ΚΕΦΑΛΑΙΟ 42

Start from the beginning
                                    

«Δεν μπαίνει κανείς μέσα χωρίς το σύνθημα», αποκρίθηκε ψυχρά και απόλυτα αυτός, ενώ κατέβασε το δεξί του χέρι με τρόπο διακριτικό στη μεταλλική επιφάνεια του όπλου που βρισκόταν κάτω από το σακάκι του, θέλοντας έτσι να γίνει ξεκάθαρος.

Ο Ράιαν έσμιξε τα χείλη, ενώ τα φρύδια του συνοφρυώθηκαν, με την παλάμη του πάνω στη δική μου να ζεσταίνεται ακαριαία από την απότομη αύξηση των παλμών του.

Υπέθεσα πως ήρθε η ώρα να επέμβω, έτσι τραβήχτηκα μακριά από την ασφάλεια που μου προσέφερε το κορμί του συντρόφου μου για να στρέψω την επιτακτική ματιά μου πάνω στο ανέκφραστο προσωπείο του πορτιέρη. Στραβοκατάπια και μισάνοιξα τα χείλη γεμάτη ένταση: «Alle kranken Männer mussen sterben»

Μία λάμψη διαδέχτηκε τα σκοτεινά μάτια του ψηλού άντρα.

Δεν αντέδρασε αμέσως, όμως τελικά -και μετά από το διάστημα μερικών δευτερολέπτων- αποφάσισε να νεύσει. «Nur das Gute muss überleben», είπε και άνοιξε την πόρτα, με τη μουσική να ξεχύνεται στο κατά τα άλλα ήσυχο σοκάκι. Ήταν μουσική που προερχόταν από τα έγκατα αυτού του ανατριχιαστικού κτηρίου, αλλά δεν είχαμε ακόμα φτάσει στην πηγή της...

Ο Ράιαν δίστασε, μα όχι για πολύ.

Με τα χέρια μας να είναι ακόμα μπλεγμένα, πέρασε το κατώφλι της εισόδου και βυθίστηκε στο σκοτεινό χώρο, ήταν ένα σκοτάδι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απόλυτο αν δεν υπήρχαν εκείνες οι αδύναμες κόκκινες, μωβ, πράσινες και διάφορων άλλων χρωμάτων λάμπες στις κορυφές των ψηλών τοίχων. Εκείνο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν η παρουσία πολλών, δεκάδων θαρρείς, καθρεπτών που βρίσκονταν κατά μήκος της έκτασής τους. Ήταν μεγάλοι, ολόσωμοι καθρέπτες που έπιαναν -ο κάθε ένας ξεχωριστά- μεγάλη επιφάνεια των σκούρων κόκκινων τοίχων με τα παράξενα, μαύρα σχέδια που ήταν ζωγραφισμένα πάνω σε αυτόν.

Μετά βίας έβλεπα τις πατούσες των ποδιών μας να αγγίζουν το πάτωμα, προσπάθησα όμως σκληρά ώστε να επικεντρωθώ στα βήματά μου έτσι ώστε να μη σωριαστώ στο έδαφος. Τα ψηλά τακούνια που φορούσα ήταν επίφοβα, από τη στιγμή μάλιστα που δε φημιζόμουν για την ισορροπία μου ακόμα και χωρίς αυτά.

Αριστερά και δεξιά και μπροστά μας υπήρχαν άνθρωποι,τα πρόσωπα των οποίων δεν μπορούσα να διακρίνω. Έμοιαζαν περισσότερο με σκιές του υποκόσμου παρά με υπαρκτά όντα αυτού του πλανήτη έτσι όπως χόρευαν κάτω από την επήρεια, σίγουρα, διάφορων ουσιών.

Ο χειρότερος Εχθρός μουWhere stories live. Discover now