Προσωπικός Γυμναστής

By StavrosAivalis

921K 58K 5.4K

Όλα έρχονται να αλλάξουν στην ζωή της υπέρβαρης Μαρτίνας όταν αποφασίζει να κάνει την υπέρβαση και να χάσει ό... More

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΜΕΡΑ 100
ΜΕΡΑ 99
ΜΕΡΑ 98
ΜΕΡΑ 97
ΜΕΡΑ 96
ΜΕΡΑ 95
ΜΕΡΑ 94
ΜΕΡΑ 93
ΜΕΡΑ 92
ΜΕΡΑ 91
ΜΕΡΑ 90
ΜΕΡΑ 89
ΜΕΡΑ 88
ΜΕΡΑ 87
ΜΕΡΑ 86
ΜΕΡΑ 85
ΜΕΡΑ 84
ΜΕΡΑ 83
ΜΕΡΑ 82
ΜΕΡΑ 81
ΜΕΡΑ 80
ΜΕΡΑ 78
ΜΕΡΑ 77
ΜΕΡΑ 76
ΜΕΡΑ 75
ΜΕΡΑ 74
ΜΕΡΑ 73
ΜΕΡΑ 72
ΜΕΡΑ 71
ΜΕΡΑ 70
ΜΕΡΑ 69
ΜΕΡΑ 68
ΜΕΡΑ 67
ΜΕΡΑ 66
ΜΕΡΑ 65
ΜΕΡΑ 64
ΜΕΡΑ 63 🔥
ΜΕΡΑ 62
ΜΕΡΑ 61
ΜΕΡΑ 60 💔
ΜΕΡΑ 59
ΜΕΡΑ 58
ΜΕΡΑ 57
ΜΕΡΑ 56
ΜΕΡΑ 55
ΜΕΡΑ 54
ΜΕΡΑ 53
ΜΕΡΑ 52
ΜΕΡΑ 51
ΜΕΡΑ 50
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ - ΣΤΕΛΙΟΣ
ΜΕΡΑ 49
ΜΕΡΑ 48
ΜΕΡΑ 47
ΜΕΡΑ 46
ΜΕΡΑ 45
ΜΕΡΑ 44 🔥⛔🔥
ΜΕΡΑ 43
ΜΕΡΑ 42
ΜΕΡΑ 41
ΜΕΡΑ 40
ΜΕΡΑ 39
ΜΕΡΑ 38
ΜΕΡΑ 37
ΜΕΡΑ 36
ΜΕΡΑ 35
ΜΕΡΑ 34
ΜΕΡΑ 33
ΜΕΡΑ 32
ΜΕΡΑ 31
ΜΕΡΑ 30
ΜΕΡΑ 29
ΜΕΡΑ 28
ΜΕΡΑ 27
ΜΕΡΑ 26
ΜΕΡΑ 25
ΜΕΡΑ 24
ΜΕΡΑ 23
ΜΕΡΑ 22
ΜΕΡΑ 21 😭
ΜΕΡΑ 20 😭
MEPA 19
ΜΕΡΑ 18
MEPA 17
MEPA 16
ΜΕΡΑ 15
ΜΕΡΑ 14 😱
⚔️ΜΕΡΑ 13 ⚔️
ΜΕΡΑ 12 🔥
ΜΕΡΑ 11
ΜΕΡΑ 10
ΜΕΡΑ 09
ΜΕΡΑ 08 👯
ΜΕΡΑ 07
ΜΕΡΑ 06
ΜΕΡΑ 05
ΜΕΡΑ 04
ΜΕΡΑ 03
ΜΕΡΑ 02
ΜΕΡΑ 01
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

ΜΕΡΑ 79

9.6K 717 79
By StavrosAivalis


«Δεν αντέχω άλλο, Αντώνη!» σκούζω μετά από μια εντατική crossfit προπόνηση, που είναι ένα συνδυαστικό πρόγραμμα διάφορων ασκήσεων σε μικρό χρονικό διάστημα. Έτρεξα, έκανα άλματα, push-ups, κοιλιακούς, άρση, squats και κάτι τινάγματα με μια μπάλα. Έχω φτάσει στα όρια μου αλλά ο Αντώνης φωνάζει να συνεχίσω.

«Δεν με ενδιαφέρει, Μαρτίνα, συνέχισε τώρα!!!» ουρλιάζει κι εγώ συνεχίζω. Κάνω άλματα και άλλα περίεργα. Τα μάτια μου τσούζουν απ' τον ιδρώτα, σχεδόν ικετεύω τον Αντώνη να σταματήσει αλλά δεν έχει έλεος κανένα. Πόσο μα πόσο με μισεί πια;

Όταν πλέον τελειώνει η εξουθενωτική προπόνηση, πέφτω στο πάτωμα και ξαπλώνω. Θέλω να καρφιτσωθώ εκεί και να μείνω για πάντα. «Άντε, Μαρτίνα, έχασες αρκετές θερμίδες σήμερα, μπορείς να φας και λίγο παραπάνω στο barbeque του θείου σου» μου λέει και τον κοιτάω. «Πού ξέρεις εσύ γι' αυτό;» τον ρωτάω. «Με κάλεσε η θεία σου η Μαίρη χθες το βράδυ» μου λέει. «Α, και θα φέρεις και την...κοπέλα σου;» τον ρωτάω και κοιτάει αλλού. «Δεν είναι κοπέλα μου η Κίρκη, απλά βγαίνουμε. Και ναι, μάλλον θα έρθει» μου λέει και ανασηκώνομαι μέσα στα νεύρα, προσπαθώντας να κρατήσω την ψυχραιμία μου να μην του δώσω μπουνιά.

«Ξέρεις ότι η Κίρκη δούλευε στον θείο Κώστα; Δεν τα πήγαν πολύ καλά. Επίσης, ξέρεις τι δουλειά κάνει τώρα αυτή;» τον ρωτάω και με αγνοεί. «Ξέρω, όλοι την μισείτε αλλά αν την γνωρίσετε καλύτερα θα δείτε πόσο προσπαθεί να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Γι' αυτό δεν ακουώ τίποτα, Μαρτίνα. Και δε θέλω ν' ανακατεύεσαι στα προσωπικά μου, σε παρακαλώ πολύ» μου λέει και σοκάρομαι. Εγώ φταίω τώρα δηλαδή; Τον στρέφει εναντίον μου η κάργια; «Δεν ξέρεις τι έχει κάνει;» τον ρωτάω. «Την εμπιστεύομαι απόλυτα, Μαρτίνα. Κομμένη η συζήτηση! Τα λέμε το απόγευμα» μου λέει και φεύγει τσαντισμένος. Εγώ μένω εκεί να επεξεργαστώ τι έγινε και να σκεφτώ τι μπορώ να κάνω. Αν του δείξω τα χαρτιά που μου έδωσε η μαμά, θα πειστεί ότι δεν είναι καλός άνθρωπος; Ή είναι τόσο τυφλός απ' τον...έρωτα;

Βγαίνοντας απ' τα αποδυτήρια, πηγαίνω κι ανεβαίνω στη ζυγαριά. Την τελευταία φορά ήμουν 107 κιλά. Μετακινώ σιγά σιγά τον δείκτη να μου δείξει το βάρος. Το μετακινώ ξανά, και τότε βλέπω ένα χέρι να το μετακινεί για μένα. «101 κιλά» ακούω, είναι η Νάνσυ. «Μπράβο» μου λέει και την κοιτάω, προσπαθώντας να καταλάβω γιατί το παίζει καλή.

«Ευχαριστώ» της λέω κοφτά και κατεβαίνω απ' τη ζυγαριά. «Ανυπομονώ για το σημερινό πάρτι του θείου σου» μου λέει και γουρλώνω τα μάτια μου. «Εσύ από πού κι ως πού έρχεσαι;» την ρωτάω, σχεδόν προσβεβλημένη. «Η μαμά σου κάλεσε τον Αχιλλέα σαν ευχαριστώ που 'έσωσε' τον αδερφό σου και εγώ θα είμαι το +1 του. Θα είναι πραγματικά πάρτι ηρώων» λέει και χασκογελάει σαν ηλίθια.

Επιστρέφω σπίτι σκεπτόμενη τι δικαιολογία να βρω να μην πάω σ' αυτό το –ο Θεός να το κάνει- barbeque party ή ολοκαύτωμα. Αδιαθέτησα; Έχω μια σπάνια νόσο; Πέθανα; Έξω απ' το σπίτι μου, βλέπω έναν τεράστιο αρκούδο ροζ που κρατάει η Ελπίδα και στέκεται εκεί. «Πάλι εδώ;» την ρωτάω, όχι με τόσο θυμό όσο παλιά. Μέσα μου λίγο μου 'χε λείψει η μουτσούνα της παρά τα χίλια κακά που μου 'χει προκαλέσει.

«Αρκούδο;» την ρωτάω, έκπληκτη. «Υπέθεσα ότι τα anime κουκλάκια δεν θα είναι πολύ του γούστου σου τελικά» μου λέει και μου τον δίνει. Τον πιάνω και ανοίγω την πόρτα κι αυτή στέκεται έξω και με κοιτάει για να μπει ή όχι. «Έχεις δίκιο» της λέω και αγκαλιάζω τον αρκούδο, καθώς όντως λατρεύω τους αρκούδους. Ειρωνικό που με φωνάζαν αρκούδα στο σχολείο;

«Να περάσω δηλαδή;» ρωτάει η Ελπίδα και σκέφτομαι λίγο αλλά απαντάει η μαμά «Ναι!» αντί για μένα. «Θα πάμε στο barbeque party του θείου Κώστα, φυσικά και θα 'ρθεις, Ελπίδα μου» λέει η μαμά και την κοιτάω, θυμωμένη. «Δε νομίζω να θέλει» λέω κι η Ελπίδα πετάγεται και μπαίνει μέσα «Αμέ, λατρεύω τα κοψίδια». «Ελπίδα...!» της λέω με νόημα και η μαμά μου πετάγεται ξανά: «Άντε πήγαινε βοήθησε την Μαρτίνα να ετοιμαστεί. Φεύγουμε σε λίγο!»

Στο δωμάτιο μου, βάφομαι στον καθρέφτη όσο η Ελπίδα διαβάζει ένα περιοδικό. Κοιτιέμαι και αρχίζω και δακρύζω. Όσο σκέφτομαι τα λόγια του Αντώνη «...δε θέλω ν' ανακατεύεσαι στα προσωπικά μου, σε παρακαλώ πολύ» ανάμεσα σ' άλλα, θέλω να πεθάνω. Γιατί να μην ήμουν το επίκεντρο των προσωπικών του;

«Τι έγινε, Μαρτίνα; Σκέφτεσαι ακόμα τον Αντώνη;» με ρωτάει η Ελπίδα και την κοιτάω, έκπληκτη. Πρώτη φορά ασχολείται η Ελπίδα με κάτι εκτός του εαυτού της. «Πώς σου ήρθε αυτό;» την ρωτάω. «Τα 'μαθα ότι βγαίνει με αυτήν την καρακάξα, την μάνα του Σταμάτη, Θεός συγχωρέστον. Τι λες να κάνεις;» με ρωτάει. «Σαν τι να κάνω δηλαδή; Αφού δεν μ' ακούει καν» της λέω. «Σ' αρέσει ακόμα δηλαδή;» με ρωτάει και αναστενάζω. «Δεν είναι ότι απλά μ' αρέσει, Ελπίδα, εξωτερικά αλλά τον νοιάζομαι τόσο πολύ πλέον, θέλω μόνο το καλό του και πολύ φοβάμαι ότι η Κίρκη θα τον κατασπαράξει για τα λεφτά που του 'δωσε» της λέω και αρχίζω να κλαίω. «Πρέπει λοιπόν να τον πείσεις γι' αυτήν, Μαρτίνα. Άλλωστε δε νομίζω να του αρέσει καν στην πραγματικότητα απλά εκμεταλλεύτηκε την κατάστασή του. Εγώ πιστεύω, εσένα θέλει» μου λέει και γελάω.

«Τα 'χεις χάσει τελείως, Ελπίδα» της λέω και έρχεται κοντά μου και με πιάνει απ' τα χέρια. «Μαρτίνα, νομίζεις πολλοί θα ρίσκαραν ακόμα και την ελευθερία τους για να σε σώσουν όπως έκανε αυτός; Σκέψου λίγο, είναι απλά ο γυμναστής σου, και σκότωσε κάποιον για σένα! Το λέω κι ανατριχιάζω» μου λέει. «Είναι καλός άνθρωπος, Ελπίδα, κάτι που ίσως δε ξέρεις τι είναι» της λέω. Τότε μπαίνει ο Στέλιος, «Μαρτίνα, έχεις φορτιστή μήπως, ο δικός μου χάλασε» μου λέει. «Χτύπα πριν μπεις» του λέω. «Μπα, Ελπίδα, ξανά εδώ;» της λέει όσο εγώ ψάχνω τον φορτιστή μου. «Εσύ, Στέλιο, τι νομίζεις για τον Αντώνη, του αρέσει η Μαρτίνα;» ρωτάει η Ελπίδα κι εγώ της φωνάζω, οργισμένη να σκάσει.

«Φυσικά, απ' την πρώτη μέρα που τους είδα μαζί» λέει ο Στέλιος κι έχω μείνει. «Τι λες ρε, πας καλά; Μήπως παίρνεις ακόμα τα χάπια;» τον ρωτάω. «Σοβαρολογώ, αλλά δεν ήθελα να ανακατευτώ, είναι δική σου υπόθεση. Τότε που πήγαμε όμως στο κολυμβητήριο, ήταν φανερό πως του άρεσες» μου λέει. «Από τι είναι φανερό δηλαδή;» ρωτάω. «Μαρτίνα, το ξέρεις ότι στην κολύμβηση, οι γυμναστές ποτέ δεν μπαίνουν στο νερό μαζί με τους πελάτες τους και ούτε καν τους αγγίζουν για να τους δείξουν τις ασκήσεις. Απλά δεν είπα τίποτα για να μην το κάνω αμήχανο. Προφανώς όμως ήθελε να σου επιδειχθεί» μου λέει ο Στέλιος κι έχω μείνει. «Πρέπει να ήταν ωραία επίδειξη» λέει η Ελπίδα και γελάμε.

Στο αυτοκίνητο, κάθομαι ανάμεσα στην Ελπίδα και τον Στέλιο, ο οποίος δεν μιλάει πολύ, κοιτάει έξω απ' το παράθυρο. Η Ελπίδα τραγουδάει ένα τραγούδι της Πάολα απ' το ραδιόφωνο ενώ εγώ απλά προσπαθώ να ηρεμήσω. Έχω τόσο πολύ άγχος για το τι μπορεί να γίνει και ξαφνικά τους λέω να γυρίσουν σπίτι γιατί τάχα ξέχασα το κινητό.

Η αλήθεια όμως είναι ότι μ' επηρέασαν πολύ η Ελπίδα κι ο Στέλιος και αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου. Αρπάζω τον φάκελο με όλες τις ζημιές που προκάλεσε η Κίρκη. Κι έπεται και ένα τηλεφώνημα.

Η αυλή του θείου Κώστα και της θείας Μαίρης έχει σχεδόν γεμίσει από παιδιά και γονείς. Παίζει ελληνική μουσική στα εξωτερικά ηχεία ενώ μυρωδιές από την ψησταριά επικρατούν στον αέρα. Έχω που έχω το άγχος για την συνάθροιση φίλων και εχθρών, θα έχω και το άγχος της δίαιτας.

Με το που φτάνουμε μας καλωσορίζει η θεία Μαίρη. Πηγαίνουμε και καθόμαστε στο τραπέζι. Η Ελπίδα κοιτιέται συνεχώς με τον θείο, ο οποίος παραλίγο να καεί όταν την είδε. «Μπορείς να μην καρφώνεσαι;» της λέω και την σκουντάω. «Μα είναι τόσο Θεός» μου λέει καθώς ο θείος σκουπίζει τον ιδρώτα απ' τις μασχάλες. «Είσαι σιχαμένη, ρε φίλε, δεν μπορώ» της λέω. Αρχίζω και πίνω λίγο χυμό πορτοκάλι.

«Τι είναι αυτός ο φάκελος στη τσάντα σου;» με ρωτάει η Ελπίδα και παίρνω μια βαθιά ανάσα. «Η καταστροφή της Κίρκης. Ελπίζω δηλαδή» λέω. Ο Στέλιος παίζει λίγη μπάλα με τα ξαδερφάκια μας, ενώ ξαφνικά κάθεται δίπλα μου η κόρη μιας φίλης της θείας, η Μαρία, και συστηνόμαστε. Κοντούλα και λεπτούλα, ξανθιά με κόκκινες ανταύγειες και ένα φλοράλ φορεματάκι, αλλά στην ηλικία μας. «Τέλεια η τσάντα σου!» μου λέει και την αρπάζει. «Μπορώ να την έχω πίσω, σε παρακαλώ;» της λέω απότομα και μου την δίνει. «Αχ και τα μαλλιά σου είναι τέλεια, εγώ λέω να τα βάψω μωβ, τι λέτε;» μας ρωτάει.

«Εγώ λέω να τα κάνεις ουράνιο τόξο» λέει η Ελπίδα. «Γιατί δεν τα ξυρίζεις καλύτερα;» της λέω και αρχίζει να γελάει σαν χαζό. «Είστε πολύ αστείες, θέλετε να γίνουμε κολλητές;» μας ρωτάει και την κοιτάμε με περιέργεια. «Ε...όχι;» της λέω και γελάει. «Αχ έχεις τέλειο χιούμορ, κλασική Μαρτίνα» μου λέει λες και με ξέρει χρόνια. «Για πείτε λοιπόν, τι κουτσομπολιά έχετε;» ρωτάει κι ο μικρός της αδερφός έρχεται και της πετάει χώμα. «Αααα το φόρεμά μου! Θα σε σκοτώσω, βελζεβούλη!» του λέει και τον κυνηγάει στην αυλή.

«Ό,τι να 'ναι» λέω στην Ελπίδα. «Ο Μπομπ Σφουγγαράκης σε θηλυκό» σχολιάζει η Ελπίδα και γελάμε. Καταφτάνει ο Μάρκος, που τον κάλεσα το πρωί για συμπαράσταση. Μου προσφέρει πάντα μια ασφάλεια ότι θα είναι εκεί για μένα. Έρχεται στο μέρος μου, σηκώνομαι και του δίνω ένα φιλί αυθόρμητο. Όλοι μας κοιτούν κι η Ελπίδα γουρλώνει τα μάτια. «Τι συνέβη μόλις; Τα 'χετε εσείς τελικά;» ρωτάει αυτή κι εγώ κοκκινίζω από ντροπή. Απ' την μία κρίνω την Ελπίδα για αυτά που κάνει, και την ίδια ώρα εγώ φιλάω έναν και διεκδικώ άλλον! «Μάρκο, ήθελα να σου μιλήσω για χθες. Δε ξέρω πώς σου έκατσε, αλλά...εγώ δεν ζηλεύω τον Αντώνη για κανέναν λόγο. Απλά ανησυχώ γι' αυτόν, τον θεωρώ αδερφό μου, ειδικά μετά απ' αυτό που πέρασε για μένα» του λέω και αυτός δε σχολιάζει καθόλου, απλά με κρατάει σφιχτά. Δε ξέρω αν με πίστεψε, αλλά σίγουρα τον νοιάζομαι.

Μιλώντας για τον Αντώνη, καταφτάνει αγκαζέ με την...Κίρκη. Όλοι γυρνούν και τους κοιτούν. Από πίσω ακολουθεί κι ο Αχιλλέας με την Νάνσυ. «Καλώστους ήρωες και τους αντι-ήρωες» λέει η Ελπίδα και γελάει. Η θεία Μαίρη και οι γονείς μου πάνε και τους καλωσορίζουν, τον Αντώνη τουλάχιστον και τον Αχιλλέα καθώς την Κίρκη την αγνοούν τελείως.

Κάθεται αυτή σε μια άκρη της αυλής και πίνει κρασί μόνη της. Τα ψητά αρχίζουν και σερβίρονται. Αρχίζουν οι άντρες να τα λένε μεταξύ τους για την πολιτική και για άλλα θέματα, ενώ οι γυναίκες στρώνουν το τραπέζι, εκτός της Νάνσυ φυσικά που δεν ξεκολλάει απ' τον Αχιλλέα, κάνοντας τον Στέλιο να φρίττει από ζήλεια. Πρέπει να έχει χοντρο-τσιμπηθεί μαζί του.

Φυσάω και ξεφυσάω, δε ξέρω πότε θα καταφέρω να τραβήξω τον Αντώνη απ' όλους για να του το πω. Και αν είναι η σωστή μέρα, δε ξέρω. Δε θέλω να χαλάσω την γιορτή. «Τι σκέφτεσαι, Μαρτίνα; Αλήθεια πόσο καιρό τα 'χεις με τον Μάρκο;» με ρωτάει η Μαρία. «Δεν τα έχουμε!» της λέω, σαν να προσβλήθηκα και ο Μάρκος με κοιτάει με περιέργεια. «Τόσο κακό θα ήταν;» με ρωτάει ο Μάρκος κι εγώ βρίζω τον εαυτό μου που μιλάει πριν σκεφτεί.

«Δεν το εννοούσα έτσι, ήταν αυθόρμητο» του λέω και μένουμε σε μια άβολη σιωπή. «Μια φορά ο αδεφός μου τα έκανε ενώ έλεγε ποίημα στο σχολείο» λέει ξαφνικά η Μαρία και την κοιτάμε, απορημένοι. «Μιλώντας για αυθόρμητα ατυχήματα» συμπληρώνει. «Ααα λουκάνικο!» φωνάζει και πάει να φάει.

Αφού πέρασε η ώρα, άρχισαν να χορεύουν δημοτικά τραγούδια και τσιφτετέλια. Ο Αντώνης ξεκόλλησε για λίγο απ' την μάγισσα και πήγε στο μπάνιο. Το κινητό μου βούιζε από τον άνθρωπο που θα με βοηθήσει να ξεσκεπάσω την Κίρκη. Βρίσκω την ευκαιρία και πάω μέσα να περιμένω τον Αντώνη να βγει, κρατώντας τον φάκελο σφιχτά στα χέρια μου.

Στο δωμάτιο που χρησιμοποιούσε η θεία για γκαλερί των πινάκων της, ακούω τις φωνές του Αχιλλέα με του Στέλιου. Πηγαίνω και κρυφοκοιτάζω. «Πολύ όμορφο σπίτι πάντως και η θεία σου ταλαντούχα» λέει ο Αχιλλέας και ο Στέλιος κοιτάει μια ζωγραφιά μ' ένα περίεργο μπλε τέρας που φαίνεται να χορεύει. «Λίγο περίεργο στυλ έχει όμως» σχολιάζει ο Στέλιος. «Αυτό νομίζω το ζωγράφισαν τα παιδιά της» λέει ο Αχιλλέας κι ο Στέλιος γελάει.

«Μ' αρέσει όταν γελάς» λέει ο Αχιλλέας κι ο Στέλιος κοκκινίζει. «Η αλήθεια είναι ότι έχω πολύ καιρό να νιώσω χαρά. Και μόνο με σένα...μου βγαίνει αυθόρμητα» του λέει ο Στέλιος κι ο Αχιλλέας ξαφνικά τον πιάνει και τον φιλάει στο στόμα. Ο Στέλιος έχει μείνει χωρίς λόγια κι ο Αχιλλέας του χαμογελάει. «Μ' αρέσουν πολύ τα αυθόρμητα» του λέει ο Αχιλλέας ενώ εγώ συγκρατούμαι να μην ουρλιάξω από την χαρά μου. Όχι μόνο για τον αδερφούλη μου που επιβεβαίωσε ότι ο Αχιλλέας είναι gay και μάλιστα καψούρης γι' αυτόν αλλά και για την φρίκη που θα φάει αυτή η κακίστρω η Νάνσυ που νομίζει ότι μπορεί να τους έχει όλους.

Ακούω την πόρτα του μπάνιου και τρέχω να σταματήσω τον Αντώνη. «Τι έγινε, Μαρτίνα; Έφαγες;» με ρωτάει. «Ναι, με μέτρο φυσικά» του λέω και μου χαμογελάει. «Μπράβο σου, αλλιώς ξέρεις...» μου λέει. «Ναι, 20 λεπτά ποδήλατο» του απαντάω. «Ήθελα να σου μιλήσω για την Κίρκη» συνεχίζω και του δίνω τον φάκελο. Τα βλέπει όλα και φαίνεται να θυμώνει. «Κατάλαβες τώρα;» του λέω και μου τα πετάει πάνω μου. «Τι προσπαθείς να κάνεις, Μαρτίνα; Αυτά ανήκουν στο παρελθόν, και μια χαρά είναι οι γονείς σου τώρα! Σταμάτα πια να κατηγορείς την Κίρκη αλλιώς θα πρέπει να αλλάξεις γυμναστή!» μου φωνάζει και τότε ακούμε φωνές απ' τον κήπο όσο εγώ παίρνω ένα τηλέφωνο, έτοιμη να κλάψω.

Τρέχουμε όλοι και βλέπουμε τους γονείς μου και την θεία Μαίρη να μαλώνουν με την Κίρκη. «Φύγε από δω, μωρή, μιλάς κιόλας!» φωνάζει η θεία. Πρώτη φορά την ακούω να μιλάει έτσι. «Αντώνη, πάμε να φύγουμε από 'δω τώρα! Ήταν πολύ κακή ιδέα να έρθουμε!» λέει η Κίρκη. «Όντως, όλοι ζουν στο παρελθόν τους και δε μπορούν ν' ανοίξουν λίγο το μυαλό τους!» λέει ο Αντώνης και βγαίνουν απ' το σπίτι ενώ εγώ τους ακολουθώ με τον Στέλιο.

«Μαρτίνα, άστους, τελείωσε, δεν γίνεται κάτι!» μου λέει ο Στέλιος προσπαθώντας να με σταματήσει. Εγώ όμως θέλω να ζητήσω τουλάχιστον συγνώμη απ' τον Αντώνη. Καθώς προχωρούν έξω έρχεται μπροστά τους ο Αλέξανδρος κι η Κίρκη παθαίνει σοκ. Εγώ χαμογελάω.

«Γεια σου, Κίρκη» της λέει αυτός και της πετάει έναν φάκελο με λεφτά στα πόδια της. «Δε ξέρω ποιος είσαι, άσε με ήσυχη» λέει η Κίρκη και ο Αντώνης πάει να τον κάνει στην άκρη. «Δεν μ' αναγνωρίζεις; Είμαι αυτός που πούλησε τα χάπια αδυνατίσματος στην Μαρτίνα και άλλαξε τα χάπια του Στέλιου με αυτά της σχιζοφρένειας!» λέει ο Αλέξανδρος και ο Αντώνης σταματάει απότομα. Γυρνάει και μας κοιτάει. «Α ναι, αυτός ήταν που μπήκε στο δωμάτιο!» λέει ο Στέλιος κι εγώ γνέφω, επιβεβαιώνοντας αυτά που είπε.

«Η Κίρκη τον έβαλε, Αντώνη, για να μας δώσει τα χάπια αυτά. Βλέπεις, της χρωστάει πολλά λεφτά και όποιος μπλέκει με την αράχνη δεν γλιτώνει» του λέω κι η Κίρκη αρχίζει να τσιρίζει από τα νεύρα της «Λένε ψέματα, Αντώνη! Μην τους ακούς!» Ο Αντώνης προσπαθεί να τα επεξεργαστεί όλα και όταν πλέον ο Αλέξανδρος του δίνει και το χαρτί που λέει ξεκάθαρα τι χρωστάει και σε ποιον, δηλαδή στην Κίρκη, τα παίρνει άσχημα.

«Δεν το πιστεύω αυτό που έκανες. Κατέστρεψες οικογένειες και δουλειές, και τώρα προσπάθησες να καταστρέψεις την Μαρτίνα και τον Στέλιο. Έχουν δίκιο τελικά που σε λένε τέρας, δεν ήθελες τίποτα άλλο απ' την εκδίκηση!» της λέει κι αυτή αρχίζει και ωρύεται. «Ε ναι, λοιπόν, ήθελα να τους καταστρέψω γιατί εξαιτίας τους έχασα τον γιο μου, τον αγαπημένο μου γιο. Και τώρα εσύ μου χρωστάς τα διπλά απ' όσα σου έδωσα, δηλαδή 90,000 ευρώ! Αν δεν μου τα δώσεις μέχρι την άλλη Παρασκευή, θα δεις τι μπορώ να κάνω, Αντωνάκη!» του λέει κι εκείνος την χαστουκίζει. «Φύγε από μπροστά μου! Φίδι!» της φωνάζει και αυτή φεύγει έξαλλη και πετάγεται στο πρώτο ταξί.

Πηγαίνουμε πάλι πίσω στο σπίτι, κι ο Αντώνης με κρατάει απ' το χέρι, συγκλονισμένος και μετανιωμένος. Καθώς μπαίνουμε ακούμε πάλι κραυγές. «Τι συνέβη τώρα;» αναρωτιέμαι και τρέχει η Μαρία σε μένα. «Τρέξε, Μαρτίνα, η θεία Μαίρη τα 'χει χάσει τελείως! Είδε τον κύριο Κώστα να φιλιέται με την Ελπίδα στο δωμάτιό τους!!!» φωνάζει, κλαίγοντας, και τρέχουμε όλοι εκεί.

Σύντομα, ο θείος Κώστας βρίσκεται με τα πράγματά του στον δρόμο όσο τα παιδιά του κλαίνε και παρακαλάνε την θεία να μην φύγει. Αυτή όμως έχει κουλουριαστεί στο πάτωμα και κλαίει όσο η μαμά την αγκαλιάζει και προσπαθεί να της συμπαρασταθεί. Εγώ κοιτάω την Ελπίδα, πιο οργισμένη από ποτέ, κι η Ελπίδα γεμάτη δάκρυα μου λέει «Ό,τι και να πεις...έχεις δίκιο. Δεν θα σε ξαναενοχλήσω ποτέ...στο υπόσχομαι. Συγνώμη...» και τρέχει έξω. Εγώ ξεσπάω σε λυγμούς στην αγκαλιά του Αντώνη, κι ο Μάρκος έρχεται κοντά μου και προσπαθεί να με στηρίξει χαϊδεύοντας την πλάτη μου αλλά φανερά γεμάτος ζήλεια για τον Αντώνη.

Continue Reading

You'll Also Like

76.9K 3K 83
Ρόζα. Ένα κορίτσι διαφορετικό, ένα κορίτσι συνεσταλμένο, ντροπαλό. Δύσκολα δείχνει τα συναισθήματα του.. Ένα κορίτσι στερημένο. Δεν έχει ευχαριστηθεί...
20.1K 619 31
Η Μάρα ένα 17χρονο κορίτσι ζει μια ήσυχη και φυσιολογικη ζωή...Πήγαινει 2α λυκείου σε ένα εσώκλειστο ιδιοτικο κολεγιο και μένει εκεί με την κολλητή τ...
104K 9.5K 43
[BOOK 2] Χευυυ... Αυτη η ιστορια ειναι sequel της ιστοριας "Everything Is Possible" οποτε καλυτερα οσοι δεν την εχετε διαβασει να την διαβασετε για...
75.2K 2.8K 72
"Σου φερόμουν πολύ σκατα όταν είμασταν μαζί." "Μα δεν είμασταν ποτέ μαζι." #1 teenromance #3 enemiestolovers Υπό διόρθωση μπειμπζ