6.Ολιβια

315 52 0
                                    

Παίρνω το χαρτί και φεύγω από την σχολή.
Το κοίταζα σε όλη την διαδρομή μέχρι το σπίτι.

Δεν το πιστεύω.
Πήρα το πτυχειο μου.
Μετά από πέντε χρόνια τα κατάφερα και τώρα μπορώ να γίνω και επισήμως κτηνίατρος.

Απίστευτο.
Απίστευτο.
Είμαι η πιο χαρούμενη γυναίκα του κόσμου αυτήν την στιγμή.

Το κοιτάω και το ξανακοιταω και δεν το χορταίνω.

Πιάνω από την τσαντα το κινητό μου και καλώ την μαμά να της το πω.Θα χαρεί πολύ και αυτή.

«Ναι»ακουω στην άλλη γραμμή.
«Μάντεψε μανούλα μου καλή και αγαπημένη τι έχω στα χέρια μου.Βασικά θα σου πω επειδή δεν θα το μαντέψεις...»της λέω και γελάω.
«Αγάπη μου...δεν είναι καλή ώρα τώρα...»λεει και ακούγεται περίεργη.Σχεδόν ψιθιριζει.

«Να σε πάρω μετά;»με ρωτάει.
«Ναι αλλά έχει γίνει κάτι;Ακούγεσαι κάπως»της λέω επειδή ξέρω την μαμά και ξέρω όταν ακούγεται στεναχωρημένη.

«Πριν λίγες ώρες πέθανε ο μπαμπάς του Σωκράτη...»

Τι;

Το κινητό και το πτυχίο μου έπεσαν κάτω.

Ο κύριος Μιχάλης πέθανε;

***

Παρκάρω το αυτοκίνητο μου έξω από το νεκροταφείο.Πέρασα από το σπίτι αλλά δεν ήταν κανεις.Παίρνω τους δικούς μου αλλά τίποτα.Έτσι ήρθα αμέσως εδώ.

Βγαίναν όλοι από εκεί μέσα.Μάλλον τελείωσε η κηδεία.Μάλλον την έχασα.

Όταν με βλέπουν οι δικοί μου με πλησιάζουν.
«Κοριτσάκι μου ήρθες...»λεει ο μπαμπάς και με αγκαλιάζει.Το ίδιο και η μαμά.

«Άργησα έτσι;»λέω.
«Τελείωσε ναι»λεει η μαμά μου.

Όταν το έμαθα ήρθα αμέσως.Δεν το σκέφτηκα λεπτό.Ο Σωκρατης είχε πολύ καλή σχέση με τον πατέρα του.Θα είναι χάλια.

Ξέρω ότι θα είμαι η τελευταία που θα θέλει να δει αλλά θα πω απλά τα συλληπητηρια μου και θα φύγω.Δεν θέλω να τον ενοχλήσω.

«Αλλά ο Σωκράτης είναι ακόμα εκεί.Πήγαινε να του μιλήσεις»λεει ο μπαμπάς μου.
«Ήσασταν παιδικοί φίλοι.Μαζί μεγαλώσατε.Θα χαρεί να σε δει»λεει η μαμα και κουνάω το κεφάλι καθώς φεύγουν.

Παίρνω μια ανάσα και περπατάω μέχρι μέσα.Ποτέ δεν μου άρεσαν τα νεκροταφεία.

Μπαίνω μέσα και κοιτάω αριστερά και δεξιά να τον βρω.Δεν τον αναγνώρισα αυτόν αλλά αναγνώρισα την μαμα του.Αυτός καθόταν κάτω μάλλον πάνω από το τάφο του μπαμπά του και αυτή από πάνω του κάτι του έλεγε και του χάιδευε την πλάτη.

Δεν ήθελα να ενοχλήσω έτσι απλά περίμενα να τελειώσουν.

Δεν μπορώ να δω τον Σωκράτη επειδή έχει γυρισμένη πλάτη.Σκέφτηκα οτι θέλω να του βάλω κάποια λουλούδια έτσι βγαίνω πάλι έξω αγόρασα μερικά και μετά μπήκα πάλι.

Οταν μπήκα η μαμα του είχε φύγει αλλά αυτός ήταν ακριβώς στην ίδια θέση.

Πλησίασα.Έκανα κάποια βήματα και ήμουν πίσω του.Αρκετά κοντά αλλά όχι και τόσο κοντά.

Μιλά Ολίβια.Απλά πες κάτι.
«Σωκράτη;»ψιθιριζω.

Εκείνος σηκώνει το κεφάλι του αλλά δεν γυρνάει.Δεν ξέρω γιατί δεν γυρνάει αλλά δεν το κάνει.Αλλά με άκουσε.Είμαι σίγουρη.

Κάνω ένα ακόμα βήμα κοντά του και μετά σκύβω.

Γυρνάει το κεφάλι του και με βλέπει.

Και σαν ταινία όλες οι στιγμές ήρθαν η μια μετα την άλλην.Όλα αυτά που ζήσαμε όλα τα χρόνια αλλά πιο πολύ εκείνο το καλοκαίρι.Που με έλεγε γιαγιά επειδή ντυνόμουν έτσι όπως ντυνόμουν.Που συνέχεια με τάιζε όταν έτρωγε κάτι.Που κοιμήθηκα αγκαλια στον καναπε του σπιτιού μου.Που είπε όλα αυτά τα λόγια επειδή νόμιζε ήμουν με τον Άκη.Που μου έδωσε το πρώτο φιλί.
Γιατί για μένα αυτό ήταν το πρώτο φιλι.

Καλά πράγματα.Άσχημα πράγματα.Όλα.

Τα γκρι του ματια που ούτε στιγμή δεν τα έβγαλα από το μυαλό μου.Τα μαλλιά του που είναι πιο μακριά και άνω κάτω.

Σκουλαρίκι είναι αυτό στο αυτί;

Αδύνατος.Είναι σίγουρα πιο αδύνατος από ότι τον άφησα.

Αλλά το ίδιο όμορφος.

«Ολίβια»λεει.

Πάντα μου άρεσε ο τρόπος που λεει το όνομα μου.

«Συλλυπητηρια Σωκράτη.Να ζήσεις να τον θυμάσαι»λέω.
Αυτός χαμογέλασε.Γιατί χαμογέλασε;

«Δεν πρόλαβα την κηδεία.Έκανα όσο πιο γρήγορα μπορούσα»λέω.Κάνω λίγο μπροστά και αφηνω τα λουλούδια κάτω.Εκεί που τα είχαν όλοι.

«Του αρέσε το κίτρινο...»ψιθιριζει καθώς κοιτάει τα λουλούδια που αγόρασα.
«Το ξέρω»λέω αφού για αυτό τα διάλεξα.

Τα μάτια του ήταν βουρκωμένα.Έκλαιγε πριν.Αυτό είναι σίγουρο.Και έλεγε πάντα ότι αυτός δεν κλαίει.

«Είσαι καλά;»ρωτάω.
«Πέθανε ο καλύτερος μου φίλος.Μπορώ να μείνω λίγο μόνος σε παρακαλώ;Ευχαριστώ που ήρθες»λεει και ένα δάκρυ έπεσε από τα μάτια του.

Θέλει να μείνει μόνος.
Το καταλαβαίνω.

Σηκώνομαι και κάνω λίγα βήματα πίσω καθώς τον κοιτάω άλλη μια φορά πριν γυρίσω να φύγω.Όταν είμαι αρκετά μακριά πήγα να φύγω αλλά έπεσε πάνω σε κάποιον.

«Λευτέρη»

Λίγο πριν το Τελευταίο Καλοκαίρι ( #2 )Where stories live. Discover now