σέρνοντας τη από τη λαβή της, ακούγοντας τα ροδάκια να γδέρνουν τραχιά το έδαφος του πεζοδρομίου.

Ακολουθώ τον μπαμπά, και δίπλα μου έρχεται ο Tom βιαστικά. «Με πλήρωσε.» μου λέει γρήγορα.

«Τι;» γυρίζω και τον κοιτάζω σμίγοντας τα φρύδια μου.

«Με πλήρωσε για να κάνω πως με ενοχλεί να κάθομαι στη μέση. Μου έδωσε ένα ολόκληρο χαρτονόμισμα είκοσι λιρών. Με ξέρει καλά.» ψιθυρίζει γρήγορα, κοιτώντας πίσω μας φευγαλέα μπας και μας ακούει κανείς. Ξέρω για ποιον μιλάει.

«Σοβαρά τώρα; Είναι-είναι- γαμώτο.» θέλω τόσο πολύ να τον βρίσω, αλλά όχι μπροστά στον αδερφό μου.

«Λοιπόν στο όνομα Williams, έχουμε τρία δίκλινα, και ένα που προσθέσατε στο τέλος, άρα, τέσσερα.» μας λέει η ξανθιά κοπέλα με τον κότσο σινιών στη ρεσεψιόν.

«Τέσσερα;» την ρωτάω μπερδεμένη.

«Τέσσερα, ναι.» απαντά η βραχνή φωνή του δίπλα μου.

Γυρίζω αμέσως να τον κοιτάξω, χαμογελάει-λες και φλερτάρει- την κοπέλα μπροστά μας και παίρνει έπειτα το κλειδί του δωματίου του.

Φυσικά, διάλεξε δίκλινο για να φέρει και καμία κοπέλα.  Τον αγριοκοιτάζω και έπειτα αρπάζω ένα από τα άλλα κλειδιά και φεύγω γρήγορα από εκεί.

«Εγώ δηλαδή θα κοιμηθώ μαζί σου;» ρωτάει ο Tom απότομα.

«Ίσως.» του πετάω αμέσως καθώς περπατάμε προς το ασανσέρ.


«Kiana, ξύπνα. Ξύπνα.» νιώθω τον Tom να πέφτει από πάνω μου.

«Τι;» του λέω αμέσως με φωνή που σπάει.

«Είναι τέσσερις και μισή. Το βράδυ θα πάμε για φαγητό και αύριο το μεσημέρι θα πάμε βόλτα στο Λονδίνο. Άκουσα την μαμά και την Anne  που κανόνιζαν το πρόγραμμα..» λέει περήφανα.

«Εντάξει.» γυρίζω πλευρό δίχως να του πω κάτι άλλο.

«Δε θα σηκωθείς;» με ρωτάει.

«Όχι.» μουγκρίζω, μες το μαξιλάρι.

«Μα θα έρθει και η Gemma με το φίλο της απόψε.» μου αποκρίνεται ψιθυριστά.

Αναστενάζω. «Εντάξει.» τραβάω το σκέπασμα από πάνω και σηκώνομαι από το κρεβάτι.

Κοιτάζω το πρόσωπο μου στον καθρέφτη και κατσουφιάζω. Έπεσα αμέσως μόλις ήρθαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο, χωρίς να ξεβαφτώ και τώρα έχω μουτζουρωθεί, αλλά δεν περίμενα τόσο πολύ. Η μάσκαρα έχει τρέξει λες και-..

«Έκλαιγες πάλι στον ύπνο σου. Σε άκουσα, και εμ-έπειτα σε είδα.»  ακούω τον Tom να μου λέει πίσω μου χαμηλόφωνα

«Μην το πεις σε κανένα αυτήν την φορά.» του λέω βιαστικά και φεύγω για το μπάνιο για να ετοιμαστώ.

«Εσύ γιατί δεν πήγες μαζί τους;» ρωτάω τον Tom καθώς καθόμαστε στην αίθουσα του καφέ μπαρ του ξενοδοχείου.  

«Δεν ήθελα να πάω στην αγορά.» μου απαντά.

«Εντάξει, κάτσε εδώ και πάω να παραγγείλω ένα φλιτζάνι τσάι, εσύ θέλεις κάτι;»  

«Όχι.» μου λέει γρήγορα, βολεύεται στην καρέκλα απέναντι μου και εγώ σηκώνομαι.

 Παραγγέλνω στον νεαρό πίσω από τον τεράστιο πάγκο ένα πράσινο τσάι με μέλι, για να με ανακουφίσει και να νιώσω καλύτερα. Να χαλαρώσω. Όσο μπορώ δηλαδή όταν καταφθάνει στον χώρο εκείνος, μιλώντας με εκείνη την κοπέλα από τη ρεσεψιόν.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και κοιτάζω αλλού. Είπα στον νεαρό πως θα περιμένω εδώ το τσάι, δίχως να χρειάζεται να μου το φέρει εκείνος στο τραπέζι, ελπίζω να μην αργήσει.

Η περιέργεια με σκοτώνει και γυρίζω να κοιτάξω κλεφτά προς το μέρος τους, δεν προλαβαίνω όμως γιατί η φωνή του νεαρού με σταμάτα.

«Ορίστε, έτοιμο.» αφήνει την κούπα με το τσάι πάνω σε ένα δίσκο και δίπλα βάζει δύο μικρά πακετάκια με μέλι.

Του χαμογελάω ευγενικά, «Ευχαριστώ, περάστε το λογαριασμό στην κράτηση του ονόματος Williams.» του λέω και αφού το επιβεβαιώνει, γυρίζω να φύγω παίρνοντας το δίσκο στα χέρια μου.

Γιατί τρέμω;

Γυρίζω να κοιτάξω όπως ήθελα πριν, και τους βλέπω να γελάνε, τότε το δεξί της χέρι σηκώνεται και αγγίζει τον ώμο του με λεπτότητα, γελάνε μαζί και δε ξέρω γιατί νιώθω έτσι.

Δε ξέρω γιατί τρέμω έτσι, και ακολουθούν και τα υπόλοιπα, δε ξέρω γιατί ο δίσκος μου πέφτει και το καυτό νερό σκορπίζεται παντού, ευτυχώς μόνο λίγες πιτσιλιές πάνω μου. 

Γονατίζω αμέσως στο έδαφος να μαζέψω τα σπασμένα μου.

«Τι ντροπή. Τι ντροπή.» μουρμουρίζω γρήγορα στον εαυτό μου.

«Ηρέμησε.» Δεν τον είχα δει ότι είχε γονατίσει μπροστά μου, σηκώνω τότε το βλέμμα μου και τον κοιτάζω.

«Είναι εντάξει, Kiana, μην ανησυχείς.» Κοιτάζω τα μάτια του και κατσουφιάζω, είναι τόσο εύκολο να με αιχμαλωτίζουν κάθε φορά. Όμως τόσο δύσκολο να τα μπλοκάρω από τη μνήμη μου.

«Τι;» με ρωτάει σιγανά.

Βουρκώνω και κοιτάζω κάτω. «Φύγε, θα τα μαζέψω μόνη μου.» του πετάω.

Πάει να αγγίξει το τρεμάμενο χέρι μου μα του το σπρώχνω αμέσως μακριά.

«Φύγε.» του τονίζω μέσα από τα δόντια μου.

Κατά βάθος δεν ήξερα αν ήθελα να το κάνει, μα το έκανε, έφυγε,  και δεν ξέρω τι με πονάει πλέον πιο πολύ.

🌙 Ελπίζω να σας άρεσε. Παρακαλώ πολύ τσεκάρετε αν θέλετε και την άλλη μου ΝΕΑ ιστορία «la vida es mia» ανέβηκε το πρώτο κεφάλαιο. Σχολιάστε από κάτω τα ονόματα σας στο instagram να σας κάνω follow, και κάντε με πίσω <3 . Να στε καλά & να προσέχετε. Love to all. Anna

Continue Reading

You'll Also Like

463K 25.6K 64
«Με ποιο δικαίωμα το έκανες αυτό, δεν σου είμαι τίποτα», φώναξα δυνατά για να μπει στον ανύπαρκτο εγκέφαλο του. «Κάνεις λάθος, είσαι δικιά μου. Μου α...
106K 5.8K 74
《Τι είναι αυτά ;;》τον ρώτησα με θυμό και έδειξα τις πιπιλιές που έχει στον λαιμό του. 《Με απάτησες;;》τον ρώτησα με ένταση στην φωνή μου Με κοίταξε μ...
63.4K 3.1K 39
Όταν ένας αρχηγός μαφίας έχει εμμονή μαζί σου, αλλά η απληστία και ο εγωισμός του θα βάλει σε διάφορες περιπέτειες.. *σεξουαλικη ένταση σε κάθε κεφ*
127K 3.3K 46
Η Ελβίρα Παπαναστασίου έχει αποφασίσει να ζήσει τη τελευταία της χρονιά -στο Εσώκλειστο Λύκειο Γουέρτ- στο έπακρο θέλοντας να κατακτήσει τον μόνο άντ...