~11~

8.5K 281 5
                                    

Σήμερα είναι Σάββατο, έβρεχε καταρρακτωδώς και δεν μπορούσα να πάω για τρέξιμο. Τις τελευταίες μέρες δεν νιώθω πολύ καλά. Νιώθω μια κυκλοθυμία και μια νευρικότητα. Πήγαινα προς το δωμάτιο του Απόλλωνα μήπως και μπορούσε να μου δώσει κανένα χάπι η κάτι όταν απο δίπλα μου πέρασε μια υπηρέτρια. Τότε ένιωσα ενα δυνατό συναίσθημα. Δεν μπορώ να εξηγήσω τι ακριβώς αλλά για εκείνα τα δευτερόλεπτα ένιωσα οτι την μισούσα. Κρατούσε μια στοίβα σεντόνια και πήγαινε προς το δωμάτιο του Αχιλλέα. Αγνόησα το αίσθημα και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο του Απόλλωνα. Χτύπησα δυο φορές την πόρτα αλλά δεν πήρα καμία απάντηση. Κατέβηκα κάτω και τους βρήκα όλους να κάθονται στο σαλόνι. Η φωτιά έκαιγε όπως πάντα και υπήρχε απόλυτη ησυχία. Πλησίασα στους καναπέδες και έκατσα ανάμεσα στον Ερμή και τον Αχιλλέα.

Ερμής : Επ, μικρή τελείωσες τα μαθήματα σου; Μου είπε ενω έκλεισε το βιβλίο του.

Αμαρρυλίς : Ούτε καν τα άνοιξα. Είπα αδιάφορα.

Απόλλωνας : Κακώς, πώς θα πας σχολείο την Δευτέρα;

Αμαρρυλίς : Θα κάνω κοπάνα. Είπα αδιάφορα.

Απόλλωνας : Ούτε να το σκέφτεσαι. Μου είπε σοβαρά.

Αχιλλέας : Χα, θνητή. Ψιθύρισε.

Αμαρρυλίς : Είπες κάτι; Γρυλισα.

Υπηρέτρια : Εφερα τα ποτά σας. Με διέκοψε.

Αυτή η φωνή... Αυτή η φωνή κάτι μου θύμιζε.

Υπηρέτρια : Δεσποινίς εσείς; Μου είπε και μου έτεινε τον δίσκο που επάνω του είχε ενα ποτήρι με κάφε. Την κοίταξα στα μάτια. Αυτά τα μάτια.. Γαλανά, σαν του πάγου. Ηθελα να τα βγάλω.

Αμαρρυλίς : Δεν θέλω. Είπα κοφτά και απότομα.

Υπηρέτρια : Μα οι κύριοι το παρήγγειλαν για σας. Επέμεινε.

Αμαρρυλίς : Γαμωτο, σου είπα οτι δεν το θέλω. Φώναξα, σηκώθηκα, έπιασα την κούπα και την πέταξα με δύναμη κάτω. Η καταιγίδα άρχισε να χειροτερεύει ενω δυνατοί άνεμοι χτύπησαν τα παράθυρα και αστραπές φώτιζαν το σαλόνι. Ο Ερμής και ο Αρης κοίταξαν γύρω τους.

Τα αγόρια με κοίταξαν έκπληκτα. Γουρλωσα τα μάτια μου και κοίταξα την φοβισμένη υπηρέτρια. Γιατί το έκανα αυτο;  Η υπηρέτρια έπεσε κάτω και άρχισε να μαζεύει τα σπασμένα κομμάτια απο το πάτωμα.

Ερμής : Αμαρρυλίς είσαι καλά; Ρώτησε έκπληκτος και με έπιασε απο το μπράτσο. Απομακρύνθηκα απο κοντά του.

ÐAÐÐҰ I Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα