[8] Ouch!

105 12 2
                                    

Η Λούνα καθόταν μαζί με την Ίρμα στην βιβλιοθήκη του σχολείου. Είχε μία εργασία να παραδώσει στην ιστορία. Μπορεί να κοιτούσε το βιβλίο που είχε μπροστά της, αλλά το μυαλό της δεν σκεφτόταν την φρίκη που προκάλεσε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος. Σκεφτόταν τον Όλιβερ. Είχαν περάσει τρεις μέρες από τότε που είχε πάει στο σπίτι του, αλλά δεν τον είχε ξαναδεί από τότε. Είχαν μιλήσει μαζί στο τηλέφωνο δύο φορές, είχαν ανταλλάξει μερικά μηνύματα αλλά δεν είχαν πάει να το δει. Της είχε πει ότι ήταν καλά, πολύ καλύτερα από το βράδυ που τον είχε δει εκείνη και ότι θα επέστρεφε σχολείο σύντομα. Απλώς ήθελε να σιγουρευτεί ο πατέρας τους ότι ήταν όντως καλά. Όμως δεν έπαυε να ανησυχεί.

Η Ίρμα παρατηρούσε όλη αυτή την ώρα τη νέα της φίλη. Τις τελευταίες μέρες περνούσαν πολύ χρόνο μαζί, δηλαδή σχεδόν όλο τον χρόνο που βρίσκονταν και οι δύο στο σχολείο. Η Ίρμα ήλπιζε ότι ακόμη κι αν ηρεμούσε η κατάσταση για τη Λούνα, η άλλη κοπέλα να μην την ξέγραφε σαν να ήταν ξαφνικά αόρατη για εκείνη. Τώρα, περιεργαζόμενη την φίλη της για τουλάχιστον 10 λεπτά, είχε καταλάβει ότι κάτι την προβλημάτιζε. «Βρίσκεσαι στην ίδια σελίδα εδώ και είκοσι λεπτά. Ή διαβάζεις απελπιστικά αργά ή ταξιδεύεις πολύ μακριά από εδώ. Ποντάρω στο δεύτερο. Θέλεις να μου πεις τι έχεις;»

Η Λούνα ανοιγόκλεισε τα μάτια της και σήκωσε το κεφάλι της. «Δεν έχω κάτι. Απλώς, ξέρεις... Οι τελευταίες μέρες δεν ήταν και οι καλύτερες της ζωής μου.»

Η Ίρμα έσκυψε πιο κοντά της. «Ναι, το ξέρω πολύ καλά αυτό. Αλλά νιώθω ότι κάτι άλλο τρέχει. Ανησυχείς. Σαν κάποιος να έχει πάθει κάτι κακό.»

«Μήπως έχεις τηλεπάθεια;»

Χαμογέλασε. «Άρα το πέτυχα. Κάποιος έπαθε κάτι.»

«Κάνεις δεν έπαθε τίποτα. Και αν τελείωσες με τις σημειώσεις σου, δεν πάμε να φάμε κάτι; Η τραπεζαρία θα κλείσει σε μισή ώρα.»

«Καλά...» ψέλλισε εκείνη. Κατάλαβε ότι προσπαθούσε να αλλάξει θέμα και αποφάσισε να μην επιμείνει. Ίσως δεν ήθελε να μιλήσει γι- αυτό. Ίσως δεν την εμπιστευόταν ακόμη τόσο πολύ για να της πει κάτι σοβαρό. Ίσως πάλι να μην είχε γίνει τίποτα. «Πάντως θα μου άρεσε να είχα τηλεπάθεια.» πρόσθεσε γελώντας.

Μέσα σε λίγα λεπτά είχαν αφήσει πίσω τους την βιβλιοθήκη και πήγαιναν προς την τραπεζαρία. Καθώς, όμως, περνούσαν από τον διάδρομο με τα ντουλαπάκια των μαθητών, η Λούνα είδε μία γνώριμη φιγούρα.

Ο Όλιβερ στεκόταν μπροστά από το ντουλαπάκι του και κρατούσε ένα μικρό κυλινδρικό άσπρο κουτί. Το κοιτούσε τόσο έντονα που η Λούνα πίστεψε ότι θα το κατέστρεφε μόνο με το βλέμμα του. Το έβαλε μέσα στο ντουλαπάκι, πίσω από μερικά βιβλία, και το έκλεισε αργά.

Παιχνίδι Εκδίκησης Where stories live. Discover now