Η κυρία Μεταξά

210 27 98
                                    

Το ξυπνητήρι της ήχησε ενοχλητικά από το κομοδίνο. Άπλωσε το χέρι της και το έκλεισε. Μικροί ήχοι ακούστηκαν από το μικρό λίκνο που βρισκόταν δίπλα της. Ανασηκώθηκε και πήρε τη Ραφαέλλα από εκεί. Την έφερε κοντά της και της φίλησε τη μύτη γλυκά. Έφερε τα γόνατά της κοντά στο στήθος της περνώντας το ένα πόδι της μικρής από τη μια πλευρά του κορμού της και το άλλο από την αντίθετη.

Της τραγουδούσε ένα παιδικό τραγούδι, όταν η πόρτα του δωματίου χτύπησε. Επέτρεψε την είσοδο και η μητέρα της πέρασε μέσα. Η Δόμνα φορούσε ένα πράσινο, βαμβακερό, κοντομάνικο, μακρύ φόρεμα με ένα μαύρο σάλι. Ήταν πλέον μέσα Σεπτέμβρη και ο καιρός είχε δροσίσει.

«Ξύπνησε τόσο νωρίς;», ρώτησε η Δόμνα την ώρα που καθόταν στο κρεβάτι.

«Μου ξυπνάει αρκετά νωρίς τις τελευταίες μέρες. Δεν ξέρω γιατί...»

«Είναι υπερένταση... Μέχρι να συνηθίσει το νέο περιβάλλον. Κι εσύ το ίδιο είχες πάθει όταν μετακομίσαμε εδώ».

Η Θάλεια κοίταξε πλάγια τη μητέρα της. «Εγώ... Ήμουν εύκολο μωρό;»

Η Δόμνα χαμογέλασε. «Ήσουν λίγο γκρινιάρα, αλλά σε γενικές γραμμές μια χαρά. Ο Ραφαήλ μου είχε βγάλει την πίστη».

«Ποιος σε βοήθησε με εμένα όταν γεννήθηκα;»

«Ερχόταν η Όλγα με την πεθερά της και με βοηθούσαν. Εσένα;»

Η Θάλεια έσκυψε το κεφάλι και κοίταξε την κόρη της. «Δεν είχα κάποιον... Με τη μητέρα του Ανδρέα δεν μιλούσαμε, όπως και με όλη την οικογένειά του. Τον ξέκοψαν μετά τον γάμο μας, γιατί δεν με ενέκριναν. Προσλάβαμε μια μαία από μια ιδιωτική κλινική και μια γυναίκα για το σπίτι και έτσι την έβγαλα το πρώτο δίμηνο».

«Πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο...», ψέλλισε η κοκκινομάλλα.

«Λίγο μοναχικό, αλλά δεν είχα πολλές επιλογές».

Η Δόμνα ανέβηκε πάνω στο κρεβάτι και σύρθηκε κοντά της. Ακούμπησε την πλάτη της στο κεφαλάρι και πέρασε το ένα χέρι της γύρω από τους ώμους της κόρης της. Έσκυψε στοργικά και τη φίλησε στο μέτωπο. «Το ξέρεις ότι θα μπορούσες να με είχες καλέσει. Εγώ θα ερχόμουν».

«Δεν θα ερχόσουν μαμά. Εδώ είχες τη Δέσποινα, το Χρηστάκη, την Κατερίνα. Σιγά μην ερχόσουν σ' εμένα», απάντησε μελαγχολικά.

«Γιατί να μην ερχόμουν, Θάλεια; Κόρη μου δεν είσαι κι εσύ;»

«Ναι αλλά όχι μια κόρη που απέκτησες με τη θέλησή σου».

Η κυρία με τα κόκκινα μαλλιάWhere stories live. Discover now