"Ξέρω πως θα σε θυμηθούν οι γονείς σου"

1.2K 82 9
                                    

"Εσενα ήθελα πάντα Ερμιόνη."
.
.
.
"Απο την πρώτη στιγμή που σε είδα. Εσύ και αυτό το υφακι σου. Μα ήξερα πως δεν γινόταν. Οι γονείς μου δεν θα επέτρεπαν ποτέ κάτι τέτοιο. Θα ήμουν ένας προδότης του αίματος. Δεν ήθελα να τους απογοητεύσω. Έτσι σε μίσησα. Κάνοντας σε να πονάς μέρα με την μέρα αποστασιοποιηθηκα από τα συναισθήματα που είχα για εσένα. Μέχρι που ήρθε ο Ρον. Κατάλαβα τι ένιωθες από τον τρόπο που τον κοιτούσες. Ναι ζήλευα μα ήξερα εξ αρχής πως δεν υπήρχε ελπίδα. Ετσι άρχισα να βγαίνω με άλλες. Οταν πια έμαθα για τον γάμο το πήρα απόφαση. Είπα στους γονείς μου για την Αστόρια. Μα εσύ ήσουν πάντα εκει."

Τον κοιτούσε χωρίς να πιστεύει αυτά που ακούει. Αν κάποιος της έλεγε πως ο Ντρακο Μαλφοι είχε συναισθήματα για εκείνη όλα αυτά τα χρόνια το μόνο που θα έκανε ειναι να γελάσει. Μα είχε κάποιο νόημα. Δεν ηταν η μόνη με γονείς Μαγκλς στο σχολείο ήταν η μόνη όμως που πληγωνε με κάθε ευκαιρία. Δεν του είπε τίποτα. Ένωσε τα χειλη της με τα δικά του. Τα χείλη του μετακινηθηκαν στον λαιμό της. Ενα ρίγος απλωθηκε σε όλο το κορμι της. Την σήκωσε στα χέρια του και την ακούμπησε στο κρεβάτι πίσω τους ανεβαίνοντας πάνω της. Του έβγαλε την μπλούζα και την πέταξε στο πάτωμα. Εκείνος τράβηξε το ραβδί του από την πίσω τσέπη του παντελονιού του και απλά έσβησε τα φώτα.
.
.
.
"Μα πώς να μην έχω κόντρα μαζί σου? Ήσουν η καλύτερη σε όλα. Ο πατέρας μου είχε τόσες προσδοκίες απο εμενα όπως είχα και εγώ από τον εαυτό μου άλλωστε. Μα πάντα ερχόμουν δεύτερος."

Τα δάχτυλά τους ηταν πλεγμενα ενώ ήταν αγκαλιά στο κρεβάτι. Ηταν η πρώτη τους νύχτα μαζί. Μάθαινε πράγματα για εκείνον που δεν τα είχε φανταστεί καν.

"Πολλούς εκνευριζα είναι η αλήθεια. Αλλά δεν έφταιγα εγώ. Πραγματικά μου αρέσει να διαβάζω. Εντάξει ήθελα και να αποδείξω η αλήθεια είναι σε κάθε τύπο σαν εσένα πως άξιζα που βρισκόμουν εκεί πέρα."

"Αξίζεις περισσότερο από κάθε μάγο και μάγισσα που ξέρω."

"Ω ελα τώρα Ντρακο? Τι απέγινε ο παλιός Ντρακο? Με τόσα καλά λόγια που ακούω θα πιστέψω ότι κάτι δεν πάει καλά."

"Εσείς οι γυναίκες δεν ξέρετε τι θέλετε!" ειπε και σηκώθηκε από το κρεβάτι.

"Που πας?"

"Εχω ραντεβού με τον οδοντίατρο. Θα έρθεις?"
.
.
.
"Ντρακο γιατί μου το κάνεις αυτό?"

"Ερμιόνη πρέπει να το αντιμετωπισεις..Πρέπει να δεις τους γονείς σου."

Της είπε τραβώντας την να μπει μέσα στο κτήριο.

"Δεν δεν μπορώ Ντρακο..!"

"Μην κάνεις σαν μωρό! Μπες μέσα μας κοιτάνε περίεργα.."

Μπήκαν μέσα στο ασανσέρ και πάτησαν το κουμπί που θα τους πήγαινε στον τρίτο. Η καρδιά της κόντευε να βγει από το στήθος της. Ήθελε να επαναφέρει τις αναμνήσεις στους γονείς της αλλά να τους δει ενώ δεν την θυμούνται? Το ήθελε όντως αυτό? Μπήκαν μέσα στην αίθουσα και κάθισαν στον καναπέ που βρισκόταν στην αίθουσα αναμονής. Της έσφιξε το χέρι.

"Ολα θα πάνε καλα." της ψιθύρισε στο αυτι.

"Είστε μαζι?" τους ρώτησε η γραμματέας.

"Ναι είναι η κοπέλα μου, ήρθε για ηθική υποστήριξη."

"Παρακαλώ περάστε."

Η πόρτα άνοιξε και ένιωσε τα πόδια της να λυγίζουν. Ο πατέρας της στεκοταν εκεί με την ποδιά του να τους χαμογελάει.

"Καλημέρα."

"Καλημέρα σας κύριε Γκρειντζερ."
.
.
.
Τους παρατηρούσε ενώ ο πατέρας της σκαλιζε το στόμα του Ντρακο. Αλλιώς είχε φανταστεί να γνωρίζει την σχέση της στους γονείς της.

"Αοου!"

"Συγνώμη νεαρέ, Ντρακο σε είπαμε? Αλλά βλέπω ενα σφραγισματακι."

"Ενα τι??"

Ο Ντρακο πήρε μια έκφραση πανικού και η Ερμιόνη γέλασε σιγανά.

"Μην ανησυχείτε δεν θα πονεσετε καθόλου.."
.
.
.
"Για να δεις τι κάνω για χάρη σου!" της είπε γκρινιαζοντας καθώς έβγαιναν από το κτήριο.

"Ω έλα τωρα εισαι υπερβολικός. Ο μπαμπάς έχει πολύ ελαφρύ χέρι."

"Ναι καλα! Τέλος πάντων..πως σου φάνηκε?"

"Αν σταματήσεις να πιάνεις το μάγουλο σου για να μπορέσω να σε καταλαβαίνω θα βοηθήσει αρκετά στην μεταξύ μας επικοινωνία.."

"Πονάω!" γρυλισε.

"Πάμε σπίτι να σου δώσω ενα παυσιπονο να ξαπλώσεις και λίγο και θα σου πω."

Η ώρα ηταν 5 το απόγευμα. Είχε αρχίσει ηδη να σουρουπωνει. Κατέβηκε τις σκάλες και την ειδε να ετοιμάζει κάτι στην κουζίνα. Πήγε από πίσω της κόλλησε το σωμα του στο δικό της και την φιλησε στο μάγουλο.

"Πάνω στην ώρα, μας φτιάχνω τσάι και κάτι μαλακό να φάμε τώρα που έχεις το δόντι σου."

"Τέλεια. Γιατί έχω και κάτι να σου πω."

"Τι?" τον ρώτησε περίεργη.

"Κάθισε."

Η Ερμιόνη κάθισε κοιτώντας τον περίεργη.

"Τι συμβαίνει Ντρακο."

"Ξέρω πως θα σε θυμηθούν οι γονείς σου."

Take The Risk.  Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα