Επιστροφή

601 55 13
                                    

~14~

Έχω μείνει άφωνη να διαβαζω ξανά και ξανά το γράμμα της γιαγιάς μου. Δεν μπορώ να το πιστέψω πως δεν αγάπησε ποτέ τον παππού μου, πόσο μάλλον ότι υπήρχε κάποιος άλλος άντρας στη ζωή της. Μου φαίνεται σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Και γιατί επιμένει να είμαι εγώ αυτή που θα μάθει αυτή την ιστορία;

Το τηλέφωνο μου χτυπά και βλέπω πως είναι ο Στέφανος.

"Γεια σου αγάπη μου. Τι κάνεις;" ρωτάω όταν απαντώ.

"Μόλις έφυγα από το νοσοκομείο. Θέλουν να δουλέψω μαζί τους, όμως το πρόβλημα είναι η λύση του συμβολαίου με το Νοσοκομείο που δούλευα στην Ισπανία." Ισπανία.... σκέφτομαι τις συμπτώσεις που σου επιφυλάσσει η ζωή.

"Και; Πώς το βλέπεις θα δεχτούν την παραίτησή σου;" ρωτάω με αγωνία.

"Νομίζω πως δεν θέλουν να ξεκινήσουν πόλεμο με εμένα. Έχω κάνει πολλές δωρεές στο τμήμα που δουλεύω και θα χάσουν πολλά." λέει με σιγουριά. "εσύ μωρό μου πως είσαι σήμερα;"

"Είμαι καλά, καλύτερα." λέω και νικώ την δύναμη που με κάνει να του πω πως αύριο το πρωί θα είμαι κοντά του. Το σκέφτηκα και δεν έχει νόημα να μείνω άλλο. Άλλωστε δεν μου κάνει καλό να βρίσκομαι στο μέρος που έζησα τόσο όμορφες στιγμές με τη γιαγιά μου.

Ίσως να ζητήσω βοήθεια από τον Στέφανο για τη λύση του μυστηρίου - σκέφτομαι αφού κλείσω το τηλέφωνο λέγοντας του ότι τον αγαπώ. Μπορεί να μη ζει στην Μαδρίτη, μα θα ήθελα αυτό το ταξίδι να το κάνουμε μαζί το καλοκαίρι, αφού δεν θα έχω τις υποχρεώσεις της σχολής.

"Να μπω;" ακούγεται η φωνή της μητέρας μου πίσω από την πόρτα.

"Φυσικά μανούλα." λέω.

"Πως είσαι;" με ρωτάει ανήσυχη.

"Καλύτερα." απαντώ αβέβαια.

"Τι σου έγραφε στο γράμμα η γιαγιά σου;" προσπαθεί να μάθει διακριτικά.

"Τίποτα. Πως με αγαπούσε πολύ και πως θα είναι πάντα δίπλα μου." αποκρίνομαι ψέματα, αφού θέλω να κρατήσω ασφαλές το μυστικό της γιαγιάς μου.

"Εντάξει κορίτσι μου. Αυτό το ξέραμε. Πάντα σε ξεχώριζε από όλους, τόσο πολύ, που κάποιοι αναρωτιόμασταν γιατί." λέει σκεπτική. "Θα φας κάτι;" αλλάζει θέμα, και με βγάζει από τον κόπο να το κάνω εγώ.

Το βράδυ περνάει μαρτυρικά, καθώς ονειρεύομαι τη γιαγιά μου. Η ώρα είναι επτά και τέταρτο και σηκώνομαι από το κρεβάτι. Έχω ζητήσει από την θεία μου να με πάει στον σταθμό και θα φύγω με το δρομολόγιο των εννέα για Θεσσαλονίκη. Τρώω το πλούσιο πρωινό που έχει φτιάξει η μητέρα μου και βάζω τα ελάχιστα ρούχα που πήρα μαζί στο βαλιτσάκι. Αποχαιρετώ γλυκά την μητέρα μου και μπαίνω στο αυτοκίνητο με την Κικίτσα.

Το τανγκό της ΝεφέληςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα