Στο κόκκινο

By princessalira

37.3K 4.9K 562

Πρώτο βιβλίο: Έλλη και Άγγελος... Δυο άνθρωποι με πολλά περισσότερα κοινά από ό,τι νόμιζαν... Οι δρόμοι τους... More

Έρχεται
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
37
38
40
41
42
43
44
45
46
47
48
49
50
51
Μήνυμα

39

484 83 3
By princessalira

Το όνειρο ό,τι κι αν το είχε πυροδοτήσει, ήταν κοινό και για τους δυο, κι αφορούσε στον γάμο της πριγκίπισσας. Ποτέ δεν είχε ξαναδεί κανένας σε ολόκληρο το βασίλειο τέτοιο νυφιάτικο φόρεμα όπως ήταν αυτό που της είχαν ράψει οι καλύτερες μοδίστρες. Έτσι της έλεγε τουλάχιστον η κυρία της συνοδείας της που έλεγχε αν ήταν όλα σωστά με την εμφάνιση της. Τόσα πετράδια, και τέτοιες αραχνούφαντες κλωστές ανθρώπινο μάτι δεν είχε ξαναδεί. Μα ό,τι κι αν της έλεγε δε μπορούσε να της στάξει βάλσαμο στην ψυχή της που ήταν βαριά σαν το μολύβι. Μόνο αν ήταν ο Έριλ αυτός που θα παντρευόταν θα υπήρχε κάποιο νόημα σε όλα αυτά τα στολίσματα. Λέξη δεν έλεγε σε κανέναν από το πρωί εκείνο η πριγκίπισσα, μόνο τους άφηνε όλους να την ετοιμάζουν και να της γεμίζουν τα χέρια με δώρα. Τον Έριλ σκεφτόταν και κανέναν άλλον, μα είχε να τον ανταμώσει από τη βραδιά των αρραβώνων της, κι ούτε και ήξερε κανένας που είχε χαθεί, κι αν βρισκόταν στο βασίλειο. Ο Γκαλαντρέν ήταν όμορφος βέβαια όταν πήγε να την παραλάβει για την τελετή, αλλά η πριγκίπισσα δεν είχε μάτια για αυτόν. «Θα σε κάνω ευτυχισμένη Ολίνα, και το βασίλειο θα προκόψει όταν θα το αναλάβουμε να το κυβερνήσουμε οι δυο μας». Κούνησε το κεφάλι η πριγκίπισσα του στέμματος, κι άφησε τα πάντα να εξελιχθούν κανονικά με τον τρόπο που έπρεπε. Εκείνη τη βραδιά γλέντησε όλο το βασίλειο, εκτός από την ίδια την πριγκίπισσα, που έγινε τραγούδι στα χείλη ενός τροβαδούρου, η αγέλαστη νύφη. Κόντευε πια να ξημερώσει όταν έμεινε μόνο το ζευγάρι στα καινούρια διαμερίσματα που είχαν χτιστεί ειδικά για τους δυο τους. Ο Γκαλαντρέν δε μπορούσε πια να συγκρατήσει την επιθυμία του, και παρά τα παρακάλια της, λίγο έλειψε να της χαλάσει το φόρεμα και τα κοσμήματα. Τα ξεφορτώθηκε όλα μόνη της, δεν ήθελε καμιά κυρία της συνοδείας της να τη βοηθήσει, δεν το άντεχε... Τι κι αν προσπάθησε να φανταστεί τα χέρια του Έριλ πάνω της, μάταια, τίποτα καλό δεν ήρθε. Το μόνο που μπόρεσε να πετύχει, ήταν να κρατήσει τα κλάματα της, μέχρι να αποκοιμηθεί ο πανευτυχής Γκαλαντρέν. Και τότε, όπως είχε κάνει και την άλλη φορά, έβαλε άλλα ρούχα και πήγε αθόρυβα να καθίσει στην πανέμορφη λίμνη του παλατιού. Άρχισε να κλαίει πιέζοντας τα χέρια της πάνω στα μάγουλα της, φέρνοντας στον νου της όλα όσα ήξερε για την τραγωδία που είχε συμβεί στη ζωή της βασίλισσας μητέρας της. Εκείνη, δε μπορούσε να κάνει παιδί, και μια καλή μάντισσα που τη λυπήθηκε για το κλάμα της, της είπε πως μπορούσε να κλείσει μια συμφωνία μαζί της. Θα αποκτούσε μια κόρη, μα η ζωή της θα ήταν γεμάτη πόνους και βάσανα, εκτός αν έβρισκε ποτέ τρόπο να σπάσει την κατάρα και να λύσει το ξόρκι. Για μέρες παιδευόταν η βασίλισσα, ώσπου στο τέλος νίκησε η επιθυμία της για να κρατήσει στην αγκαλιά της ένα μωρό που θα βασίλευε κάποτε. Μα όταν το μωρό ήρθε, η βασίλισσα αντί να το χαρεί, έπεσε στη λίμνη και πνίγηκε, κάποιοι είπαν πως έγινε από λάθος της, κάποιοι άλλοι πως έδωσε τέλος στη ζωή της από την αβάσταχτη θλίψη, πάντως η ουσία ήταν πως η πριγκίπισσα μεγάλωσε χωρίς εκείνη. «Εδώ είμαι πριγκίπισσα, να είσαι ευτυχισμένη». Η φωνή του Έριλ την έβγαλε από τις θλιβερές της ονειροπολήσεις, κάνοντας τη να στρέψει το κεφάλι της προς τα δεξιά, εκεί από όπου είχε ακουστεί η τόσο αγαπημένη του φωνή. «Έριλ»; Ο νεαρός, έβαλε το δάχτυλο στα χείλη, γνέφοντας της να τον ακολουθήσει πράγμα που έκανε μέσα σε μια στιγμή. Χώθηκαν μαζί μέσα στους θάμνους κι αγκαλιάστηκαν σφιχτά. «Τώρα είμαι παντρεμένη Έριλ, με έναν άνδρα που σιχαίνομαι». Η πριγκίπισσα έκλαιγε τρέμοντας στην αγκαλιά του ενώ τον έσφιγγε όσο πιο πολύ μπορούσε. «Το ξέρω, ήθελα να έρθω και να σε πάρω για να φύγουμε, να πάμε σε κάποιο άγνωστο και μακρινό μέρος, αλλά φοβόμουν πως δε θα δεχόσουν να έρθεις». «Πώς μπόρεσες να το σκεφτείς αυτό»; Η πριγκίπισσα τον αγκάλιασε ακόμη πιο δυνατά. «Δεν ήθελα να σε βάλω σε κίνδυνο πριγκίπισσα, η θέση σου είναι εδώ, θα κυβερνήσεις μια μέρα». «Μα μου έδωσες τον λόγο σου πως θα γινόμουν δική σου γυναίκα κάποτε»... Τώρα την έσφιγγε κι ο Έριλ μέσα στην απόγνωση του. «Και σου τον έδωσα και θα τον κρατήσω». Λίγες στιγμές αργότερα τη φιλούσε προσπαθώντας να διώξει τη στενοχώρια που τον βάραινε. Μα ο στρατιώτης που ήταν το δεξί χέρι του Γκαλαντρέν, καθώς και τα μάτια και τα αφτιά του στο παλάτι, ήταν ήδη εκεί από ώρα. Οι θάμνοι χωρίστηκαν, η λάμα του σπαθιού άστραψε, κι αμέσως μετά μπήχτηκε στο στομάχι του Έριλ. Το χέρι όμως που του είχε καταφέρει το χτύπημα, δεν ήταν αυτό του στρατιώτη, μα του ίδιου του Γκαλαντρέν, που είχε σπεύσει εκεί ειδοποιημένος από τον έμπιστο του. Η πριγκίπισσα τον είχε αφήσει στον ύπνο, τρέχοντας να τον ατιμάσει με τον χειρότερο του εχθρό. Το αίμα του Έριλ έβαψε το χώμα, όσο κι αν αυτός πάσχιζε να κλείσει την πληγή. Η πριγκίπισσα είχε αρχίσει να ουρλιάζει, μα ο Γκαλαντρέν δεν τη λυπήθηκε. «Αυτό θα μου το πληρώσεις, ποτέ δε θα βγεις πια από το παλάτι σου πριγκίπισσα, είσαι η πιο φτηνή γυναίκα του βασιλείου αυτού, κι ας φοράς τα ακριβότερα ρούχα από όλες». Την άδραξε παίρνοντας την πίσω στο παλάτι μαζί του, ενώ ο Έριλ μαχόταν για την κάθε του ανάσα.

