Λονδινο

897 45 0
                                    

Δυο χρόνια αργότερα....
Σήμερα.

Το ξυπνητήρι άρχισε να χτυπάει.
Το κλείνω.
Και αύριο αυτό θα γίνει όπως κάθε μέρα δύο χρόνια τώρα.
Κλείνω το παράθυρο. Το πρώτο φως αρχίζει να βγαίνει. Ο Αέρας στην Ιταλία είναι αποπνικτικος.
Παντού είναι.

-Πρωινο!
Η Χάνα εμφανίζεται στη πόρτα μου κρατώντας μια σακούλα και ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
-Δεν προλαβαίνω έχω δουλειά.
Στρυφογιριζει τα μάτια και αγνοώντας με εντελώς ερχετε μπροστά μου. Αφήνει τον καφέ στα χέρια μου και το τοστ.
-Παλι δεν κοιμήθηκες?
Φταίω εγώ να την ειρωνευτω τώρα?.
-Ειχα να τελειώσω κάποια πράγματα.
Γυρίζω το βλέμμα μου στο παράθυρο ενώ ο ουρανός ανοίγει τα χρώματα του.
-Δεν είμαι η μαμά σου Ρο αλλά σε νοιάζομαι!
Σε εστιατόριο δουλεύεις. Το σπίτι είναι αχουρι, τι έκανες δηλαδή.
Τι να απαντήσω?
Αφού είχε δίκιο.
Την ακούω να αναστεναζει και να σηκώνεται
-Θα σε δω στο μαγαζί
Η πόρτα πίσω της άκουγεται να κλείνει και εγω απολαμβάνω την ανατολή για μερικά ακόμη δευτερόλεπτα.

Αν δεν ήταν αυτή ποιος ξέρει που θα ήμουν τώρα. Με βρήκε μετά από ένα μήνα εκεί που με πέταξαν και φύγαμε μαζί από Νέα Υόρκη για Ιταλία. Με φιλοξένησε σπίτι της,έπειτα μου βρήκε δουλειά και αυτό το διαμέρισμα. Δεν με πίεσε ούτε λεπτό. Ένα βράδυ όμως που μέθυσα πολύ της τα είπα όλα  για τον Άγγελο μονο, το επόμενο πρωί έκλαψα στον ώμο της. Ποτέ δεν κατάλαβε γιατι με βρήκε έτσι δεν κάλεσε ούτε την αστυνομία όπως της ζητησα, δεν θα μάθει για το δικό της καλο.Με παρηγόρησε και μου στάθηκε όσο κανείς .
Ο πόνος που τότε πίστευα πως είχα δεν ήταν παρά μικρά τσιμπήματα πινεζας μπροστά σε αυτό που ήρθε μετα.
Αλλά τι να λέω?
Όλα τελείωσαν και όμως τον βλέπω παντού. Τον νιώθω γύρω μου και αν και το πρόσωπο του ξεθωριάζει η φωνή του έχει μείνει στα αυτιά μου και το άγγιγμα του στο σώμα μου.

Συνεφερνω τον εαυτό μου από τον μικροκοσμο που είχα μπει άλλωστε αυτά τα λέω κάθε μερα και είναι ώρα να ντυθείς Ρο!

-Καλημερα Ρο!
Ο Τζακ κάθε μέρα με το χαμόγελο του στη πόρτα.
-Καλημερα Τζακ δεν άργησα?
Το γελάκι δεν έμεινε απαρατήρητο.
-Ερχεσαι πάντα πιο νωρίς από όλους και φεύγεις τελευταία. Μερικές φορές αναρωτιεμαι αν όντως έχεις θέματα.
Το γέλιο δεν συγκρατιεται.
Γουρλωνει τα μάτια και με κοιτάει αμήχανα με ένα χαμόγελο.
-Τι?
-Δεν ......δεν σε έχω ξανά δει να γελάς.
Ο χώρος γύρω μου κλείνει και το οξυγόνο χάνεται. Φεύγω γρήγορα και πάω να αλλάξω.
Αυτό διμηουργουσε απορειες σίγουρα. Εδώ πάντα ήμουν ψυχρή σαν ρομπότ χωρίς συναίσθημα. Δεν ήθελα και δεν θέλω κάνεις να δει τίποτα. Το ότι γέλασα με έκανε να νιώσω ευάλωτη.
Ευάλωτη στον ίδιο μου τον εαυτό δεν ένιωθα άνετα με εμενα πια.

Εγώ....το πολύτιμο παιχνίδι  τουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα