42

456 81 4
                                    

Αμέσως μόλις μπήκαν στο κτίριο της αστυνομίας που φιλοξενούσε τα γραφεία, έπεσαν κυριολεκτικά πάνω στην Κάτια που τους χαμογέλασε αναγνωρίζοντας τους: «Καλημέρα σας, ελπίζω να είστε καλά, χαίρομαι που ήρθατε. Σας περιμένει ο Πέτρος»; Έγνεψαν αρνητικά και οι δυο και τότε το χαμόγελο της Κάτιας διευρύνθηκε. «Ούτε και ξέρω πόσες ώρες είναι κλεισμένος στο γραφείο του μαζί με τον Φίλιππο Γιαννίδη. Όλοι εδώ είμαστε ανάστατοι». «Ναι, το καταλαβαίνουμε, υπάρχει απόλυτη ανάγκη να τον δούμε έστω και για λίγο. Μπορείς να κάνεις κάτι»; Η Κάτια κούνησε με έμφαση καταφατικά το κεφάλι της και μετά τους παρακάλεσε να μείνουν εκεί για λίγο και να την περιμένουν. Όταν έφυγε, ο Άγγελος έπιασε πάλι το χέρι της Έλλης. «Σε ενοχλεί πολύ όταν το κάνω αυτό»; «Με ενοχλεί πολύ περισσότερο να μη μπορώ να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα». «Ποιος σου είπε πως δε μπορείς»; Η Έλλη δεν του είπε τίποτα γιατί κατάλαβε πως το κινητό μέσα στο τσαντάκι της δονήθηκε. Όταν έφυγαν από τον Μαίανδρο, είχε φροντίσει να του ενεργοποιήσει το ίντερνετ, και τώρα άρχισε να αγχώνεται. Δεν είπε όμως τίποτα στον Άγγελο. Ωστόσο, άρχισε να χτυπάει και το δικό του το τηλέφωνο κι έτσι εκείνος αναγκάστηκε να της αφήσει το χέρι και να το βγάλει από την τσέπη του για να απαντήσει. Τότε, βρήκε κι εκείνη την ευκαιρία να ρίξει μια ματιά στην οθόνη του κινητού. Είχε μόλις λάβει ένα γραπτό μήνυμα, το οποίο ήταν σταλμένο από τον Γιάννη. Το άνοιξε ελαφρώς περίεργη για το τι ήθελε να της πει: «Έλλη καλημέρα, πώς είσαι; Ελπίζω πως δε σε ενοχλώ. Πληροφορήθηκα πριν από λίγο πως παραιτήθηκες από τη δουλειά σου, για ποιο λόγο όμως; Τι έχει προκύψει; Μου πρότειναν να αναλάβω τη δουλειά εγώ, θα είχες αντίρρηση»; Η Έλλη του απάντησε πως όλα ήταν μια χαρά και πως δε θα είχε κανένα πρόβλημα αν την αντικαθιστούσε εκείνος στη δημοτική υπηρεσία. Στο μεταξύ, τελείωσε κι ο Άγγελος τη δική του τηλεφωνική συνομιλία: «Ευτυχώς που η πιανίστα έμεινε ευχαριστημένη από τα δωμάτια που της ετοιμάσαμε. Πολύ θα ήθελα να πάμε στο μέγαρο μουσικής κι εμείς απόψε Έλλη για να την απολαύσουμε. Θα ερμηνεύσει έργα από την εποχή Μπαρόκ». «Την αγαπάω αυτή την εποχή». «Κι εγώ το ίδιο». Ο Άγγελος κατάπιε τις υπόλοιπες προτάσεις που ήθελε να της πει, γιατί φάνηκε ο Πέτρος να έρχεται προς το μέρος τους. Δε χαμογελούσε φιλικά, αντίθετα, το βλέμμα που τους έριξε ήταν βλοσυρό. «Καλημέρα, τι τρέχει»; Ο Άγγελος κατάλαβε πως κάτι δεν πήγαινε καλά μαζί του. «Καλημέρα Πέτρο, συγγνώμη για την ενόχληση αλλά έχουν προκύψει πολύ σοβαρά ζητήματα. Κάναμε πριν από λίγο την αναζήτηση στα αρχεία των ελληνικών εφημερίδων, και η αναζήτηση αυτή απέδωσε καρπούς, οι οποίοι ωστόσο είναι προς διερεύνηση». «Πάμε στο γραφείο μου, τώρα». Τον ακολούθησαν πιο πολύ μπερδεμένοι παρά ανακουφισμένοι που είχε δεχτεί να τους συναντήσει. Μπήκαν μέσα κι εκείνος κλείδωσε την πόρτα με φούρια. Η Έλλη διαπίστωσε με την πρώτη ματιά πως η τάξη που επικρατούσε πάντα εκεί μέσα απουσίαζε, κι αυτό δεν ήταν καλό σημάδι. Ο Πέτρος τους είπε να καθίσουν, και μετά έκανε το αδιανόητο κι άναψε τσιγάρο. Κι ο Άγγελος δεν κρατήθηκε άλλο: «Πέτρο; Τι τρέχει; Σε ενοχλούμε εμείς»; Ο αναπτήρας που κρατούσε ο άλλος βρέθηκε να κάνει μια ωραία περιστροφή προτού καταλήξει να πέσει στο πάτωμα. «Με ενοχλεί που δε λέει να σπάσει ο Γιαννίδης. Μου ορκίστηκε πως δεν έχει καμία σχέση με τους φόνους, ενώ με τα χίλια ζόρια μου αποκάλυψε πως τη Μυρτώ Δεμίρη την έχει συναντήσει πέντε ή έξι φορές μετρημένες δηλαδή στα δάχτυλα. Τον έπεισα να μου μιλήσει για τη μια, ήταν μου είπε στην Αθηνά, στο γιοτ του. Να γιατί σου την έστειλε την εικόνα του γιοτ αυτού Έλλη το κάθαρμα. Ποιον στα κομμάτια καλύπτει»; «Πέτρο, άκουσε σε παρακαλώ αυτά που ήρθαμε να σου πούμε και ίσως νιώσεις λίγο καλύτερα. Ο δολοφόνος μας είναι μιμητής κάποιου άλλου». Ο Άγγελος σε αντίθεση με τις προηγούμενες φορές, αποφάσισε να του εξηγήσει ο ίδιος τα πάντα, για να φτιάξει πιο μικρές προτάσεις, εξίσου περιεκτικές όμως. Μέσα σε λίγα λεπτά, η άσχημη διάθεση του Πέτρου είχε αλλάξει. Τώρα ο εκνευρισμός μετατράπηκε στην έντονη επιθυμία να αναλάβει δράση, και η γνώση που είχε αρχίσει να διαφαίνεται, έπρεπε οπωσδήποτε να μεγαλώσει. Όταν βεβαιώθηκε ο Πέτρος πως ο Άγγελος δεν είχε τίποτα άλλο να προσθέσει για την ώρα, σηκώθηκε και μάζεψε τον αναπτήρα του από κάτω. Μετά, πήγε δίπλα του και τον κοπάνησε με δύναμη μα και γνήσια εκτίμηση στον αριστερό του ώμο. «Με σώζεις, και οι δυο με σώζετε, και χίλια συγγνώμη για πριν. Μην κουνηθείτε από εδώ». Μετά, άρπαξε το τηλέφωνο του και κάλεσε έναν αριθμό, αρχίζοντας κατόπιν να ουρλιάζει τόσο, που ήταν άχρηστη η κλήση, αφού ο άλλος συνομιλητής θα μπορούσε να τον ακούσει θαυμάσια αν βρισκόταν επίσης μέσα στο ίδιο κτίριο. Αποδείχθηκε πως ο Πέτρος μιλούσε στην Κάτια, την οποία και βομβάρδιζε με εντολές τις οποίες και ήταν αδύνατο να τις εκτελέσει όλες μαζί. «Ψάξτε αυτή τη στιγμή στα αρχεία του ιδρύματος Καλυψώ». Ο Πέτρος πέταξε το τηλέφωνο πάνω στο γραφείο και κοίταξε τον Άγγελο. «Τώρα θα σπάσει ο Γιαννίδης, κι εσείς οι δυο θα έρθετε μαζί μου για να τον ακούσετε με τα αφτιά σας να το κάνει. Το κατάλαβα από την αρχή πως κάποιον κάλυπτε, και είμαι σίγουρος πως είναι κι αυτός επιχειρηματίας, άνθρωπος με κύρος δηλαδή κι επιρροή, όπως είναι κι ο Γιαννίδης δηλαδή. Και να σκεφτείτε πως μέχρι να αναμειχθεί το όνομα του στην ιστορία αυτή, τον εκτιμούσα κιόλας. Πάμε τώρα, πάμε». Βγήκε σαν σίφουνας από το γραφείο του, αναγκάζοντας τους άλλους δυο να τρέξουν σχεδόν για να τον προλάβουν. Σύντομα, βρίσκονταν και οι τρεις τους σε ένα άλλο γραφείο, ακόμη πιο μεγάλο. Εκεί, εκτός από τον Γιαννίδη, βρισκόταν κι άλλη μια αστυνομικός γύρω στα σαράντα. Του έκανε ερωτήσεις αλλά το βλέμμα της ήταν θολό. «Ευχαριστώ Ελένη, μπορείς να πηγαίνεις, θα συνεχίσω εγώ». Ο Πέτρος της έγνεψε να φύγει κι όταν εκείνη το έκανε, πήρε τη θέση της στο γραφείο κι ενεργοποίησε πάλι το σύστημα ηχογράφησης από τον υπολογιστή. Η Έλλη ήθελε να μάθει γιατί δεν τον είχε δεχτεί στο δικό του γραφείο, αν και λίγη σημασία είχε αυτό. «Λοιπόν Φίλιππε, τον Άγγελο από εδώ τον ξέρεις, η δεσποινίς που βλέπεις ονομάζεται Έλλη Αυγέρη και είναι μια εξαίρετη ψυχολόγος, που μας βοηθάει με τη σκιαγράφηση του προφίλ αυτού του μανιακού, τον οποίο και γνωρίζεις. Πριν σε ξαναπαρακαλέσω να μας πεις το όνομα του καθώς και το τι σε συνδέει μαζί του, θα σου πω μια ιστορία». Ο Πέτρος του αφηγήθηκε αυτά που είχε μάθει μόλις από τον Άγγελο. Ήταν καταπληκτικό το πόσο γρήγορα είχε ηρεμήσει τώρα που ήξερε προς τα πού να κινηθεί, διότι ούτε κι αυτός αμφέβαλλε πως κάποια σχέση είχε η Ευγενία Στάμου με όλα αυτά. Όταν τελείωσε, μισόκλεισε τα μάτια του για μια στιγμή. Η Έλλη το κατάλαβε αμέσως πως επιτέλους ο Φίλιππος Γιαννίδης θα άνοιγε το στόμα του για να τους πει αυτά που γνώριζε. Κοίταξε βιαστικά πρώτα τον Άγγελο και μετά τον Πέτρο. Το σταθερό τηλέφωνο του Πέτρου έδωσε ακόμη λίγα λεπτά στον Φίλιππο Γιαννίδη. Ο επιθεωρητής το έπιασε σφιχτά, λες και τα πάντα εξαρτιόνταν από αυτό. «Ναι, είναι βέβαιο; Εντάξει, συνεχίστε, σε ευχαριστώ, κάνε γρήγορα». Ό,τι κι αν ήταν αυτό που είχε μάθει, δεν τους το αποκάλυψε. Το μόνο που έκανε ήταν να ανάψει άλλο ένα τσιγάρο, δίνοντας και στον Άγγελο. Εκείνος το δέχτηκε, και η Έλλη πήγε να ανοίξει το παράθυρο. Ένιωθε κι εκείνη πως η αδρεναλίνη της είχε φτάσει στα ύψη, μα ήξερε πως τώρα τα πάντα κρέμονταν από μια λεπτότατη κλωστή. «Θες ένα κι εσύ Φίλιππε; Αυτή τη στιγμή δε σου έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία, αν και πολλά από τα αναθεματισμένα τα μηνύματα που έλαβε η δεσποινίδα από εδώ, στάλθηκαν από το γιοτ σου». Ο Πέτρος του έτεινε το πακέτο και τον αναπτήρα του. Και τότε ο Φίλιππος πήρε ένα και το άναψε ευχαριστώντας τον. Και η δική του η κούραση ήταν ολοφάνερη. Προφανώς είχαν περάσει ώρες οι δυο τους εκεί μέσα. «Αν το ήξερα πως είχα να κάνω με ένα κτήνος, τότε ποτέ δε θα δεχόμουν να τον βοηθήσω. Σου δίνω τον λόγο μου πως ούτε το όνομα μου θα ρίσκαρα να κηλιδώσω μα ούτε και την επιχειρηματική μου φήμη. Σου δίνω την άδεια μου κι εγγράφως αν θέλεις να ψάξεις όσο βαθιά θέλεις στη ζωή μου. Δεν είμαι ψυχοπαθής και δεν έχω καμία σχέση με τις δολοφονίες αυτές, είχα ακούσει βέβαια λίγα πράγματα στις ειδήσεις αλλά για την κοπέλα που σκοτώθηκε στο Λονδίνο από τον ίδιο άνθρωπο δεν είχα ιδέα». «Αυτό το πιστεύω Φίλιππε, κι επειδή ξέρω πως δεν τις διέπραξες εσύ σε κάλεσα να τα πούμε φιλικά, μη μου δυσκολεύεις όμως τη δουλειά, σε παρακαλώ πολύ, δεν πρέπει να χαθεί κι άλλη ανθρώπινη ζωή, δε συμφωνείς»; «Ναι συμφωνώ απολύτως. Ήρθε ένα βράδυ στο μπαρ που συχνάζω και με βρήκε ο Ερρίκος Τζανής, αυτό έγινε πριν από 7 με 8 χρόνια, δε θυμάμαι ακριβώς». Η Έλλη παρά την έμφυτη αυτοσυγκράτηση της, πήδηξε από την καρέκλα της, κι ο Άγγελος αναγκάστηκε να τη συγκρατήσει. «Σε παρακαλώ, ηρέμησε, κάνε το για το χατίρι μου, για όλα όσα έχω περάσει». Της είχε ψιθυρίσει τόσο αχνά στο αφτί που ήταν σαν να της είχε απλά προωθήσει τη σκέψη μέσα στο κεφάλι της. Κάθισε λοιπόν πάλι στη θέση της σταυρώνοντας τα χέρια της που είχαν αρχίσει να τρέμουν. «Μου είπε πως χρειαζόταν τη βοήθεια μου για κάποια πράγματα. Στην αρχή μου ζήτησε να του δανείσω χρήματα, το ξέρετε όλοι καλά πως το άνοιγμα του με τα ξενοδοχεία άργησε να το κάνει, και μπορεί η γαλάζια τουλίπα να αποτελεί στολίδι, ο Τζανής όμως χρεώθηκε για να τη φτιάξει». «Σωστά, λοιπόν»; «Λοιπόν δέχτηκα να του δανείσω τα χρήματα, ίσως και να του χάριζα κάποια, αν ήθελε να συνεργαστούμε. Δέχτηκε γιατί είχε μεγάλη ανάγκη. Κανονίσαμε μια άτυπη συνεργασία προκειμένου να παίρνω κι εγώ ένα μικρό ποσοστό από τα κέρδη. Αυτό μας έφερε πιο κοντά. Ο Ερρίκος ήταν πολύ αγχώδης και η δουλειά τον πίεζε. Του δάνειζα το γιοτ για να κάνει μικρές κρουαζιέρες και τον άφηνα ακόμη και να μένει σε ένα σπίτι που έχω στο Λονδίνο». «Γιατί πήγαινε τόσο συχνά σε αυτό; Μήπως ξέρεις»; Ήταν ο Άγγελος που την είχε κάνει αυτή την ερώτηση. Ο Φίλιππος έγνεψε καταφατικά. «Το ξέρω, είχε μια εμμονή με τις καλές τέχνες και πιο συγκεκριμένα με τη ζωγραφική. Σπούδαζε στο μητροπολιτικό κολλέγιο και είχε βαλθεί μάλιστα να αποφοιτήσει και με άριστα, πράγμα που κατάφερε να πετύχει στο τέλος. Η Έλλη έμπηξε τα νύχια στην παλάμη της. Ήταν δυνατό να συνέβαινε κάτι τέτοιο; «Μάλιστα, λοιπόν»; «Λοιπόν κάποια στιγμή που πήγε να παρακολουθήσει μια παράσταση μπαλέτου εκεί, γνώρισε τη Μυρτώ Δεμίρη. Ήταν πανέμορφη, μπαλαρίνα και η ίδια αν κι όχι τόσο γνωστή, δεν έπαιζε στην παράσταση, μόνο δούλευε μόνη της όσο μπορούσε αναζητώντας τη μεγάλη ευκαιρία για να την αρπάξει». Κανείς δεν τον διέκοψε αυτή τη φορά, μόνο ο Πέτρος του έδωσε κι άλλο τσιγάρο. «Του άρεσε αμέσως πολύ, και με παρακάλεσε να τον βοηθήσω. Ομολογώ πως δεν είχα την παραμικρή ιδέα για το πώς θα μπορούσα να το κάνω. Επειδή όμως ο Ερρίκος μου φαινόταν κι έξυπνος και πολλά υποσχόμενος επιχειρηματίας, αποφάσισα να τον στηρίξω. Είχα αρχίσει να κάνω κι εγώ τα δικά μου σχέδια, τέλος πάντων... Ο Ερρίκος και η Μυρτώ πήγαιναν τότε πολύ συχνά σε ένα λονδρέζικο καφέ, είναι ένα στέκι καλλιτεχνών. Άρχισε να τη φλερτάρει κι εκείνη ενέδωσε, κι αρπάχτηκε από πάνω του. Αλλά τα πράγματα πήγαιναν πολύ γρήγορα στις ζωές και των δυο. Ο Ερρίκος τότε σχετιζόταν εδώ με την κόρη κάποιου Δένδρη, με πολλά χρήματα και διασυνδέσεις στο Ντουμπάι... Τελικά βέβαια η σχέση ναυάγησε αλλά τότε που είχε ακόμη ελπίδες φοβόταν να τη δημοσιοποιήσει. Εννοείται πως από τη στιγμή που γνωρίστηκε με τη Μυρτώ, την άλλη την παράτησε κλοτσώντας έτσι και τα χρήματα και τη βοήθεια της. Μου εξομολογήθηκε πως δεν την αγάπησε ποτέ και πως η γυναίκα αυτή δε σήμαινε στην ουσία τίποτα απολύτως για αυτόν. Δεν ήθελε ωστόσο να συνδεθεί κατευθείαν το όνομα του με αυτό της Μυρτώς Δεμίρη επειδή φοβόταν πως η πρώην κοπέλα του, αν και δεν ήταν για πολύ μαζί οι δυο τους, θα ζητούσε από τον πατέρα της να του κάνει ζημιά. Η γυναίκα παντρεύτηκε έναν Γάλλο επιχειρηματία έναν χρόνο αργότερα, κι εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Παρίσι, τέλος πάντων... Κι έτσι αποφασίσαμε να λέει εκείνη το δικό μου όνομα στην οικογένεια της, αν και ποτέ δεν είχαμε βγει οι δυο μας, σου το ορκίζομαι». «Προχώρα Φίλιππε, αυτά έπρεπε να μου τα είχες πει τη νύχτα». Η Έλλη είχε αρχίσει να νιώθει έντονη ναυτία, δεν ήθελε όμως να βγει έξω, για να μη χάσει τίποτα απολύτως από αυτά που έλεγε ο Φίλιππος. Μα ο Άγγελος δεν άργησε να αντιληφθεί πως κάτι δεν πήγαινε καλά. «Πέτρο, η Έλλη δε νιώθει καλά, δώσε μας μια στιγμή, συγγνώμη». Ο επιθεωρητής διέκοψε την ηχογράφηση παρά τις χλιαρές διαμαρτυρίες της Έλλης. «Θα σταματήσουμε κι εμείς για πέντε λεπτά, άλλωστε οι άνθρωποι μου κάνουν ήδη αυτά που πρέπει, με σύνεση και ταχύτητα». Βγήκαν όλοι έξω κι ο Άγγελος τύλιξε το χέρι του γύρω από τους ώμους της Έλλης. Πήγαν στη βεράντα κι εκείνος της έδωσε το μπουκαλάκι με το εμφιαλωμένο νερό που κρατούσε. «Δεν ήταν ανάγκη ειλικρινά». «Δεν πρόκειται να τον ξαναδείς ποτέ τον Ερρίκο, όταν τελειώσει ο Φίλιππος θα σας πω όλα όσα έγιναν στο παρελθόν ανάμεσα στους δυο μας, τα οποία δεν είναι και πολλά. Αυτός είναι ο άνθρωπος τον οποίο βοήθησα, και για το χατίρι του τσακώθηκα τόσο άσχημα με την Αλίκη». Η Έλλη ήπιε λίγο νερό. Ίδρωνε αλλά έκανε κι ό,τι μπορούσε για να χαλαρώσει, δε γινόταν να καθυστερεί εκείνη ολόκληρη τη διαδικασία. «Κι αφού είδε τόσο καλό από εσένα γιατί σε μισεί τόσο»; «Αυτό δεν το ξέρω, έλα, πάμε, και κοίτα να μη μου σωριαστείς». Ο Άγγελος την πήρε πάλι από το χέρι και μπήκαν στο γραφείο του Πέτρου. Οι άλλοι δυο ήταν ήδη εκεί. «Συνήλθες; Δε θέλω να φοβάσαι Έλλη, δε θα σου συμβεί τίποτα». Του χαμογέλασε. «Είμαι καλά, συνεχίστε Πέτρο, δεν υπάρχει χρόνος». Εκείνος έγνεψε στον Φίλιππο ενεργοποιώντας αμέσως το σύστημα ηχογράφησης. «Ξέρω πως τα πράγματα ανάμεσα στον Ερρίκο και στη Μυρτώ πήγαιναν πολύ γρήγορα, ταίριαζαν κι αυτό ήταν κάτι αδιαμφισβήτητο. Εκείνος μου ζήτησε να κάνουν μια μικρή συγκέντρωση για ελάχιστους φίλους στο γιοτ μου και δεν το αρνήθηκα. Είχαν αποφασίσει να δημοσιοποιήσουν τη σχέση τους μέσα σε λίγο καιρό γιατί η Μυρτώ είχε μείνει έγκυος. Ξέρω πως εκεί έκαναν κάτι σαν άτυπους αρραβώνες, της πήρε ένα πολύ ακριβό δαχτυλίδι... Είχαμε φέρει και μια μικρή μπάντα που έπαιζε κλασική μουσική για τη βραδιά». «Μάλιστα, κι ανάμεσα στα έργα που ακούσατε ήταν κι ένα μινουέτο του Μπαχ. Αυτό βέβαια εσείς δεν το θυμάστε καν, αυτός όμως δεν το ξέχασε ποτέ. Έστειλε στην Έλλη ένα συνημμένο με το κομμάτι αυτό». «Ναι, είναι βέβαιο πως η βραδιά εκείνη τον στοίχειωσε για πάντα». «Μα δεν είμαστε σίγουροι πως αυτός είναι ο δολοφόνος». «Πώς δεν είμαστε»; «Ηρεμήστε, η έρευνα που θα γίνει θα είναι ενδελεχής, αλλά υπάρχουν πάρα πολλές συμπτώσεις οι οποίες είναι αδύνατο να αγνοηθούν, ας πάμε παρακάτω σας παρακαλώ». Τότε μίλησε απαλά η Έλλη αδυνατώντας να κρατήσει τη σκέψη που είχε μόλις κάνει μόνο για τον εαυτό της. «Να γιατί τις ντύνει όλες με νυφικά, ή σχεδόν όλες... Επειδή δεν πρόλαβε ποτέ να παντρευτεί τη Μυρτώ... Να γιατί χάρισε σε κάποια από αυτές κι ένα δαχτυλίδι»... «Ναι Έλλη, ακριβώς για αυτό ενήργησε έτσι». «Εγώ ήξερα πως από τη στιγμή που κατάλαβε ο Ερρίκος πως η Μυρτώ είχε ακόμη κάποιες αμφιβολίες για την επιλογή που έπρεπε να κάνει, άρχισε να καταρρέει ψυχολογικά κι αυτό δε μου άρεσε καθόλου. Βέβαια τον αγαπούσε τόσο που στο τέλος του είπε πως θα εγκατέλειπε τον ρόλο για τον οποίο είχε αρχίσει να προετοιμάζεται. Θα τον παντρευόταν. Μεταμορφώθηκε πάλι στον χαρούμενο κι εργατικό άνθρωπο που ήξερα κι έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά. Και λίγο αργότερα μάθαμε πως η Μυρτώ Δεμίρη είχε πέσει θύμα τροχαίου. Μα εσύ μου είπες πριν από μερικές ώρες πως αυτό ήταν λάθος και πως εκείνη αυτοκτόνησε. Εγώ αυτό δεν το γνωρίζω. Ξέρω όμως πως ο Ερρίκος άλλαξε μετά από αυτό, και πως σκλήρυνε πολύ, και πως διπλασίασε σχεδόν τις ώρες που δούλευε, και πως κατέληξε να κάνει θαύματα στη δουλειά του μέσα στα επόμενα χρόνια». «Μόνο που δεν έκανε μόνο στη δουλειά του θαύματα Φίλιππε. Το αρρωστημένο του μυαλό διαλύθηκε εντελώς κι άρχισε να μεθοδεύει την εκδίκηση του». «Μα ποιος τον πείραξε; Καμιά από τις κοπέλες δε γνώριζε τη Μυρτώ, ή τουλάχιστον εμείς δεν έχουμε κάποια τέτοια πληροφορία». «Ναι αλλά τα έβαλε με την Έλλη, που μέσα στη διαταραγμένη του ψυχή έφταιγε για τον θάνατο της Μυρτώς, και με εμένα, μα εγώ το μόνο που έκανα ήταν να τον βοηθήσω». «Κάτι σου προσάπτει Άγγελε, το θέμα είναι να το βρούμε το συντομότερο δυνατό». «Πού είναι τώρα ο Τζανής; Να γιατί μου ζήτησε να κάνουμε μαζί μερικές συνεδρίες». Η Έλλη πάσχιζε να μιλήσει ήρεμα, μα μόνο εύκολο δεν ήταν αυτό. «Ούτε σήμερα αλλά ούτε και χθες πήγε στη Γαλάζια τουλίπα ούτε και στα άλλα του ξενοδοχεία, για αυτό είμαστε σίγουροι». «Αυτό δεν είναι καλό». «Το ξέρω αλλά ηρέμησε». Ο Άγγελος της έσφιξε πάλι το χέρι, αδιαφορώντας ξαφνικά πλήρως και για τον Πέτρο αλλά και για τον Φίλιππο που τους κοίταξε με ενδιαφέρον. Ήταν φανερό πως είχε αρχίσει να νιώθει καλύτερα τώρα που τα έβγαζε όλα από μέσα του. Μα η φωνή του Πέτρου τον έκανε να τιναχτεί. «Κάποιος από τους ανθρώπους που φροντίζουν την Αθηνά όμως, του έδινε πρόσβαση εκεί ακόμη και τώρα, δεν είσαι άμοιρος ευθυνών Φίλιππε». Ο άλλος έσκυψε το κεφάλι. «Θα τον βρούμε Πέτρο, μπορείς να τους ανακρίνεις όλους, Ποτέ δεν του απαγόρευσα να πηγαίνει εκεί αλλά και ποτέ δεν έμαθα πως εξακολουθούσε να το κάνει ακόμα και τώρα. Μετά τον θάνατο της Μυρτώς είχε αρχίσει να αδιαφορεί για κάθε κοσμικότητα, αν κι εξαιτίας της δουλειάς δε μπορούσε να απέχει για πολύ από τα πάντα, κι έτσι από κάποια στιγμή και μετά φαινομενικά επέστρεψε στην κανονική του ζωή». «Μα τις επισκέψεις του στο αγαπημένο του Λονδίνο δεν τις σταμάτησε ποτέ». Τους διέκοψε ένα απαλό χτύπημα στην πόρτα. Μπήκε μέσα η Κάτια κρατώντας στα χέρια της μερικά χαρτιά που τα είχε τυλίξει σε ρολό. «Πέτρο μπορώ να σου πω λίγο»; «Έλα Κάτια, αφού το ξέρεις πως όλοι μας εδώ εμπλεκόμαστε όσο δεν πάει στην υπόθεση. Για αυτό κάθισε και πες μας τι έμαθες». «Εντάξει, κινούμαστε συντονισμένα σε όλα τα μέτωπα που μας ζήτησες να εστιάσουμε»...

Στο κόκκινοΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα