Τράβα Σκανδάλη

336 36 273
                                    

Η Δόμνα στεκόταν στο κατώφλι του σπιτιού της κοιτάζοντας συνεχώς τον δρόμο, μια από την πάνω και μια από την κάτω πλευρά. Φορούσε μια μακό μαύρη παντελόνα και μια μαύρη κοντομάνικη μπλούζα, ενώ ήταν σκεπασμένη με ένα μπορντό σάλι για να καταπολεμήσει την ψύχρα του Οκτώβρη.

Άκουσε το θόρυβο της μηχανής ενός αυτοκινήτου να καταφθάνει και σήκωσε ψηλά το χέρι της να χαιρετίσει. Το μαύρο αυτοκίνητο πλησίαζε με ταχύτητα και στάθμευσε ακριβώς έξω από το σπίτι της.

Από την πόρτα του συνοδηγού και την ακριβώς πίσω της βγήκαν ο Μάνος και η Κατερίνα που βοήθησαν τον Στράτο να κατεβάσει αθόρυβα τις τσάντες από το αυτοκίνητο. Πλησίασαν τη Δόμνα και εκείνη αγκάλιασε με μια κίνηση τον Μάνο και την Κατερίνα, ενώ χαιρέτησε μέσω χειραψίας τον Στράτο. Τους τράβηξε γρήγορα μέσα στο σπίτι και έκλεισε πίσω της την αυλόπορτα ώστε να σιγουρευτεί πως δεν τους είδε κανείς.

Μπήκαν στο σαλόνι του παλιού αρχοντικού και είδαν τη Δέσποινα να κάθεται στον καναπέ και να νανουρίζει το – μόλις σαράντα έξι ημερών – μωράκι της. Τα μάτια της Κατερίνας γούρλωσαν στην εικόνα, ενώ ο Μάνος κάλυψε το στόμα του συγκινημένος. Η Δέσποινα τους χαμογέλασε, ενώ μια λάμψη συγκίνησης χαράχτηκε στα ταλαιπωρημένα και με μαύρους κύκλους από την αϋπνία πράσινα μάτια της.

Προχώρησαν όλοι και κάθισαν στο σαλόνι. Δίπλα στη Δέσποινα κάθισε η Κατερίνα, ενώ στον άλλο καναπέ ο Μάνος με τον Στράτο. Η Δόμνα κάθισε στην απέναντι πολυθρόνα.

«Πώς ήταν το ταξίδι σας;», ρώτησε η κοκκινομάλλα τον Στράτο για να σπάσει η περίεργη σιωπή.

«Ήσυχο. Αν και μέχρι να φύγουμε πήρε μισή ώρα στη φίλη σου να αφήσει τον γιο της από την αγκαλιά της», απάντησε εκείνος και όλοι γέλασαν.

«Ε τι να κάναμε... Ξέρεις πόσα χρόνια έχω να μείνω τόσο καιρό μαζί της; Από τότε που ήμουν εφτά», έκανε ο Μάνος στον πατριό του.

«Το ξέρω ότι της λείπεις, Μάνο. Πίστεψέ με, ξέρω καλύτερα από τον καθένα πόσο της λείπεις».

Η σιωπή κάλυψε ξανά τον χώρο, μέχρι να την σπάσει και πάλι η Δόμνα. «Λοιπόν, τι έχετε σκοπό να κάνετε;», είπε απευθυνόμενη αυτή τη φορά στον Μάνο και στην Κατερίνα.

Ο νεαρός πήρε τον λόγο πρώτος. «Θα μείνω στην Αθήνα μέχρι να πάρω το πτυχίο μου. Έπειτα θα φύγω από την Ελλάδα. Δεν θέλω να ζω με το στίγμα του γιου ενός αχρείου».

Η κυρία με τα κόκκινα μαλλιάWhere stories live. Discover now