Η Έλλη ξύπνησε μέσα στην καρδιά της νύχτας βάζοντας τα κλάματα. Ανασηκώθηκε αναζητώντας με τα δάχτυλα στα τυφλά τον διακόπτη, ήθελε να ανάψει το φως. Όταν τον βρήκε, πετάχτηκε από το κρεβάτι κι έβγαλε το νυχτικό της. Ήταν απίστευτο αλλά κάτω ακριβώς από το στήθος της, το κάψιμο που ήταν εκεί, συνοδευόταν κι από ένα απειροελάχιστο τσούξιμο, σαν να την είχε τρυπήσει εκεί ο Έριλ πριν από λίγο. Όμως, αμέσως μόλις την έκανε αυτή τη σκέψη, το τσούξιμο εξαφανίστηκε, ίσως και να μην είχε υπάρξει ποτέ αυτό... Έτριψε το σημείο μα μετά συνειδητοποίησε πως έπρεπε να καταγράψει τα πάντα, προτού εξασθενήσουν οι αισθήσεις που διατηρούνταν ακόμη μέσα της ολοζώντανες, όπως επίσης και οι διάλογοι, και οι μυρωδιές ακόμη... Καθώς έγραφε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, ήταν σαν να άκουγε τους ήχους από τα όπλα και το ποδοβολητό των στρατιωτών του βασιλιά. Μόνο όταν τελείωσε είδε πόσα πολλά είχε γράψει. Τι θα έλεγε άραγε ο Άγγελος; Και τι ώρα να ήταν; Κοίταξε την οθόνη του τηλεφώνου της που το είχε αφήσει ανοιχτό επίτηδες για αυτό τον λόγο. Κόντευε τέσσερις το πρωί, έπρεπε να ξανακοιμηθεί αν ήθελε να είναι σε θέση να δουλέψει έπειτα από λίγες ώρες. Βέβαια, μόνο εύκολο δεν ήταν να το κάνει, αλλά ήταν τέτοια η επιθυμία της να στρωθεί στη δουλειά, που τα κατάφερε. Πριν αποκοιμηθεί πάντως, πρόφτασε να αναρωτηθεί αν είχε παίξει κάποιο ρόλο ο σταυρός του Άγγελου στο να δει το συγκεκριμένο αυτό όνειρο, το οποίο έστω και με τον δικό του τρόπο, της είχε μόλις δώσει ακόμη μια απάντηση σε ένα βασανιστικό ερώτημα. Ξύπνησε στις οχτώ, δεν είχε ονειρευτεί τίποτα άλλο, κι αυτό της άρεσε. Το μυαλό της ήταν καθαρό κι έτσι δεν ήθελε να χάσει ούτε λεπτό. Έκανε ντους και μετά έψαξε για το τι θα φορούσε. Διάλεξε ένα στενό μπλε υφασμάτινο παντελόνι, κι ένα λεπτό μα μαλακό επίσης μπλε πουλόβερ. Δε βάφτηκε καθόλου, μόνο το αγαπημένο της κραγιόν άπλωσε στα χείλη της, φρόντισε όμως να βάλει αρκετό από το άρωμα με τις αγριοφράουλες. Μετά, πήρε το κινητό της και την τσάντα της, και κατέβηκε στην τραπεζαρία του ξενοδοχείου. Είδε με κάποια απογοήτευση πως ο Άγγελος δεν είχε έρθει ακόμη. Ίσως και να είχε αργήσει να τον πάρει ο ύπνος. Ας ξεκουραζόταν, θα άρχιζε μόνη της να δουλεύει. Πήγε στον μπουφέ και γέμισε ένα πιάτο με αρμυρές και γλυκές νοστιμιές, και μετά επέστρεψε στο τραπέζι της. Ήπιε μια γουλιά από τον χυμό της και συνδέθηκε σε μια μηχανή αναζήτησης. Εκεί, κατέβασε όσο πιο γρήγορα της επέτρεπε η ταχύτητα του διαδικτύου, διάφορα δεδομένα που αφορούσαν στην ιστοσελίδα εκείνη για την οποία είχε μιλήσει στον Άγγελο η Λία Αντωνίου. Της πήρε πάνω από είκοσι λεπτά να την εντοπίσει, προφανώς επειδή δεν ήταν ευρέως γνωστή, κι έτσι δεν εμφανιζόταν πάνω- πάνω στα αποτελέσματα των αναζητήσεων. Μόλις μπήκε χαμογέλασε. Επιτέλους, θα έκανε κάτι... «Καλημέρα Έλλη, πώς είσαι; Βλέπω δε χάνεις καθόλου χρόνο, αν έτρωγες και μια μπουκιά θα χαιρόμουν ακόμη περισσότερο». Ο Άγγελος κάθισε απέναντι της. Είχε μόλις γεμίσει κι αυτός ένα πιάτο. «Ωχ, καλημέρα, εντάξει, ομολογώ πως ξεχάστηκα, είσαι καλά; Έχω φοβερά πράγματα να σου πω, για κοίτα, για κοίτα, βιαζόμαστε»... Του έδωσε το τετράδιο με τις σημειώσεις, και μετά έβαλε στο στόμα της μια μεγάλη μπουκιά από το κέικ πορτοκαλιού, είχε πάρει δυο φέτες, αλλά δεν είχε αγγίξει καμία. «Κατάλαβα, η δράση μόλις άρχισε, καλή μας διασκέδαση λοιπόν, εντάξει είμαι, εσύ»; Ο Άγγελος προσπαθούσε σκληρά να κάνει χιούμορ και να φανεί ευδιάθετος. «Καλά είμαι κι εγώ, αυτή τη στιγμή κάνω την εγγραφή μας στην ιστοσελίδα που σου ανέφερε η συνάδελφος σου. Πρέπει να δώσουμε κάποια στοιχεία για τη φύση της αναζήτησης που μας ενδιαφέρει για να συμπληρώσουμε την αίτηση σωστά. Θα δώσω τα ονόματα μας καθώς κι αυτό του Πέτρου, και θα γράψω πως επιθυμούμε πρόσβαση στο υλικό για σημαντικότατους λόγους, που αφορούν αστυνομική έρευνα για ανθρωποκτονίες». «Δε σε προλαβαίνω Έλλη, προχώρα, αλλά φάε κιόλας, αλλιώς θα σου το πάρω αυτό το πραγματάκι από τα χέρια». Η Έλλη συμμορφώθηκε. Για πέντε λεπτά δε μίλησε κανείς τους, ο Άγγελος διάβαζε με προσήλωση και κατάπληξη όσα είχε γράψει εκείνη στο τετράδιο πριν από λίγες ώρες, ενώ η Έλλη συμπλήρωνε τη σχετική φόρμα με το αίτημα τους». Κάποτε, τελείωσε κι άφησε για λίγο κάτω το κινητό της. «Εντάξει, καταχωρήθηκε, αναμένουμε απάντηση μέσα σε λίγες ώρες, αφού πρώτα διενεργηθεί ο καθιερωμένος έλεγχος με άκρα μυστικότητα και σεβασμό στα ανθρώπινα δεδομένα, θα ακολουθήσει εξακρίβωση στοιχείων, και μετά, αν πληρούμε όλες τις απαραίτητες προυποθέσεις, θα λάβουμε ένα ηλεκτρονικό μήνυμα με την ώρα και τη μέρα που θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην αναζήτηση που μας ενδιαφέρει». «Υπέροχα, κι αυτό που διάβασα μόλις Έλλη, υπέροχο μου μοιάζει εμένα, κι ας είναι και ψέμα, κι ας ζει μόνο στο μυαλό σου το συγκεκριμένο όνειρο». Της επέστρεψε το τετράδιο κοιτώντας την. Η τραπεζαρία, είχε στο μεταξύ αρχίσει να γεμίζει. «Δεν ξέρω αν έπαιξε ρόλο ο σταυρός, μα για καλό και για κακό, θα τον κρατήσω για μερικές μέρες ακόμη». «Αυτό να κάνεις, εγώ δεν ονειρεύτηκα τίποτα απολύτως». Η Έλλη έγνεψε κι επέστρεψε στο φαγητό της, ενώ το κινητό του Άγγελου άρχισε να κουδουνίζει. «Ο Πέτρος είναι, θα δεις, θα γκρινιάξει πως τον ξεχάσαμε»... «Όχι δα»... «Καλημέρα Πέτρο, πώς είσαι; Όχι, δε σε ξεχάσαμε... Ναι, καλά είμαστε, πιάσαμε δουλειά εδώ και ώρα... Ναι, το έστειλε η Κάρεν το πρόγραμμα της εκδήλωσης μα δεν πρόλαβα να το δω, δώσε μου λίγη ώρα και θα σε ενημερώσω... Ναι, και τι είπε»; Η Έλλη κατάλαβε από την αλλαγή τόσο στον τόνο της φωνής του, όσο και στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, πως ένα ακόμη κομμάτι του παζλ έμπαινε στη θέση του. «Κατάλαβα, ναι, θα της το πω... Εντάξει, θα μιλήσουμε λίγο αργότερα για να δούμε σε ποιο σημείο θα έχει φτάσει η πρόοδος του καθενός μας». Ο Άγγελος το έκλεισε, και το τηλέφωνο άρχισε να χτυπάει πάλι πριν περάσουν τριάντα δευτερόλεπτα, το αγνόησε όμως. «Τι σου είπε»; Τα έξυπνα προγράμματα που μας είχαν βοηθήσει την πρώτη φορά το έκαναν και τώρα το θαύμα τους. Οι ειδικοί δούλεψαν πάνω στα σύμβολα των δυο σχεδίων που έφτιαξε στην Κλέλια, και η δουλειά τους απέδωσε καρπούς, και μάλιστα με μεγαλύτερη σαφήνεια, χωρίς κανένα περιθώριο λάθους. Το μήνυμα ήταν απλό και σύντομο, έγραφε δική μου πάντα. Ακολούθησε μια κάπως διαφορετική μέθοδο εδώ, αφού η φράση αυτή ήταν γραμμένη στα λατινικά, με εξαίρεση λίγων γραμμάτων τα οποία τα πήρε από άλλες γλώσσες, αλλά δεν ήταν πολύ διαφοροποιημένα κι έτσι δεν προέκυψε καμία δυσκολία στην αποκρυπτογράφηση του μηνύματος αυτού». Η Έλλη τύλιξε τα δάχτυλα της γύρω από το ποτήρι της, και τα έσφιξε εκεί, αλλά το χέρι του Άγγελου της τα απομάκρυνε αποφασιστικά. «Τελείωσε αυτό Έλλη, μπορεί το κτήνος να λέει και να νομίζει ό,τι θέλει, εμάς όμως αυτό δε μας ενδιαφέρει, συνεχίζουμε απλά να δουλεύουμε, είμαστε σύμφωνοι»; «Ναι Άγγελε, για αυτό άκου τι έχω σκεφτεί. Πιστεύω πως η αναφορά του στο γεγονός πως δε μπόρεσα να σώσω ανθρώπινες ζωές μόνο τυχαία δεν είναι, κι έτσι θα προχωρήσω βασιζόμενη στην εικασία πως με κατηγορεί για κάτι. Κι αυτό το κάτι, αφορά προφανώς σε λάθη ή παραλείψεις που διέπραξα στη δουλειά μου. Κάθε τόσο, κάνω κάποια έκθεση, την οποία την υποβάλλω στους αρμόδιους ειδικούς, σε αυτή ενημερώνω για τα πιο σοβαρά περιστατικά που αντιμετωπίζω, και εισηγούμαι για την παραπομπή τους σε κάποιον ψυχίατρο για να αναλάβει να συνεχίσει εκεί από όπου σταματάω εγώ κάθε φορά. Καταλαβαίνεις τι θέλω να πω»; «Φυσικά, και ο συλλογισμός σου μου φαίνεται ορθός ως εδώ, λοιπόν»; «Λοιπόν, θα πρέπει να πάω στο σπίτι για λίγο. Έχω αποφασίσει να ελέγξω όλα τα αρχεία που έχω φυλάξει μέσα στα χρόνια που την κάνω αυτή τη δουλειά, και δεν αναφέρομαι μόνο στο διάστημα που εργάζομαι για τον δήμο... Έχω δουλέψει και για άλλες παρόμοιες δομές, θα τα ψάξω όλα Άγγελε, μα θα επικεντρωθώ στις συνεδρίες μου με τις γυναίκες. Τώρα βέβαια δε μπορώ να θυμηθώ καλά ποιες από αυτές είχαν κόκκινα μαλλιά αλλά δεν πειράζει, μέσα από τις πληροφορίες που θα αντλώ για την κάθε μια, θα έρχονται στην επιφάνεια και πολλές αναμνήσεις από τα πρόσωπα τους. Τα αρχεία αυτά είναι μυστικά κι απόρρητα κι έτσι όπως καταλαβαίνεις είναι αδύνατο να μιλήσω σε κάποιον άλλον τόσο για την ύπαρξη όσο και για το περιεχόμενο τους». «Είναι καλή νομίζω η σκέψη σου Έλλη, αν εστιάσεις σε λίγες περιπτώσεις, ίσως να γίνει ευκολότερη και η κατάδειξη μιας σύνδεσης ανάμεσα σε κάποια γυναίκα από αυτές με τον δολοφόνο. Θα τηλεφωνήσω αμέσως στον Αλέξη για να μάθω αν θα είναι ασφαλές να πας εκεί για να πάρεις αυτά που σου χρειάζονται». Κάλεσε τον Αλέξη και μίλησε για λίγο μαζί του. Μετά, της έγνεψε καταφατικά και σηκώθηκε. Η Έλλη ένιωθε έξαψη καθώς τον ακολουθούσε έξω από την τραπεζαρία, είχε πολλά να κάνει... «Τι σου είπε»; «Είπε πως είναι όλα εντάξει, θα πάμε μαζί μέχρι εκεί». «Μα δεν είναι κοντά στο ξενοδοχείο». «Και τι με αυτό; Δεν πρόκειται να σε αφήσω μόνη Έλλη, σε καμία περίπτωση». Το κινητό του άρχισε πάλι να χτυπάει. «Αυτός που σε ψάχνει είναι ιδιαίτερα επίμονος, για αυτό καλά θα κάνεις να το σηκώσεις. Εγώ είμαι έτοιμη, θα φύγουμε αμέσως μόλις μπορέσεις». Ο Άγγελος κούνησε το κεφάλι κι απάντησε στην κλήση: «Παρακαλώ; Γεια σου Στέφανε, είμαι καλά, σε ευχαριστώ πολύ... Να είσαι καλά, ούτε κι εγώ μπορώ να το πιστέψω πως τη χάσαμε. Πες μου, πότε; Τι ώρα»; Η Έλλη αναρωτήθηκε ποιος ήταν αυτός ο Στέφανος που ήξερε το προηγούμενο επώνυμο του Άγγελου αφού του έδινε προφανώς τα συλλυπητήρια του για την Κλέλια. Και η απορία της αυτή δεν άργησε να απαντηθεί: «Είναι δικηγόρος, από το γραφείο με το οποίο συνεργάζεται στενά η Αλίκη. Θυμάσαι που εκείνη τον ζητούσε επίμονα χθες»; Η Έλλη έγνεψε. «Τώρα είναι αυτός που ζητάει επίμονα να δει εμένα, και δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο. Όπως άκουσες, αρνείται να μου πει ο,τιδήποτε από το τηλέφωνο». «Δεν τον κακίζω, αν αυτό που σε θέλει είναι σοβαρό, πράγμα που πιστεύω πως ισχύει, τότε θέλει να σε δει από κοντά για να μπορέσει να σου πει περισσότερα». «Το καταλαβαίνω αλλά θέλω να ασχοληθώ με την έρευνα και σήμερα και αύριο». Η Έλλη τον άγγιξε στον ώμο. «Δε θα συμβεί τίποτα αν πας στο γραφείο αυτό και μείνεις μισή ώρα εκεί για να δεις τι σε θέλουν». «Κι εσύ πού θα είσαι»; «Στο σπίτι μου, θα ζητήσουμε από τον Αλέξη να έρθει μέσα και να μου κάνει λίγη παρέα όσο εγώ θα συγκεντρώνω τα cd με τα ψηφιακά αρχεία. Μετά θα έρθεις να με πάρεις και θα φύγουμε μαζί από εκεί». Ο Άγγελος την κοίταξε με αμφιβολία. «Δεν ξέρω Έλλη»... «Εγώ όμως ξέρω, αυτό θα κάνουμε, ξεκινάμε Άγγελε, δε θέλω ούτε κι εγώ να χαθεί καθόλου χρόνος». «Μου αρέσει πολύ να παίρνεις την κατάσταση στα χέρια σου». Την κοίταξε με την ίδια λαχτάρα που την είχε φιλήσει και χθες, κι εκείνη αισθάνθηκε την ανάλογη δόνηση μέσα σε ολόκληρο το σώμα της. «Δεν έχω άλλη επιλογή». Άφησαν το ξενοδοχείο μέσα σε πέντε λεπτά. Από τη στιγμή που μπήκαν στο αυτοκίνητο του Άγγελου, εκείνος κάλεσε πάλι τον Αλέξη στο τηλέφωνο για να του πει πως έπρεπε να φύγει για λίγο, και συνεννοήθηκε μαζί του. Εκείνος υποσχέθηκε πως θα τους περίμενε εκεί, και πως θα έκανε με ευχαρίστηση παρέα στην Έλλη. Του είπε επίσης, πως είχε μόλις φτάσει ένα δέμα για εκείνη, αλλά αυτό ήταν καθαρό πέρα για πέρα αφού είχε πάνω του τις σφραγίδες από το κατάστημα του Λονδίνου από το οποίο είχε φύγει. «Μη μου πεις πως είναι το τσάι μας»... «Νομίζω πως είναι αυτό, σου επιτρέπω να το δοκιμάσεις όσο θα λείπω». «Όχι, αυτό δεν πρόκειται να το κάνω, μαζί θα πιούμε την πρώτη κούπα, ακόμη κι αν αυτό γίνει όταν επιστρέψουμε πίσω στον Μαίανδρο». «Σύμφωνοι τότε». Ο Άγγελος αφοσιώθηκε στην οδήγηση αφήνοντας το χαμόγελο του να ξεθωριάσει. «Θέλω να σου πω κάτι, το ξέρω πως θα χρειαστείς βοήθεια για να οργανώσεις την κηδεία της Κλέλιας όταν πάρεις την άδεια του ιατροδικαστή Σταυρίδη. Η Αλίκη δε γίνεται να αναμειχθεί πολύ ενεργά στη διαδικασία αυτή, εγώ όμως θα το κάνω. Δε θα σε αφήσω μόνο σου με τίποτα. Δεν έχει σημασία που δεν ήμουν φίλη της, για κάποιο λόγο νιώθω πως της οφείλω πολλά». «Το λες αλήθεια; Σε ευχαριστώ πάρα πολύ Έλλη, δεν ξέρεις πόσο το εκτιμάω αυτό». «Άσε την εκτίμηση στην άκρη, τι νόμιζες πως θα έκανα»; «Θα γίνει σε πολύ περιορισμένο κύκλο, και θα ζητήσω από τον Πέτρο να μας βοηθήσει στο να κρατήσουμε μακριά όλους τους δημοσιογράφους». «Θα το κάνει, κανένα δικαίωμα δεν έχουν να γίνουν μάρτυρες της θλίψης όλων σας». «Να δούμε αν θα μπορέσει να έρθει και η Αλίκη, θα μιλήσω και με τους γιατρούς της σήμερα, αλλά είμαι σίγουρος πως ακόμη κι αν δεν της το επιτρέψουν θα βρει τον τρόπο να φτάσει πρώτη στην εκκλησία». «Για να το λες εσύ έτσι θα είναι». «Μακάρι να μπορούσες να τη γνωρίσεις όταν ήταν στις μεγάλες της δόξες... Άλλο πρόσωπο έβγαζε στην επαγγελματική της ζωή, κι άλλο όταν ήταν στις καλές της και μας είχε κοντά της». «Σου λείπουν όλα αυτά πολύ, έτσι δεν είναι»; «Ναι Έλλη, αν κι αυτό δεν κρατάει πολύ στην πραγματικότητα. Έχω προσαρμοστεί στην καινούρια μου ζωή». «Το καταλαβαίνω αυτό, μα πάντα, όλα όσα έχουμε ζήσει, τα κουβαλάμε μαζί μας, όπου κι αν πάμε, κι ό,τι κι αν κάνουμε». «Θα ήθελα να τα ξαναβρώ με την Αλίκη πριν φύγει κι εκείνη, γιατί το έχω ήδη δεχτεί πως θα φύγει και μάλιστα γρήγορα». Η Έλλη συγκινήθηκε. «Το νιώθω πως αυτό τουλάχιστον θα γίνει». «Μακάρι Έλλη, το θέλω πάρα πολύ, κι ας με πλήγωσε τόσο πολύ τότε».

Στο κόκκινοजहाँ कहानियाँ रहती हैं। अभी खोजें