Στο κόκκινο

By princessalira

37.3K 4.9K 562

Πρώτο βιβλίο: Έλλη και Άγγελος... Δυο άνθρωποι με πολλά περισσότερα κοινά από ό,τι νόμιζαν... Οι δρόμοι τους... More

Έρχεται
1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
32
33
34
35
36
37
38
39
40
41
42
43
44
45
46
47
48
49
50
51
Μήνυμα

31

548 91 10
By princessalira

Το επόμενο πρωί, κι όσο οι δυο τους εξακολουθούσαν να κοιμούνται, ένας άνδρας κατέρρεε στην καρέκλα της κουζίνας. Είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας με σφουγγαρίστρες και απολυμαντικά στα χέρια. Πάντοτε ήταν υπερβολικός με την καθαριότητα, μα τα τελευταία χρόνια, αυτή ήταν που τον είχε σώσει. Έτριβε τους τοίχους πολύ σχολαστικά, κι έπλενε όλα τα σεντόνια και τα ρούχα που είχε χρησιμοποιήσει σε πολύ ψηλές θερμοκρασίες. Ακόμη πιο προσεκτικές ήταν οι κινήσεις του όταν συγκέντρωνε τα σκουπίδια του για να τα πετάξει. Η μέθοδος γενικά ήταν κάτι που τον απασχολούσε πολύ από τότε που ήταν παιδί, και σήμερα ευχαριστούσε τον θεό που τις συνήθειες του αυτές, που τις είχε από τότε, όχι μόνο δεν τις είχε εγκαταλείψει, μα και τις είχε τελειοποιήσει. Σήμερα, ένιωθε εξαντλημένος μα και πιο ήρεμος, πράγμα που συνέβαινε κάθε φορά που έκοβε κι από ένα χρυσάνθεμο. Αυτό το τελευταίο δεν ήταν τόσο ξεχωριστό μα δεν τον πείραζε, κόντευε πια η ώρα για να αγγίξει το ομορφότερο. Του πήρε χρόνια μέχρι να το ανακαλύψει, αλλά τελικά τα κατάφερε. Κι έκανε και λάθη όσο το αναζητούσε, γιατί κάποια χρυσάνθεμα που βρέθηκαν στον δρόμο του, έδειχναν τέλεια, μα η τελειότητα τους αυτή ήταν απατηλή. Κάποια στιγμή, σηκώθηκε από την καρέκλα. Ήταν έτοιμος να κάνει ό,τι ακριβώς έκανε πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, τώρα ο χρόνος κόντευε να σωθεί, οι αποστάσεις μειώνονταν κι αυτός ο κύκλος θα έπρεπε να είναι ο τελευταίος. Από τη μια χαιρόταν διότι ήταν βέβαιος πια πως όλα τα κομμάτια ταίριαζαν, μα από την άλλη ένιωθε και περίεργα που έφτανε στο τέλος. Πήρε το τηλέφωνο του και μπήκε στο μενού με τα αποθηκευμένα βίντεο. Μετά, επέλεξε ένα που είχε διατηρηθεί στη μνήμη της συσκευής για πολλά χρόνια, και πάτησε την ένδειξη play. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα, προτού ακόμη ακουστεί το μινουέτο του Μπαχ. Ήταν εκείνο που της είχε στείλει και της Έλλης... Το βίντεο άρχισε να παίζει, κι εκείνος κόλλησε σχεδόν το κινητό στο πρόσωπο του, νομίζοντας ακόμη πως η γυναίκα που είχε εμφανιστεί στην οθόνη ήταν εκεί, κοντά του, με σάρκα και οστά. Ήταν όμορφη, λεπτή και ντελικάτη. Τα δικά της μαλλιά που ήταν επίσης κόκκινα, ήταν μακριά και δαχτυλιδένια, ενώ τα μάτια της είχαν το χρώμα των σμαραγδιών. Ήταν ντυμένη με ένα φόρεμα πράσινο, φτιαγμένο από μετάξι, και στροβιλιζόταν με απίστευτη χάρη στους ήχους της υπέροχης αυτής μουσικής, μα δε θα μπορούσε να κάνει τίποτα λιγότερο αφού αυτό ήταν το μεγαλύτερο της προσόν όσο ζούσε, και το είχε καλλιεργήσει ως εκεί που δεν έπαιρνε δουλεύοντας μέρα και νύχτα... Πόσες φορές δεν τη μάλωνε προκειμένου να σταματήσει την εξάσκηση... Εκείνη τον κοιτούσε με αγάπη χαμογελώντας του, κι ύστερα του άπλωνε τα χέρια προσκαλώντας τον να κάνει μαζί της μια ακόμη στροφή... Μα ο ίδιος δε γνώριζε τίποτα από χορό, δεν της το χαλούσε ωστόσο το χατίρι... Ας ήταν να τον άγγιζε για ακόμη μια φορά... Ας ήταν να τον κοιτάξει πάλι έτσι με γλύκα... «Αγάπη μου, γιατί σε στερήθηκα κι εσένα τόσο νωρίς»; Το βίντεο τελείωσε κι εκείνος έμεινε να σκέφτεται τη στιγμή της γνωριμίας του μαζί της, μα μετά, ξεστράτισε η σκέψη του, και βρέθηκε να περιπλανιέται κοντά σε μια άλλη κοκκινομάλλα, που ήξερε πως αργά ή γρήγορα θα τη συναντούσε... Αχ αν δεν ήταν αυτή... Το καλύτερο χρυσάνθεμο από τη μια, το πιο σωστό κι αληθινό, μα η αιτία για να χάσει τη μέχρι τότε αγαπημένη του... Μα ίσως αν δεν την έχανε να μην την έβρισκε ποτέ του την Ολίνα... Το σοκ της αναγνώρισης που βίωσε την πρώτη φορά που την είδε κι αυτή, δε θα το λησμονούσε ποτέ, ο κόσμος γύρισε ανάποδα, κι ο προηγούμενος πόνος που τον είχε ζώσει λόγω της απώλειας, μετατράπηκε σε πλήρωση κι αυτοσκοπό.

Σηκώθηκε κι άφησε κάτω το τηλέφωνο, είχε πολλά να κάνει μέχρι την τελευταία παρτίδα, κι επειδή αυτή θα έπρεπε να είναι η κορυφαία όλων, ήταν ανάγκη να την οργανώσει ακόμη πιο άρτια. Μόνο που πριν από αυτή, απέμενε άλλη μια, η προτελευταία, κι ούτε κι αυτή θα στηνόταν εύκολα, γιατί ένας σωρός άνθρωποι θα τον περίμεναν στη γωνία για να κάνει ένα λάθος. Μα αυτή τη χάρη δε θα τους την έκανε, όσο κι αν ανυπομονούσε να φέρει στο πρόσωπο του το σωστό χρυσάνθεμο για να το γευτεί, να το μυρίσει και να το απολαύσει με ακόμη περισσότερους τρόπους από όλα τα προηγούμενα που αποτελούσαν φτηνά υποκατάστατα.

Η Έλλη ξύπνησε λίγο πριν τις εννιά. Όμως, χάρη στην τόσο μεγάλη γλαφυρότητα του ονείρου της, άργησε να προσανατολιστεί και να θυμηθεί την ημερομηνία, καθώς και να καταλάβει πως εξακολουθούσε να βρίσκεται στην κρεβατοκάμαρα της. Όταν λοιπόν συνήλθε, ανασηκώθηκε και πήρε στα χέρια της το τετράδιο του Άγγελου. Αποφάσισε να σημειώσει σε αυτό το δικό της όνειρο και να του το δώσει για να το διαβάσει και να της πει αν ένιωθε κι αυτός πως δεν του ήταν άγνωστο τίποτα από όλα αυτά. Όταν τελείωσε, έστρωσε το κρεβάτι της κι άνοιξε αθόρυβα το παράθυρο για να αεριστεί το δωμάτιο. Μετά, θυμήθηκε επιτέλους το κινητό της και πήγε να το βρει. Το ενεργοποίησε κι αφού βεβαιώθηκε πως ήταν στη δόνηση, πήγε να κάνει ένα μπάνιο. Χρησιμοποίησε αφρόλουτρο με άρωμα κερασιού και μια στιγμή αργότερα της ήρθε η επιθυμία να βάλει τα γέλια. Το κτήνος καραδοκούσε κι εκείνη έψαχνε τα καλλυντικά της... Μα και πώς αλλιώς θα μπορούσε να ζήσει; Τον έβρισε από μέσα της που τόσες άθλιες τύψεις της δημιουργούσε... Μπήκε στην κουζίνα όπου είχε αφήσει το κινητό της και κοίταξε την οθόνη. Υπήρχαν διάφορες χρωματιστές ενδείξεις πράγμα που σήμαινε πως την περίμεναν και μερικά μηνύματα. Πρώτα έβαλε να φτιάξει καφέ για τον Άγγελο τον οποίο και θα τον ανάγκαζε να πιει πριν φύγει για το νοσοκομείο. Εκείνη ήπιε μόνο ένα ποτήρι παγωμένο χυμό πορτοκαλιού. Μετά, κάθισε στην καρέκλα. Της είχε στείλει μήνυμα η Κλέρη για να την ενημερώσει για ορισμένες κλήσεις που έπρεπε να γίνουν άμεσα, καθώς κι ο Ερρίκος Τζανής, που της είχε στείλει e-mail στην ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας. Τη ρωτούσε πότε θα μπορούσαν να μιλήσουν. Η Έλλη ένιωσε πως έφερε ευθύνη για όλους, κι άρχισε να δρομολογεί τις κλήσεις με τη σειρά που έπρεπε να γίνουν. Θα τους καλούσε όλους αμέσως μόλις έμενε μόνη. Χωρίς το παραμικρό πλέον ξάφνιασμα, είδε πως είχε λάβει αργά χθες το βράδυ, ακόμη ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από άγνωστη διεύθυνση. Αυτό περιείχε δυο συνημμένα, δε βιάστηκε όμως να το ανοίξει, μόνο το προώθησε στον Άγγελο, στον Πέτρο, καθώς και στον αναλυτή της δίωξης του ηλεκτρονικού εγκλήματος που τον είχε γνωρίσει χθες και είχε συμφωνήσει μαζί του να το κάνει. Εκείνος της είχε ομολογήσει με απογοήτευση, πως η ip του κάθε μηνύματος που είχε λάβει ως τότε ήταν και διαφορετική, και πως όλα είχαν σταλεί από ίντερνετ καφέ της πόλης σε ώρες που ήταν κατάμεστα και πως μετά την αποστολή των μηνυμάτων, οι διευθύνσεις αυτές καταστρέφονταν αμέσως. Κάνοντας μια απέλπιδα προσπάθεια να αρπάξει μια στάλα ρουτίνας και καθημερινότητας, μπήκε σε μια ιστοσελίδα με τις τελευταίες ειδήσεις από όλο τον κόσμο, κι άρχισε να διατρέχει τους τίτλους των άρθρων. Δε σταμάτησε ούτε σε αυτά που αφορούσαν στην πολιτική, μα ούτε και σε όσα είχαν να κάνουν με τους πολέμους που ήταν πάντα επίκαιροι. Μόνο ένα της τράβηξε την προσοχή και το άνοιξε. Διάβασε πως χθες το βράδυ κάποιοι είχαν απαγάγει την κόρη του γνωστού Κύπριου επιχειρηματία Ανδρέα Μακρή. Η Έλλη είχε ακούσει πως είχε τάνκερ κι έβγαζε πολλά χρήματα από το πετρέλαιο. Την κοπέλα την έλεγαν Ξένια, και την είχαν αρπάξει από τη βίλα τους στη Λευκωσία, πώς όμως; Ως τώρα δεν είχε γίνει καμιά κλήση στον επιχειρηματία για να ζητηθούν λίτρα ή ο,τιδήποτε άλλο σε αντάλλαγμα.

Σπίτι δεν υπήρχε χωρίς μεγάλα προβλήματα όπως είχε πει και στον Άγγελο τόσο πρόσφατα... Τον είδε να μπαίνει και κατάλαβε πως ήταν ξύπνιος από ώρα. «Καλημέρα, έλα, σου έφτιαξα καφέ». «Καλημέρα Έλλη, αν δεν ήταν η μυρωδιά του να με βγάλει από τον λήθαργο, νομίζω πως δε θα το εγκατέλειπα το κρεβάτι μου». Κάθισε στη συνηθισμένη του θέση και την κοίταξε. Κάψιμο και βουητό, ήταν αισθητά και για τους δυο. Η Έλλη του έδωσε τον καφέ του κι άνοιξε μετά και τη μπαλκονόπορτα ξέροντας πως εκείνος ήθελε να καπνίσει. «Σε ευχαριστώ πολύ, τι διάβαζες»; «Απήγαγαν την Ξένια Μακρή χθες». «Την κόρη του επιχειρηματία; Άλλο κι αυτό»... Ο Άγγελος ανασήκωσε τα φρύδια πιάνοντας μετά τον αναπτήρα του. «Ναι, κάπως τρύπωσαν στη βίλα... Για δες αυτό, κάτι πρόσθεσα μέσα»... Του χαμογέλασε με προσπάθεια, δίνοντας του το τετράδιο του. Ο Άγγελος το πήρε και το άνοιξε. Δε δυσκολεύτηκε να βρει τη σωστή σελίδα. Διάβασε γρήγορα παραμένοντας ανέκφραστος. Μόνο όταν τελείωσε ανασήκωσε το κεφάλι για να την κοιτάξει: «Είναι σαν να τα ξέρω όλα, σαν να πονάει ο λαιμός μου από την τόση δύναμη που σου φώναξα τότε εκεί μέσα. Το ξέρω πως φαντάζει τρελό, μα αυτή είναι η αλήθεια». Η Έλλη έγνεψε καταφατικά κι έβαλε μπροστά του ένα ζεστό τοστ αρχίζοντας να τρώει κι εκείνη το δικό της. «Έτσι ακριβώς ένιωσα κι εγώ χθες το βράδυ που διάβασα την περιγραφή του δικού σου ονείρου, κι ίσως μάλιστα να ήταν κι αυτή που έκανε το δικό μου να έρθει. Κάποτε θα τη μάθουμε την αλήθεια, υπάρχουν πολλές ομάδες ανθρώπων που ασχολούνται με τις χροιές του μεταφυσικού, προσωπικά δεν είμαι μέλος καμιάς... Μα τώρα ούτε και είναι ο καιρός να εμβαθύνουμε σε όλο αυτό, τι λες»; Ο άνδρας κούνησε το κεφάλι. «Αλίμονο, έχεις δίκιο βέβαια, μα ξέρεις κάτι; Δε με ενοχλεί ιδιαίτερα αυτό που συμβαίνει, και το εννοώ αυτό που λέω». Η Έλλη το σκέφτηκε, ναι, της άρεσε αυτό που της είχε πει μόλις. «Χαίρομαι που το ακούω. Ξέρω πως βιάζεσαι να φύγεις για το νοσοκομείο, να ξέρεις όμως πως χθες έλαβα άλλο ένα μήνυμα, από τον άθλιο προφανώς. Το έστειλα ήδη και στον Πέτρο και στον ειδικό αναλυτή μας, όμως σε περίμενα για να το δούμε μαζί». Ο Άγγελος έκανε να βάλει στην άκρη το πιάτο του μα εκείνη τον σταμάτησε. «Πρώτα θα φας, κι εγώ θα σου προτείνω έναν τρόπο προσέγγισης για την Αλίκη. Και μετά, θα ανοίξουμε και το μήνυμα». «Μάλιστα στρατηγέ, ακούω». Η Έλλη δε γέλασε, μόνο άρχισε να του μιλάει για τη δύσκολη θέση της Αλίκης, η οποία είχε επενδύσει πάρα πολλά στην Κλέλια μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια... Ο άνδρας δεν τη διέκοψε, μόνο προσπάθησε να συγκρατήσει τα περισσότερα από αυτά που του έλεγε. Ήταν σωστή άλλωστε, και ήταν σημαντικό για αυτόν το γεγονός πως του πρόσφερε βοήθεια έχοντας πολλές δικές της στενοχώριες. Όταν τελείωσε εκείνη, ο Άγγελος σηκώθηκε. «Ευχαριστώ Έλλη, το εκτιμάω αυτό που κάνεις, αλήθεια το λέω. Θα προσπαθήσω να της μιλήσω κάπως έτσι, αν και η αλήθεια το ίδιο πικρή θα παραμείνει». «Ναι, το ξέρω δυστυχώς... Τέλος πάντων, επειδή η ώρα περνάει, τι θα έλεγες να ρίχναμε μια ματιά και στο αναθεματισμένο το μήνυμα; Φαντάζομαι πως μόλις επιστρέψεις εδώ από το νοσοκομείο θα πρέπει να ξαναφύγουμε μαζί αυτή τη φορά για να πάμε να δούμε τον ιατροδικαστή Σταυρίδη, εκτός αν μας ενημερώσει ηλεκτρονικά για τα ευρήματα του». Ο Άγγελος το σκέφτηκε. «Θα ρωτήσω τον Πέτρο για αυτό, έλα, άνοιξε το να τελειώνουμε με το μπάσταρδο». Όσο την περίμενε να εμφανίσει στην οθόνη το μήνυμα όμως, σκεφτόταν τον άλλο μπάσταρδο όπως τον είχε χαρακτηρίσει χθες, εκείνον που την είχε βιάσει έτσι απάνθρωπα...

Η Έλλη σκέφτηκε να φέρει τον υπολογιστή της για να δουν τα πάντα καλύτερα από εκεί μα δεν κουνήθηκε από τη θέση της. Αν υπήρχε λόγος τότε θα πήγαινε να τον φέρει αργότερα. Το πρώτο συνημμένο άνοιξε και το κοίταξαν και οι δυο μαζί μόλις ολοκληρώθηκε η φόρτωση. Έγινε αμέσως φανερό πως για τον Άγγελο η εικόνα αυτή ήταν εντελώς αδιάφορη μα δε συνέβη το ίδιο και με την Έλλη. Το ένα της χέρι έσφιξε τη γωνία του τραπεζιού ενώ είχε αρχίσει ασυναίσθητα να δαγκώνει και το κάτω της χείλος. Τα δάχτυλα του Άγγελου της ξεκόλλησαν το χέρι από το ξύλο. «Τι τρέχει; Ηρέμησε και πες μου, το αναγνωρίζεις αυτό το μέρος»; Η Έλλη ήπιε μια γουλιά από τον χυμό της. «Πολύ καλά, μα εσύ όχι προφανώς. Πρόκειται για ένα πανέμορφο λονδρέζικο καφέ που βρίσκεται κοντά στο Mayfair. Έχω πάει πάρα πολλές φορές σε αυτό Άγγελε, τις περισσότερες από τις οποίες παρέα με τη Λένα, δεν παραλείψαμε μάλιστα να περάσουμε δυο ολόκληρες ώρες εκεί ακόμη και την τελευταία φορά που βρεθήκαμε μαζί στο Λονδίνο». Ο Άγγελος κούνησε το κεφάλι, και για λίγο συνέχισε να της κρατάει το χέρι χωρίς να λέει λέξη. Μα ύστερα, το άφησε και σηκώθηκε. Πήγε κι έφερε τον δικό του υπολογιστή για να μπορέσει να δει καλύτερα την εικόνα. «Ναι, δείχνει όμορφο». «Είναι, και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην είναι γεμάτο κάποια ώρα. Θα στείλω μήνυμα στην Κάρεν όταν φύγεις για να τη ρωτήσω αν πήγαινε και η Μάνταλεν σε αυτό, βέβαια μπορεί να ξέρει να μας το πει αυτό και η φίλη της η Βέρα». «Φυσικά, μην το κοιτάς όμως παραπάνω, δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο στην εικόνα αυτή, έλα, άνοιξε και την άλλη, και προσπάθησε να μην τη σκέφτεσαι ασταμάτητα τη Λένα από τη στιγμή που θα φύγω, γιατί αν το κάνεις, θα το καταλάβω». Του χαμογέλασε βεβιασμένα, ήταν πολύ οδυνηρό αυτό το παιχνίδι που δεν έλεγε να τελειώσει...

Αυτό το συνημμένο ήταν σαφές και ξεκάθαρο και για τους δυο τους. Το μόνο που έδειχνε ήταν έξι ρολόγια με μικρούς λευκούς αγγέλους στο εσωτερικό. Ήταν παραταγμένα κυκλικά, ενώ οι δείκτες του καθενός ήταν ρυθμισμένη και σε μια διαφορετική ώρα, κι ακριβώς από κάτω φαινόταν αχνά κι από ένα χρυσάνθεμο. Η Έλλη βουβάθηκε. «Δε θα αργήσει να ξαναχτυπήσει Άγγελε, βιάζεται κι αυτό μου δείχνει πως έχει αρχίσει να κουράζεται». Εκείνος κοίταξε πάλι την εικόνα των ρολογιών. «Μου θυμίζει το βιβλίο που έχει τίτλο τα επτά ρολόγια... Μα εκεί ο Πουαρό είχε να κάνει με νεκρούς που δεν είχαν ζήσει ποτέ». «Ξέρω, το διάβασα παλιά... Θα κάνω τις κλήσεις που πρέπει, κι ύστερα θα καθίσω να γράψω όλα όσα θέλω για να τα διαβάσω στον Πέτρο όταν τον δούμε». Ο Άγγελος την κοίταξε. «Έλλη, μήπως μπορείς να δουλέψεις από κάποιο σημείο του νοσοκομείου; Ξέρω πως η φασαρία μέσα σε αυτό θα είναι μεγάλη, κι εσύ θέλεις να συγκεντρωθείς για να γράψεις και να μιλήσεις με κάποιους ανθρώπους που δε νιώθουν καλά, μα δε θέλω να σε αφήσω μόνη εδώ. Σύμφωνοι, υπάρχουν άνδρες έξω από την πόρτα μα και πάλι δε θέλω. Μήπως και την Ξένια Μακρή δεν την πρόσεχε κάποιος σωματοφύλακας; Κάποιος την απήγαγε όμως. Θα προσπαθήσω να σου εξασφαλίσω έναν μικρό χώρο για να κάνεις τη δουλειά σου, θα ζητήσω κι από τον Πέτρο να παρέμβει αν χρειαστεί, μα έλα μαζί μου»... Η Έλλη συγκινήθηκε με το γνήσιο ενδιαφέρον του. Η αλήθεια ήταν πως δεν πετούσε κι από τη χαρά της στην προοπτική να μείνει μόνη εκεί μέσα.

«Θα έρθω, εντάξει, να μαζέψω μόνο τα πράγματα μου και θα φύγουμε όποτε είσαι έτοιμος». Έκανε να σηκωθεί αλλά η φωνή του Άγγελου τη σταμάτησε. «Αυτό που γράφει από κάτω το διάβασες»; «Όχι, δε διάβασα τίποτα, φαίνεται πως κάτι μου διέφυγε, γιατί έψαξα κατευθείαν για τα συνημμένα, τι γράφει»; Έσκυψε πάνω από τον υπολογιστή του μυρίζοντας το κράμα από τον καπνό και το σαπούνι του. Τα γόνατα της λύγισαν όταν είδε τη μικρούτσικη πρόταση που ποτέ δεν της είχε περάσει από το νου: «Πώς νομίζεις θα σώσεις τη ζωή σου όταν δεν έσωσες τότε εκείνη που έπρεπε»; Ο Άγγελος την αγκάλιασε μέσα σε μια στιγμή παρατώντας τον υπολογιστή πάνω στο τραπέζι, μόνο μια σπρωξιά έδωσε στο καπάκι για να πέσει και να καλύψει την οθόνη, χωρίς να τον απασχολήσει αν θα πάθαινε ζημιά έτσι. Την κράτησε πάνω του σκληρά σχεδόν θέλοντας να εμποδίσει τις σκέψεις να της διαλύσουν το νου. «Δεν ξέρω που αναφέρεται, εγώ έκανα τη δουλειά μου όσο καλύτερα μπορούσα πάντα, έχω αντιμετωπίσει πλήθος περιστατικών αλλά ποτέ δεν ώθησα κανέναν να κάνει κάτι κακό, ποτέ δεν αγνόησα κανέναν, ποτέ δεν αδιαφόρησα»... Η Έλλη πάσχιζε να μιλήσει με συνοχή, ενώ την ίδια στιγμή ήθελε και να γεμίσει τα πνευμόνια της με αέρα. Κι εκείνος που το κατάλαβε, την πήγε κρατώντας την μέχρι το μπαλκόνι. Εκεί, τύλιξε το μπουφάν του γύρω κι από τους δυο κι άρχισε χωρίς να την αφήνει, να της χαιδεύει την πλάτη και τα μαλλιά της. «Ησύχασε, αυτό για το οποίο σου μιλάει, είναι στρεβλό αν όχι ψεύτικο, και ζει μόνο μέσα στο σαλεμένο του μυαλό. Δεν έκανες τίποτα κακό, αυτό δε θέλω να το ξεχάσεις». Η Έλλη ανασήκωσε το πρόσωπο της και τον κοίταξε. Σαν να είχαν μεγαλώσει τα μάτια της, σαν να είχε ξαναγίνει πολύ νεαρή κι εκείνη, όπως ήταν και η πριγκίπισσα Ολίνα όταν κολυμπούσε με τον Έριλ στη λίμνη του ολόχρυσου παλατιού. «Δεν έχω βλάψει κανέναν συνειδητά Άγγελε, κι ούτε κι έχει πέσει στην αντίληψη μου κάτι σχετικό με»... «Ούτε και η πριγκίπισσα Ολίνα έβλαψε κανέναν από όσο γνωρίζουμε Έλλη, μα προφανώς αν είχε ζήσει ποτέ της δεν πέρασε και λίγα»... Ο Άγγελος τη φίλησε στο στόμα αδυνατώντας πια να κρατηθεί μακριά. Εκείνο το φιλί αν και βαθύ και παρατεταμένο κι αργό, ήταν γεμάτο γλυκύτητα, ευγένεια, θαυμασμό κι ελπίδα... Η Έλλη δεν τραβήχτηκε, μόνο τον άφησε να της το δώσει με τον τρόπο ακριβώς που ήθελε. Κι όταν πια εκείνος δεν είχε ανάσα, σταμάτησε για μια στιγμή για να αναπνεύσει κι ύστερα επανέλαβε το φιλί. Το δεύτερο ωστόσο απείχε πολύ από το πρώτο. Ετούτο εδώ ήταν κι αυτό αργό, μα καυτό, φορτισμένο με πάθος και λαχτάρα κι αγωνία, χωρίς να γίνει όμως ποτέ επιτακτικό. Η Έλλη το γεύτηκε κι αυτό με την κάθε ίνα της ύπαρξης της. Χωρίς να το συνειδητοποιεί, πάλεψε να διαλέξει ένα από τα δυο για να του πει πως ήταν καλύτερο, μα δε μπόρεσε. «Μην πασχίζεις άδικα Έλλη, δε γίνεται σύγκριση ποτέ σε τέτοια πράγματα, άλλωστε το πρώτο ήταν της Ολίνας, κάπως έτσι δε θα τη φιλούσε ο νεαρός Έριλ αν δεν ερχόταν να τους χωρίσει ο αδίστακτος Γκαλαντρέν; «Ναι, ναι, πιστεύω πως έτσι θα τη φιλούσε. Μα το δεύτερο ήταν για εμένα, δικό μου ολόκληρο, έτσι δεν είναι»; «Όλο για εσένα Έλλη». Ο Άγγελος την έσφιξε πάνω του χωρώντας την καλύτερα στο μπουφάν του. Η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή, ήθελε βέβαια να μάθει τι ήταν αυτό που τους ένωνε, μα έκανε τη σκέψη την ώρα εκείνη πως του έφτανε που έστω και για λίγο την κρατούσε. Δεν ήθελε να της το πει ακόμη, μα όταν δεν κοιμόταν αμέσως τα βράδια, ήθελε να την κρατήσει πάνω του χωρίς να ξέρει τίποτα περισσότερο. «Θα καθίσω να σκεφτώ ποια είναι τα λάθη που έκανα στη δουλειά. Έχω κρατήσει αρχείο για τις πιο σοβαρές περιπτώσεις με τις οποίες έχω ασχοληθεί επισταμένα». Το ξόρκι έσπασε και εκείνος αναγκάστηκε να το δεχτεί αδιαμαρτύρητα. Ο χρόνος έτρεχε, και τα καταραμένα τα ρολόγια που είχαν μόλις δει λες και κινδύνευαν να τα ξεχάσουν δεν αστειεύονταν. «Έτσι να κάνεις, με ψυχραιμία όμως σύμφωνοι; Θα τον βρω Έλλη, κι αυτόν και τον άλλον». Την άφησε να μπει πάλι μέσα στο σπίτι για να μαζέψει τα πράγματα της και μετά την ακολούθησε. Επανέφερε το σύστημα προφύλαξης στον υπολογιστή του, δε θα τον έκλεινε. «Ποιος είναι ο άλλος που θα βρεις Άγγελε»; Η Έλλη άρχισε να πετάει διάφορα αντικείμενα μέσα σε μια μεγάλη καφετιά τσάντα. «Εκείνον που σε έκανε να τρίβεσαι με τις ώρες και να τρέχεις στο νοσοκομείο για εξετάσεις». Η γυναίκα σάστισε. «Τι λες τώρα; Ξέρεις πόσα χρόνια έχουν περάσει από τότε»; «Εσύ ξέρεις πως είμαι μαθηματικός; 14, 15; Τόσα τα λογαριάζω περίπου, μα διόρθωσε με αν κάνω λάθος». «Άγγελε, τόσα είναι, μα αυτός σήμερα θα είναι κάπου 45 χρόνων, θα έχει αλλάξει». Η Έλλη πήρε το επίσης καφέ παλτό της από την κρεμάστρα που ήταν πλάι στην πόρτα. «Έχεις ιδέα πόσα ειδικά προγράμματα για αυτή τη δουλειά υπάρχουν»; Εκείνη γέλασε μην πιστεύοντας στα αφτιά της. «Περίπου, μα κανένα από αυτά δεν έχει φέρει αποτελέσματα ως εδώ για το κτήνος». «Μην τα μπερδεύεις τα πράγματα Έλλη, το κτήνος μεταμορφώνεται κυριολεκτικά ανάλογα με την περίπτωση, είναι μετρ των χρωμάτων, έχει αλλάξει χίλια πρόσωπα. Αυτός που σε βίασε δε φαντάζομαι να είναι σε θέση να κάνει το ίδιο, αποκλείεται να είμαστε τόσο άτυχοι». Η Έλλη του έγνεψε να βγει από το σπίτι ανοίγοντας την πόρτα. Μόνο αυτό δεν περίμενε να ακούσει. «Δεν ξέρω Άγγελε, δε νομίζω»... «Το πρόσωπο του το θυμάσαι ακόμη, έτσι δεν είναι»; «Δε θα το ξεχάσω ποτέ». Προχώρησαν μαζί μέχρι το αυτοκίνητο του άνδρα. «Τότε Έλλη, σου δίνω τον λόγο μου πως μόλις πιάσουμε αυτόν τον παρανοικό θα αρχίσουμε να ασχολούμαστε και με τον δεύτερο μπάσταρδο». «Και πώς θα αποδείξουμε πως με βίασε»; «Θα δούμε Έλλη, μπορεί να έχει κάνει κι άλλες φορές κάτι τέτοιο, πράγμα που απεύχομαι». Εκείνη κάθισε δίπλα του. «Δε με νοιάζει Άγγελε, η ζημιά έγινε, για εμένα άλλαξαν τα πάντα από εκείνη τη νύχτα». «Λες να μην το ξέρω αυτό; Κι ακριβώς επειδή το ξέρω σου λέω πως και με νοιάζει εμένα, και πως θα κάνω ό,τι μπορώ για να τον βρω κι αυτόν». Σταμάτησε να μιλάει και το ίδιο έκανε και η Έλλη. Τον πίστευε, κι αυτό της έφτανε, της αρκούσε. Ο Γιάννης με τον εγκεφαλικό του τρόπο προσπαθούσε να την κάνει να αποδεχτεί αυτό που έγινε, για να μπορέσει έτσι να πάει παρακάτω αφήνοντας το πίσω της. Μα ο Άγγελος δεν ήταν ο Γιάννης, ο Άγγελος τα έβλεπε όλα αλλιώς, και τα έκανε όλα αλλιώς...

Continue Reading

You'll Also Like

181K 3.2K 9
[1ο ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ #17 Τρόποι] ~~~~ HR: #1 in Humor HR: #1 in Paranormal HR: #1 in Fantasy ΗR: #1 in Action HR: #1 in Romance ~~~~ Π...
750K 28.3K 45
- Λοιπόν;! ρώτησα με σταυρωμένα χέρια. - Είσαι σίγουρη ρε Αννούλα; ήρθε και στάθηκε απέναντί μου. - Πόσες φορές ακόμη πρέπει να στο πω για να σ...
6.2K 355 27
με έπιασε από το χέρι και μου είπε Αχιλλέας : δεν μπορώ να το κρατάω άλλο μέσα μου ελ σε θέλω ΓΑΜΩΤΟ εγω: Αχιλλέα ακούς τι λες; Αχιλλέας...
2.5K 400 60
Η Γιούλη Τζόνσον ένα κορίτσι αρκετά ντροπαλό Κλειστό στον εαυτό του και με διαφορετικό στυλ Γνωρίζει τον Τομ Κόλλινς.Έναν Αρκετά Ελκυστικό Άντρα Άκρω...