28

216 36 18
                                    

ΕΥΑ

Ακούμπησα τα πλήκτρα κι αμέσως ένιωσα οικεία.

Είχα χρόνια να παίξω πιάνο. Να αισθανθώ την υφή τους να διαπερνά το κορμί μου, να ακούσω τις νότες, να βυθιστώ στην ένταση της μουσικής. Άρχισα διστακτικά ώσπου έκλεισα τα μάτια και αφέθηκα. Ο ήχος βγήκε μελαγχολικός και εύθραυστος, με γέμισε με αναμνήσεις της οικογένειάς μου.

Ζούσαμε ευτυχισμένοι. Οι δουλειές του πατέρα μου ήταν επικίνδυνες, είχαμε προστασία, δεν φοβόμουν ώσπου απήγαγαν και σκότωσαν τη μητέρα μου κι όλα άλλαξαν. Ο πατέρας μου έγινε υπερπροστατευτικός με εμένα, σκληρός με τον εαυτό του και τους γύρω του. Έψαχνε εκδίκηση, τον έβλεπα να διαλύεται μέρα με τη μέρα μπροστά στα μάτια μου. Από τη μία μεγάλωνε τη δύναμή του για να καταστρέψει τον δολοφόνο της κι από την άλλη αγκάλιαζε τα ρούχα της, μύριζε το άρωμά της, έκλαιγε επάνω στο πιάνο της. Αν συνέχιζε έτσι θα έχανα κι εκείνον. Πέταξα τα ρούχα της, έκρυψα το πιάνο. Έκανα ό,τι έπρεπε να κάνω για να τον βοηθήσω αλλά ακόμα κι όταν δεν υπήρχε τίποτα να του τη θυμίζει ήταν μέσα του, τον κυρίευε.

«Ό,τι έχουμε αγαπήσει δεν μπορεί να ξεχαστεί, είναι κομμάτι μας. Πάντα υπάρχει μέσα μας» έλεγε.

Δεν ήταν μόνο η γυναίκα του, η μητέρα του παιδιού του. Ήταν η συνεργάτης του, η φίλη του, ο άνθρωπος που εμπιστευόταν και είχε στήσει τη ζωή του μαζί της.

«Καμία άλλη δεν έχει αξία» επαναλάμβανε.

Η ζωή του όμως είχε αξία για εμένα κι ενώ είχα χάσει τη μητέρα μου, συνειδητοποιούσα πόση δύναμη είχε η αγάπη της επάνω του.

Άρχισα να μισώ εκείνη και να λυπάμαι εκείνον. Άρχισα να κρατάω απόσταση, να συμπεριφέρομαι επιπόλαια. Να βγαίνω χωρίς συνοδεία, να προκαλώ. Ίσως αν δεν ήταν γκάγκστερ να μην σκεφτόταν τόσο εκδικητικά, να το ξεπερνούσε. Ίσως λόγω ηλικίας δεν μπορούσα να καταλάβω πώς ενώ ήταν τσακισμένος, πάντα είχε κάποια άλλη στο κρεβάτι του. Ίσως τότε δεν ήξερα τι σημαίνει αγάπη και πόσο δύσκολο ήταν να συνεχίσει χωρίς εκείνη.

Τα φώτα του αυτοκινήτου διαπέρασαν την τζαμαρία και έσβησαν όταν πάρκαρε. Είχαν να τον δω από το πρωί, η μέρα είχε περάσει με ελάχιστη επικοινωνία. Ύστερα άκουσα την πόρτα να ανοίγει, τον ήχο των κλειδιών να πέφτουν στο τραπεζάκι εισόδου και βήματα. Συνέχισα να παίζω μουσική ώσπου η παρουσία του γέμισε τον χώρο. Ένιωσα ασφαλής, πλήρης και ανεξήγητα ήρεμη. Κάθε μέρα που περνούσε ερχόμουν όλο και πιο κοντά στον Ντέιμον. Βυθιζόμουν βαθιά στον κόσμο του, σε κάτι ασύλληπτα γνώριμο και επικίνδυνο.

VMA_ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ #1Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα