Το τανγκό της Νεφέλης

By sophiebarb

26.1K 2K 296

Ένα βράδυ στην όμορφη Θεσσαλονίκη η Νεφέλη συναντά έναν όμορφο άντρα. Τον ερωτεύεται με την πρώτη μάτια κι εκ... More

Πρόλογος
Ατελείωτη Μέρα |Μέρος Α|
Ατελείωτη Μέρα Μέρος Β
Η ανθοδέσμη
Στο μπαράκι
Καλημέρα ομορφιά μου
Πρώτο ραντεβού
Happy end?
Ο Μπαμπάς Μου Μου Το Έφτιαξε..
Αυτό είναι έρωτας λοιπόν...
Όλα άλλαξαν
Κλειώ
Η ζωη συνεχιζεται
Όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει
Επιστροφή
Μου Λείπεις Ακόμη
Ασε με να σε βγαλω απο τη θλιψη
Μου εκλεψε την ευτυχια μεσα απο τα χερια...
Συμπτώσεις...
Τόσος πόνος για το τίποτα...
Σ' αγαπώ Νεφέλη μου...
Ενα βραδυ μαζι
Η ορκωμοσία
Αντίο Ελλάδα μου...
Ισπανία
Η ιστορία της γιαγιάς
Το χαμόγελό σου...
Η στιγμη της αληθειας
....
Η φουσκα μας
Το υπόσχεσαι;
Ποιά είσαι;
Αμνησία
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Το τέλος

Η Νεφελη του

636 51 7
By sophiebarb

~27~

Για έναν περίεργο λόγο νιώθω πολύ όμορφα μαζί με αυτόν τον άντρα. Αισθάνομαι σαν να τον ξέρω χρόνια. Είναι γλυκός και περιποιητικός μαζί μου και από τις συζητήσεις που κάνουμε φαίνεται ξεκάθαρα ποσό καλός άνθρωπος είναι.
«Να φευγω κι εγώ. Μη σας καθυστερώ άλλο.» Λέω απαλά όταν βλέπω πως η ώρα έχει περάσει.
«Κάθισε να φάμε μαζί αν θες.» Λέει προτού το σκεφτεί και φαίνεται αμέσως το ξάφνιασμα στο πρόσωπο του. «Αν δεν έχεις κανονίσει κάτι άλλο φυσικά.»
«Όχι δεν έχω κάτι άλλο να κάνω. Είμαι ελεύθερη.»
Με οδηγεί στην κουζίνα όπου η Julia σερβίρει το φαγητό του. Η Julia είναι μια γυναίκα λίγα χρόνια μεγαλύτερη μου, που φροντίζει τον κύριο Δημήτρη τα χρόνια που μένει μόνος του σ' αυτό το σπίτι. Της λέει κάτι στα ισπανικά που δεν καταλαβαίνω και αμέσως με χαρά βάζει ακόμη ένα σερβίτσιο στο τραπέζι. Καθόμαστε και δοκιμάζω αμέσως με λαιμαργία την ισπανική συνταγή. Είναι τόσο νόστιμο που πέφτω με τα μούτρα. Όπως είναι προφανές τελειώνω πρώτη και ο κύριος Δημήτρης γελάει τρυφερά.
«Να σου βαλω λίγο ακόμη;» Ρωτάει ευγενικά και μου πιάνει το χέρι, χαρίζοντας ένα απαλό χάδι.
«Θα σκάσω!» Του λέω μέσα στα γέλια μου. «Πω πω θα νομίζετε πως ειχα χίλια χρόνια να φάω.» Είμαι σίγουρη πως έχω κοκκινίσει ολόκληρη.
«Τι λες κορίτσι μου; Ίσα ίσα χαίρομαι που σου άρεσε.»
Αναρωτιέμαι αν θα του φανεί περίεργο να αρχίσω από τώρα τις πιο προσωπικές ερωτήσεις. Τελικά κρατώ το στόμα μου κλειστό.
Αφού μου προσφέρει λίγο γλυκό με οδηγεί στην είσοδο και τον αποχαιρετώ με μια αγκαλιά.
«Θα ξανάρθεις;» Ρωτάει με αγωνία.
«Ναι φυσικά όποτε θέλετε.» Του λέω και το πρόσωπο του φωτίζεται από χαρά.
«Έλα αύριο! Να φάμε μαζί το μεσημέρι! Και μην μου μιλάς άλλο στον πληθυντικό κορίτσι μου.»

Κατευθύνομαι προς στο σπίτι μου και νιώθω μια ευχαρίστηση που δεν περίμενα. Σκέφτομαι ποσό διαφορετικά θα ήταν αν τον ειχα γνωρίσει σαν παππού μου. Αχ βρε γιαγιάκα. Έκανες μεγάλο λάθος που άφησες αυτόν τον άντρα.
Σκέφτομαι το ύφος του τη στιγμή που του θύμισα τη γιαγιά μου και ανατριχιάζω. Φάνηκε στο πρόσωπο του η λαχτάρα και η απελπισία όσο κι αν προσπάθησε να το κρύψει. Ίσως αύριο καταφέρω να του αποκαλύψω την πραγματική μου ταυτότητα.

Η βραδιά περνάει και έχω κοιμηθεί ελάχιστα. Τα όνειρα μου με γυρίζουν πίσω, στο πρώτο βράδυ που είδα τον Στέφανο σε εκείνο το σοκάκι. Οι φλέβες του είχαν πεταχτεί στο λαιμό του καθώς φώναζε στο τηλέφωνο και θυμάμαι τον ρυθμό που έπαιζε η καρδιά μου όταν γύρισε και με κοίταξε. Κάποια στιγμή γύρω στις 6 το πρωί σταματώ τις προσπάθειες και σηκώνομαι να κάνω ένα κέικ για τον κύριο Δημήτρη. Θα ήταν άκομψο να πάω ξανά με άδεια χέρια. Εξάλλου το θέλω.

Η πόρτα χτυπάει πανω στην ώρα που βγάζω το κέικ από τον φούρνο, και τρέχω να ανοίξω στην κυρία Βικτώρια.
«Λέγε, λέγε! Πεθαίνω από αγωνία.»
Γελαω γλυκα, αφού κάνει σαν κοριτσάκι και της λέω τα πάντα για την συνάντηση μου με τον 'παππού' μου.
«Πάντα ήταν καλός άνθρωπος ο Δημήτρης.» Λέει μελαγχολικά. «Ακόμη θυμάμαι τον πόνο στον πρόσωπο του όταν κατάλαβε πως δεν θα ξαναέβλεπε τη γιαγιά σου. Εκείνη τη στιγμή με το ζόρι κρατήθηκα να μην του πω για την εγκυμοσύνη. Όμως κορίτσι μου, πρέπει να με καταλάβεις, δεν ήταν δίκη μου δουλειά να μπλεχτώ έτσι σ' αυτή την ιστορία. Ήμουν μια 'ξενη'. Έπρεπε να του το πει η ίδια, όταν το επιθυμούσε. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε ποτέ.» Αναστενάζει δυνατά και δεν ξέρω τι να πω. Πιστεύω πως όπως και να έχει έπρεπε να μιλήσει. Ήταν η μόνη που μπορούσε ίσως να φτιάξει τα πράγματα και δεν το έκανε. Προτιμώ να μη το πω γιατί ξέρω πως θα στεναχωρηθεί πολύ. Εξάλλου εκτελούσε απλά τις εντολές της γιαγιάς μου.
«Έκανες κέικ;» Λέει χαρωπά αλλάζοντας θέμα! «μμμ... μοσχοβολάει! Έχει και σοκολάτα;» Ρωτάει και με κάνει να σκάσω στα γέλια. Της βάζω ένα κομμάτι και αρχίζει τις κολακείες για την νοστιμιά του. Το μεσημέρι έρχεται με κουβέντες και γέλια ανάμεσα μας. Ανεβαίνω να ετοιμαστώ και της ζητάω να περιμένει. Διαλέγω ένα κίτρινο μακρύ φόρεμα αεράτο, με χοντρές τιράντες και τα πέδιλα μου. Όταν πατάω στο τελευταίο σκαλί, ακούω τη γυναίκα να με φωνάζει από την κουζίνα.
«Άντε βρε κορίτσι μου έλα και αυτό το μαραφετι χτυπάει και δεν ξέρω τι να το κάνω.» Λέει και μου δείχνει το κινητό μου.
Έχω μια κλήση από την μητέρα μου και ένα μήνυμα από το Στέφανο, το ανοίγω με αγωνία.

Η Μαρία έχει αρχίσει να συνέρχεται. Μιλήσαμε και κατάλαβε. Η Βέρα σωματικά έχει αναρρώσει πληρως, ομως ψυχικά ακόμα τυραννιέται. Σε παρακαλώ γυρνά γρήγορα. Μου λείπεις και δεν ξέρω ποσο θα αντέξω την απουσία σου.

Ένα χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπό μου, κάτι που φυσικά δεν περνά απαρατήρητο από την νέα μου φίλη.
«Τα μάτια σου έλαμψαν αγάπη μου. Άντρας είναι έτσι;»
«Ναι. Ο άντρας που αγαπώ.»
«Και γιατί δεν έχει έρθει μαζί σου; Μη μου πεις ότι φοβάται τα αεροπλάνα;» Αναρωτιέται και ξεσπάμε σε γέλια.
Της υπόσχομαι πως θα της πω τα πάντα κάποια στιγμή και μου ανακοινώνει πως θα ανυπομονεί.

Στη διαδρομή μιλάω με τη μητέρα μου. Μου λέει όλα τα νέα από την Ελλάδα και συνειδητοποιώ ποσό μου έχει λείψει κιολας. Της ζητάω την γνώμη της για το αν πρέπει να τηλεφωνήσω στη Μαρία ή να περιμένω μερικές μέρες και με συμβουλεύει να μην κάνω μια βιαστική κίνηση ακόμη. Κλείνουμε όταν φτάσω μπροστά στην πόρτα του κυρίου Δημήτρη.
Μου ανοίγει η οικονόμος του και μου κάνει νόημα να περάσω με ένα ειλικρινές χαμόγελο. Μου εξηγεί στα αγγλικα πως ο κύριος Δημήτρης δεν ένιωθε καλά σήμερα και θα κατέβει σε λίγο. Τα λόγια της με κάνουν να ανησυχήσω και εύχομαι να μην είναι κάτι σοβαρό.
Σε πολύ λίγο τον βλέπω να κατεβαίνει με δυσκολία από τον επάνω όροφο και μου χαμογελάει αμέσως μόλις με αντικρίζει.
«Ήρθες;» Ρωτάει και με αγκαλιάζει.
«Φυσικά και θα ερχόμουν. Πως είστε; Τι πάθατε;»
«Γεράματα κορίτσι μου, γεράματα.» Με οδηγεί στην κουζίνα και με βάζει να κάτσω.
«Δυστυχώς για μένα έχει μόνο σουπίτσα σημερα» λέει με αγανάκτηση «αλλά για σενα έχω φροντίσει ιδιαίτερα. Η Julia έχει κάνει την σπεσιαλιτέ της.»
Τρώμε σε ευχαριστώ κλίμα όμως παρατηρώ πως κάποιες φορές χάνεται και με κοιτάζει με περιέργια. Άλλοτε το πρόσωπο του δείχνει πόνο και άλλοτε μελαγχολία και πίκρα. Η καρδιά μου πιάνεται στο στήθος μου βλέποντας τον έτσι και πιάνω τον εαυτό μου να ανυπομονεί να μάθει την ιστορία αυτού του άντρα μετά την εξαφάνιση της γιαγιάς μου.
«Τι σκέφτεσαι;» Δηλώνει την απορία του κάποια στιγμή που έχω σταματήσει να μιλάω και κοιτάζω την ομορφιά έξω από το παράθυρο.
«Τίποτα. Ήθελα να μάθω κάποια πράγματα για εσάς. Μου φαίνεται παράξενο που ζείτε μόνος. Φαντάζομαι πως κάθε γυναίκα θα ήθελα να σας έχει πλάι της.» Προσπαθώ να πω χωρίς να καρφωθω και βλέπω το χαμόγελο του να χάνεται.
«Ερωτεύτηκα κάποτε, ξέρεις. Ερωτεύτηκα πολύ και βαθιά. Τόσο, που κάθε φορά που την έβλεπα νόμιζα πως η καρδιά μου θα σπάσει από αγάπη. Την κρατούσα σφιχτά στην αγκαλιά μου και ένιωθα ευτυχισμένος. Ήταν όμορφη, σαν εσένα. Την πρώτη φορά που σε είδα το χαμόγελο σου με γύρισε χρόνια πίσω, στην πρώτη φορά που την είδα. Περπατούσε μόνη της και κοιτούσε γύρω της χαμογελώντας. Φαινόταν τόσο αθώα. Την ακολούθησα, χωρίς δεύτερη σκέψη και της ζήτησα να μου πει το όνομα της. Νεφέλη, μόνο αυτό μου είπε και έφυγε τρέχοντας. Από εκείνη τη μέρα η ζωή μου περιστρεφόταν γύρω της. Την κοιτούσα από μακριά και έψαχνα ευκαιρία να βρίσκομαι κάπου κοντά της. Ώσπου μια μερα της μίλησα και της εξέφρασα το ενδιαφέρον μου. Ο σκοπός μου ήταν να την κάνω να χαμογελάει και ένιωθα σαν θεός κάθε φορά που έλεγε πως μ' αγαπούσε. Δεν μπορούσα να βρω τις λέξεις να της περιγράψω αυτό που ένιωθα. Ένα 'σ'αγαπω' δεν ήταν αρκετό.» Λέει σκουπίζοντας κάποια δάκρυα από τα μάτια του, κι εγώ προσπαθώ απεγνωσμένα να σταματήσω τα δικά μου.

«Όμως η ευτυχία μου, δυστυχώς γκρεμίστηκε σε μια μέρα. Με παράτησε. Έφυγε με τους γονείς της και δεν μπόρεσα ποτέ να τη βρω. Ήξερα πως ήταν κακοί άνθρωποι και πως με μισούσαν, αλλά ήλπιζα πως η αγάπη μας ήταν πιο δυνατή από το μίσος τους.»

Τελειώνει και σκουπίζει με το μαντίλι τα μάτια του. Πλέον δεν βρίσκω λόγο να του κρύβω την ταυτότητα μου. Είμαι έτοιμη να του ομολογήσω τα πάντα, όταν τον ακούω να συνεχίζει.
«Όμως η ζωή μου χάρισε δυο υπέροχα παιδιά, που με λατρεύουν και μου κλείνουν με την αγάπη τους την πληγή που έχει αφήσει ανοιχτή η Νεφέλη μου.» Συνεχίζει και το χρωμα χάνεται από το πρόσωπο μου.
«Έχετε παιδιά;» Με το ζόρι ακούω την φωνή μου να ρωτάει.

Εύχομαι να σας αρέσει και να μη το έχετε βαρεθει!! Θα ήθελα να διαβάσω μερικά σχόλια σας!
#Σόφη

Continue Reading

You'll Also Like

777K 24.1K 33
Την ένιωσα να σφίγγεται και ένα κλαψουρισμα βγήκε από τα χείλη της τα οποία τόσο θέλω να φιλήσω αυτή την στιγμή αλλά προτρέχει η ιδέα μου Όσο κατέβα...
333K 23.5K 38
Η Νεφέλη, 16 χρονών, πηγαίνει 2 λυκείου. Έχει έναν αδερφό τον Αλέξανδρο, 18 χρονών. Η κολλητή της η Άννα επίσης 16 χρονών είναι κολλημένη με τον Αλέξ...
22.7K 2.6K 30
- Θα σου αλλάξω την ζωή, πίστεψέ με! είπε με απόλυτη σιγουριά. - Ναι. Κάπου εδώ πρέπει να σε ενημερώσω για το ότι δεν μου αρέσουν οι αλλαγές. Καθόλο...
300K 15.6K 41
O Baris και η Ερατώ, δύο νεαροί εκπρόσωποι της πιο διάσημης Αρχιτεκτοκινής εταιρείας στην Ελλάδα, πρέπει να μετακομίσουν στην Τουρκία ώστε να εργαστο...