Η Έλλη πετάχτηκε κάθιδρη από το κρεβάτι. Έτριψε την περιοχή γύρω από το κεφάλι της προσπαθώντας να χαλαρώσει. Το όνειρο ήταν το ίδιο παραστατικό κι έντονο όπως κι όλα τα υπόλοιπα. Πρώτα έψαξε και βρήκε βιαστικά το τετράδιο για να το αποτυπώσει με κάθε λεπτομέρεια, και μετά θυμήθηκε πως δίπλα της θα έπρεπε κανονικά να κοιμάται ο Άγγελος. Τα μάτια της γούρλωσαν έτσι καθώς συνειδητοποιούσε τι είχε γίνει ανάμεσα τους πριν από λίγες ώρες. Κοίταξε την ώρα στο τηλέφωνο της χωρίς ωστόσο να σταματάει καθόλου να γράφει. Κόντευε τέσσερις το απόγευμα. Ήταν δυνατό να είχε κοιμηθεί για τόση πολλή ώρα; Την τελευταία φορά που είχε ελέγξει την ώρα, ήταν η στιγμή να συνδεθούν στην ιστοσελίδα των αναζητήσεων. Μετά είχαν ανακαλύψει την ύπαρξη του σπαθιού, κι ύστερα είχαν κάνει έρωτα τρεις φορές σαν να μην υπήρχε αύριο. Και μετά είχε αποκοιμηθεί ανάμεσα στα χέρια του, γυρίζοντας πίσω στον χρόνο... Και τώρα αλήθεια πού ήταν εκείνος; Μα πού αλλού; Στο δωμάτιο του βρισκόταν λογικά και δούλευε. Κι εκείνη τι έκανε; Αποτελείωσε το γράψιμο και μετά σηκώθηκε και φόρεσε ένα απλό ξεβαμμένο τζιν κι ένα μακό μπλουζάκι. Μετά, πήρε στα χέρια της το κινητό και το τετράδιο, και πήγε να του χτυπήσει. «Καλώς την, καιρός ήταν να ξυπνήσεις». Ο Άγγελος σηκώθηκε από την καρέκλα του γραφείου του και την πλησίασε χαμογελώντας της. Την αγκάλιασε απαλά από τους ώμους και την κράτησε έτσι για ώρα. «Δεν ξέρω πως τα κατάφερα να κοιμηθώ για τόση πολλή ώρα, δεν πειράζει όμως, κάτι βγήκε κι από τον ύπνο». Η Έλλη του έδειξε το τετράδιο, κι εκείνος το πήρε και την άφησε. «Κάθισε, θα σου βάλω να πιεις λίγο χυμό, ξεκουράστηκες τουλάχιστον»; Η Έλλη έγνεψε καταφατικά. Μπορεί να έφταιγε το όνειρο, αλλά για κάποιο λόγο δε μπορούσε να εστιάσει ακόμη σε αυτό που είχε γίνει ανάμεσα τους, πράγμα που δεν ήταν κακό απαραίτητα. Ο Άγγελος της έδωσε το ποτήρι, και μετά στάθηκε όρθιος και διάβασε γρήγορα για τον γάμο της πριγκίπισσας αλλά και για τη φυλάκιση της, μέσα στο ίδιο της το παλάτι. «Μάλιστα, απορώ πως τα βλέπουμε τόσο καθαρά όλα αυτά, εγώ βέβαια και πάλι είδα ακριβώς το ίδιο όνειρο, μόνο που θυμάμαι να λούζω τον Γκαλαντρέν με βρισιές στο τέλος». «Καλύτερα, τι έκανες εδώ; Έχεις ξυπνήσει από ώρα»; «Ναι, δεν ένιωθα κουρασμένος Έλλη, κι ήθελα να δουλέψω. Έστειλα στη Λία Αντωνίου τα τελευταία σχέδια του κτήνους». Η Έλλη ήπιε λίγο από τον χυμό της, καλύτερα να άρχιζε κι εκείνη να ασχολείται ξανά με την υπόθεση, γιατί κινδύνευε αν δεν το έκανε να αρχίσει να μετανιώνει για όλα. «Καλά έκανες; Και τι σου είπε; Τα είδε»; Ο Άγγελος συνοφρυώθηκε. Και πάλι δεν την πλησίασε σαν να το ήξερε πως για εκείνη τα πάντα εξακολουθούσαν να είναι μπερδεμένα για τα καλά. «Ναι, μου είπε κάτι ιδιαίτερο, μια στιγμή, μου τηλεφωνεί ο Πέτρος». Απάντησε στην κλήση ενεργοποιώντας ταυτοχρόνως σχεδόν και την ανοιχτή ακρόαση. «Γεια σου Πέτρο, ναι, καλά είμαι, και η Έλλη είναι επίσης μια χαρά. Ναι, σε ακούει»... «Καλησπέρα λοιπόν και στους δυο, μόλις μίλησα με την Κάτια και σας έχω νέα. Τόσο η Χριστίνα όσο και η Τόνια είναι νεκρές, όπως το περιμέναμε δηλαδή». Η Έλλη έβγαλε όλο τον αέρα από τα πνευμόνια της, αυτό που είχε μόλις ακούσει δεν ήταν μεν καλό, έδειχνε όμως πως μάλλον είχε κάποια βάση ο συλλογισμός της. Ο Πέτρος τους μίλησε ξανά στο μεταξύ: «Η Χριστίνα αυτοκτόνησε, πήρε χάπια, τη βρήκαν οι γονείς της ένα πρωί στην κρεβατοκάμαρα της». «Είναι φοβερό, δεν τα άντεξε αυτά που τη βρήκαν». «Δυστυχώς όχι, όσο για την άλλη κοπέλα, είχες δίκιο Έλλη, αυτή ήταν που βρέθηκε απανθρακωμένη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου εκείνου». «Θεέ μου, δεν είναι δυνατό, δε μπορεί, ατύχημα ή αυτοκτονία»; «Κανείς δε μπορεί να το πει με βεβαιότητα αυτό Άγγελε, η φωτιά πάντως δεν επεκτάθηκε και στα διπλανά δωμάτια». «Αυτοκτόνησε κι αυτή Πέτρο, είμαι σίγουρη τώρα που μου την έδωσες κι αυτή την πληροφορία». «Ηρέμησε Έλλη, μας μένει και η περίπτωση της Μυρτώς Δεμίρη. Η Κάτια συνομίλησε τηλεφωνικά με τη μητέρα της». «Και τι της είπε»; «Όχι πολλά, είναι πράγματι στριφνή αν κρίνω από τον εκνευρισμό που προκάλεσε στη συνεργάτιδα μου, τέλος πάντων, με τα χίλια ζόρια δέχτηκε να μιλήσει σε κάποιους από εμάς αύριο το πρωί. Έλλη θέλω να είσαι εκεί, αν δεν έχεις αντίρρηση, κι αν πιστεύεις πως μπορείς να το αντέξεις». «Και βέβαια θα είμαι εκεί Πέτρο, μην ανησυχείς, τίποτα δε θα πάθω». «Σύμφωνοι, στα πιο πρακτικά ζητήματα τώρα, ο ιατροδικαστής Σταυρίδης μας έδωσε την άδεια να προχωρήσουμε με την κηδεία της Κλέλιας. Τα τελευταία του πορίσματα που μου τα προώθησε ηλεκτρονικά ενισχύουν απλά όλα όσα μας είπε, δεν έχει να προσθέσει τίποτα πιο κατατοπιστικό σε όλα τα υπόλοιπα δυστυχώς. Οπότε Άγγελε, αναλαμβάνεις εσύ από εδώ και πέρα σωστά»; «Σωστά Πέτρο, σε ευχαριστώ, θα αρχίσω αμέσως τα τηλεφωνήματα σε όσους πρέπει». «Εντάξει, συνεχίστε τη δουλειά τότε κι επικοινωνούμε και πάλι αργότερα». Ο Πέτρος το έκλεισε και η Έλλη κοίταξε τον Άγγελο. «Έλα να δούμε ποιον πρέπει να καλέσεις στο τηλέφωνο». «Όχι Έλλη, πρώτα θα σου πω αυτό που έμαθα από τη Λία». «Σωστά, ακούω». «Έμαθα πως κάτι θυμάμαι ακόμη από τέχνη, όσο κι αν παλεύω να την ξεριζώσω από μέσα μου, σαν να ευθύνεται αυτή για όσες δυσκολίες αντιμετωπίζω τα τελευταία χρόνια στη ζωή μου». Η Έλλη τον άφησε να ξεθυμάνει ξέροντας πως δε θα αργούσε να της πει και τα υπόλοιπα: «Είχε την ίδια αίσθηση που είχαμε κι εμείς για τον κύκνο, είναι λέει ό,τι πιο αγνό κι αληθινό έχει ζωγραφίσει ο αναθεματισμένος, και πρότεινε να δώσουμε τη μέγιστη δυνατή βάση σε αυτό το σχέδιο». Η Έλλη ένιωσε την καρδιά της να χτυπάει δυνατά μα αρκέστηκε να του χαμογελάσει. Κάτι που της διέφευγε για όλο το βράδυ χθες, είχε δειλά αρχίσει να βγαίνει στην επιφάνεια, θα περίμενε λοιπόν τη σκέψη της να σχηματιστεί. «Ποιος είναι που οργανώνει συνήθως για την Αλίκη αυτά τα πράγματα; Άγγελε, συγκεντρώσου και μην αποφεύγεις να κάνεις αυτό που πρέπει». Πήγε δίπλα του. Εκείνος ούτε που σάλεψε. «Όταν έχασα τη γιαγιά αρνιόμουν να δεχτώ την πραγματικότητα, έτσι που στο τέλος έφτασα στο σημείο να χαστουκίσω τον εαυτό μου μήπως και συνέλθω. Αν χρειαστεί, θα κάνω το ίδιο και σε εσένα, δε γίνεται να το αναβάλλεις αυτό, η Κλέλια θα κηδευτεί ήσυχα μεν, σωστά δε». Τον αγκάλιασε όσο πιο σφιχτά μπορούσε, πιέζοντας το πρόσωπο της που μοσχοβολούσε από την ενυδατική κρέμα στο στέρνο του. «Χριστέ μου, στο τέλος θα με μισήσεις με όλα αυτά που σου έχω πει... Από τη μια ανέφερα στο γραφείο του Πέτρου πως για τον δολοφόνο εσύ ήσουν που σκότωσες την Κλέλια, από την άλλη τώρα σε ζορίζω να οργανώσεις την κηδεία, δεν έχω ελπίδα». Ο Άγγελος τη φίλησε θέλοντας όχι μόνο να την κάνει να σταματήσει, αλλά και να αντλήσει λίγη από τη δύναμη της». «Τι είναι αυτά που μου λες; Έχεις ιδέα πόσο ευτυχισμένος θα ήμουν αν δεν είχαμε να κυνηγήσουμε το κάθαρμα; Έχεις ιδέα πόσα χρόνια είχα να νιώσω έτσι; Εγώ δε θυμάμαι Έλλη, μα αυτό που ένιωσα μαζί σου δεν αλλάζει και σε ευχαριστώ. Ξέρω πως δεν είναι η στιγμή για τέτοιες κουβέντες, κι ακόμη ξέρω πως αύριο θα με καταριέσαι ενδεχομένως, μα εγώ σε ευχαριστώ μέσα από την ψυχή μου για το σήμερα, ό,τι κι αν φέρει για εμάς το παρόν και το μέλλον, εγώ αυτό το σήμερα θα το κουβαλάω για πάντα μαζί μου». Τη φίλησε ξανά πολύ απαλά, και το στόμα της πλημμύρισε από τα αρώματα του πορτοκαλιού και της σταφίδας. «Φτάνει που συνήλθες, ξεκίνα, θέλω να ελέγξω κάτι για τη Μυρτώ, πάρε τον φίλο σου τον Σταμάτη και κανονίστε όσα πρέπει. Ελάχιστοι θα είμαστε στην εκκλησία και στο νεκροταφείο, διότι εγώ βέβαια δεν πρόκειται να λείψω». Τον άφησε σύξυλο κι έφυγε για να πάει πάλι στο δωμάτιο της. Η σκέψη είχε αρχίσει επιτέλους να διαμορφώνεται, κι αυτό που ερχόταν τη συγκλόνιζε. Όσο για τον Άγγελο, άργησε πολύ να καταλάβει πως χαμογελούσε στο κενό, όταν το έκανε όμως, πήρε το κινητό του και κάλεσε πράγματι τον Σταμάτη. Αποδείχτηκε πως το προσωπικό του σπιτιού της Αλίκης Βρανά είχε ήδη κάνει όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες για τη νεκρόσημη τελετή που θα γινόταν αύριο το μεσημέρι. Η ανακούφιση του Άγγελου ήταν τέτοια, που λίγο έλειψε να βάλει τα κλάματα στο τηλέφωνο. Τους ευχαρίστησε κι όχι μόνο για όλα όσα έκαναν διαρκώς, αλλά και για το γεγονός πως για όλους τους, τώρα που είχε έρθει η συμφορά, εκείνος ήταν ξανά ο Άγγελος Βρανάς, κι όχι ο Άγγελος Ρολάνδος. Μετά, τηλεφώνησε και στο νοσοκομείο, η Αλίκη κοιμόταν ξανά, καλύτερα, τα πάντα ήταν πολύ δύσκολα για αυτήν...

Πήρε γύρω στη μισή ώρα για την Έλλη να βρει αυτό που την ενδιέφερε μέσα στις θήκες με τα ψηφιακά αρχεία, όταν όμως άρχισε να το διαβάζει αποζημιώθηκε για τα καλά. Άρπαξε ένα μπλοκάκι κι ένα στυλό, κι αφού του έβγαλε το καπάκι το οποίο και κατέληξε να δαγκώσει, άρχισε να γράφει πρόχειρα μα σωστά αυτά που εμφανίζονταν στην οθόνη του λάπτοπ. Μετά, αναζήτησε και βρήκε ευκολότερα το δεύτερο αρχείο, αυτό ήξερε που ακριβώς ήταν αποθηκευμένο γιατί το είχε δει χθες όταν δούλευε από το σπίτι της. Όταν ήταν έτοιμη, ήπιε λίγο νερό, και μετά πήγε τρέχοντας πίσω στο δωμάτιο του Άγγελου. «Κάλεσε τον Πέτρο στο τηλέφωνο». «Τι έγινε Έλλη; Είναι όλα εντάξει»; «Ναι, κάλεσε τον, και κάθισε να ακούσεις». Ο Άγγελος συμμορφώθηκε, δεν τη ρώτησε τίποτα, η λάμψη στα μάτια της, και το μπλοκάκι στο χέρι της του τα είχαν πει και πάλι όλα. «Πέτρο; Έχεις μια στιγμή; Κάτι θέλει να μας πει η Έλλη». Το γάβγισμα του αγαπημένου του σκύλου τους πληροφόρησε πως εκείνος είχε γυρίσει στο σπίτι του, για λίγο ή για πολύ. «Ναι, ακούω, τι βρήκες Έλλη»; «Θα σας διαβάσω αυτά που δεν πρέπει να σας διαβάσω, ακούστε». Η Έλλη πήγε λίγο πιο κοντά στο κινητό του Άγγελου που το έστρεψε προς το μέρος της για να τη διευκολύνει.

«Τα κοσμήματα τα συγκρίνω με τα λουλούδια, για εμένα είναι σαν να έχουν κι αυτά μια νότα ζωής μέσα τους. Μου θυμίζουν όμως και κάτι από τα πουλιά, με την τόση τους ομορφιά και τα υπέροχα χρώματα τους. Το αγαπημένο μου πουλί είναι ο κύκνος, κι από τότε που αποφάσισα πως ήθελα να γίνω μια καλή σχεδιάστρια κοσμημάτων, είχα για φιλοδοξία μου να φτιάξω έναν τέλειο κύκνο, τον οποίο θα τον έδενα μετά σε ένα μεγάλο μενταγιόν». Η Έλλη σταμάτησε, ακριβώς όταν άρχισε να μιλάει ο Πέτρος, που είχε προλάβει να μαλώσει και το σκυλί του που έκανε φασαρία. «Αυτά είναι λόγια της Χριστίνας Βάσου, έτσι δεν είναι»; «Ναι, μου είχαν κάνει μεγάλη εντύπωση τότε και προσπάθησα να τα καταγράψω όπως ακριβώς μου τα είπε». «Μα τότε τη βρήκαμε». «Όχι περίμενε, δεν τελείωσα». Η Έλλη γύρισε στην επόμενη σελίδα το μπλοκάκι της. «Φοβάμαι πως δε θα γίνω ποτέ μια γνωστή μπαλαρίνα, ναι μια καλή μπαλαρίνα ναι, μα μια γνωστή όχι. Κι αυτό με κάνει να λυπάμαι. Αν μπορούσα να δώσω στη λύπη ένα σχήμα, τότε αυτό θα ήταν το οβάλ, ένα οβάλ με γαλάζιο χρώμα. Θα χόρευα εκεί μέσα για μέρες και ώρες κάτι από το αγαπημένο μου μπαλέτο... Μόνο η λίμνη των κύκνων είναι άφταστη σε ομορφιά, χάρη και δεξιοτεχνία. Θα μου άρεσε να ήμουν κύκνος αν δεν ήμουν μπαλαρίνα, λεπτό δε θα έβγαινα από την οβάλ γαλάζια λύπη μου». Ο Άγγελος έδωσε μια με το χέρι του πάνω στην ταραχή του, και το δικό του το ποτήρι που ήταν γεμάτο νερό έπεσε στο πάτωμα κι έσπασε, μουσκεύοντας τα πάντα. «Έλλη, Έλλη, είσαι θησαυρός, αυτή είναι. Δεν είναι η Χριστίνα στην οποία θα πρέπει να επικεντρωθούμε αλλά η Μυρτώ. Κάτι μου λέει πως τα πράγματα που αφορούσαν στον δικό της θάνατο δεν έγιναν όπως ακριβώς τα παρουσίασαν στις ειδήσεις, ακούς Έλλη»; «Ναι Πέτρο, αυτή είναι, η αγάπη της Χριστίνας για τα πουλιά αποτελεί μια καθαρά διαβολεμένη σύμπτωση. Ο δολοφόνος σχετιζόταν πολύ στενά και βαθιά μόνο με τη Μυρτώ Δεμίρη». «Κλείσε Άγγελε, κλείσε, βάζω φαγητό στον σκύλο μου και ξαναφεύγω, χίλια ευχαριστώ, κλείσε». Ο Πέτρος έγινε καπνός πριν προφτάσει να αγγίξει ο Άγγελος την ένδειξη του τερματισμού της κλήσης.

Τα δάχτυλα της Έλλης έτσι όπως συνέχιζε να κρατάει το μπλοκάκι είχαν αρχίσει να τρέμουν. Πήγε εκείνος λοιπόν και της το πήρε. Κοίταξε για λίγο ακόμη τις σελίδες αυτές, και μετά το έκλεισε και το ακούμπησε πάνω στο γραφείο. Ύστερα, την πήρε από το χέρι και κάθισε μαζί της στο κρεβάτι. «Τελείωσε Έλλη, έκανες όχι απλά το καθήκον σου μα και κάτι παραπάνω, τελείωσε». Έφερε το χέρι της στα χείλη του και το κράτησε εκεί φιλώντας το. «Από χθες κάτι βασάνιζε το μυαλό μου αλλά είχα μόνο το ένα σκέλος. Τα λόγια της Χριστίνας τα βρήκα αμέσως, αλλά κάτι δε μου κολλούσε. Η Μυρτώ είναι το κλειδί, αφού όσα είπε σε εμένα τα είπε και στο κτήνος, που μπορεί να είναι ο φίλος της, μπορεί να»... Ο Άγγελος την αγκάλιασε πάλι, λίγο πιο σταθερά σε σχέση με πριν από λίγο. «Ησύχασε, σου το είπα και πριν από λίγες μέρες, δε θέλω να πάθεις τίποτα, για αυτό ησύχασε». Η Έλλη κούρνιασε εκεί αναπνέοντας αργά. «Δε θα πάθω, σου το είπα και τότε, πες μου τι έκανες εσύ με το θέμα της κηδείας»...

Continue Reading

You'll Also Like

69.2K 3.1K 58
Τι θα γίνει όταν η μικρή άβγαλτη απουσιολόγος αναγκαστεί να κάνει μια συμφωνία με το πιο διάσημο παιδί του σχολείου?
7.5K 676 18
Τι παράξενη κοπελα? Σκευτηκε με το που αντίκρισε τα ματια της. Μια γνωριμία, ένας έρωτας ένας μοιραίος χορός... Μια σπίθα αγάπης αναμεσα σε εναν νε...
3.8K 155 19
Ο Γιώργος γεννήθηκε στο Λονδίνο όμως μεγάλωσε στην Μανη. Στα 33 του πλέον ζει στην Αθήνα. Είναι γυναικολόγος και έχει το δικό του ιατρείο. Η Ελένη 2...
2.7K 226 26
Ο Άρης και η Μελίνα είναι 20 ετών και η σχέση που έχουν τα τελευταία δύο χρόνια είναι βασισμένη στον έρωτα. Ο Άρης εξαιτίας ενός εφιάλτη που βλέπει π...