Κεφάλαιο 28

505 20 0
                                    

Την είδε να περπατάει με σταθερά βήματα προς εκείνον. Ο Νέστωρας την στήριζε χαμογελαστός, γεμάτος περηφάνια. Οι αδερφές της την ακολουθούσαν με πρόσωπα γεμάτα ευτυχία. Ένοιωσε την ανάσα του να κόβετε, την καρδιά του να σταματάει. Κράτησε το χέρι του πατέρα του και το έσφιξε ασυναίσθητα. Προσπάθησε πολύ να μην την κοιτάξει λες κι είναι ο ήλιος, όμως έμεινε να στέκεται εκεί, να την βλέπει σαν ήλιο, ακόμα και χωρίς να την κοιτάζει.

Τα μάτια του συνάντησαν αναπόφευκτα τα δικά της, που γυάλιζαν γλυκά κάτω από το φως γεμάτα ντροπαλά και ευτυχισμένα δάκρυα. Τα βλέμματά τους δεν χωρίστηκαν στιγμή. Στάθηκε απέναντί του, πιο όμορφη από κάθε άλλη φορά, με την χαρά να αλλάζει όλο της το πρόσωπο, κι εκείνος δεν είχε λόγια να της πει ούτε πόσο τυχερός ένοιωθε, ούτε και πόσο πολύ την αγαπάει. Έμεινε απλά να την κοιτάζει, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει πως αυτό δεν ήταν κάποιο όνειρο. Πως απέναντί του στεκόταν η γυναίκα που αγαπούσε από παιδί, και πως αυτή θα γινόταν επιτέλους δική του κι αυτός δικός της. Προσπάθησε να πείσει τον εαυτό του, ότι αυτός ο άγγελος θα ήταν για πάντα μέρος της ζωής του.

«Την αφήνω στα χέρια σου» του είπε με ήρεμη φωνή ο ταξίαρχος, μα αυτός σχεδόν δεν τον άκουσε. «Και είμαι ήσυχος πως την αφήνω στον άντρα που θα την κάνει ευτυχισμένη» ο Λάμπρος τον κοίταξε χαμογελώντας. Εκείνη έμεινε να χαζεύει το πρόσωπό του, αρνούμενη να πάρει τα μάτια της από πάνω του, ακόμα και για την πιο μικρή στιγμή. «Όπως αξίζει και στους δυο σας» πρόσθεσε κι ο Λάμπρος τον ευχαρίστησε απλά πριν στραφεί και πάλι στην αγαπημένη του.

Πήρε το χέρι της στο δικό του. Το έφερε στα χείλη του, χωρίς να πει κουβέντα, κι άφησε ένα τρυφερό φιλί στα δάχτυλά της. Ένωσε το βλέμμα του με το δικό της. Ανάμεσά τους άνθιζε η αγάπη τους. Ένα δάκρυ ξέφυγε από τα βλέφαρά της κι εκείνος βιάστηκε να το μαζέψει, χαϊδεύοντας απαλά το δέρμα της. Ένα αχνό γέλιο ξέφυγε από τα χείλη της. Έσκυψε κοντά της. Φίλησε στοργικά το μέτωπό της ξεχνώντας τον κόσμο γύρω τους. Άφησε το μέτωπό του να αναπαυτεί για μερικές στιγμές στο δικό της. Έκλεισαν τα μάτια τους εισπνέοντας λαίμαργα ο ένας τη μυρωδιά του άλλου.

«Ήλιε μου» της ψιθύρισε. «Σ' αγαπάω» του είπε το ίδιο ήσυχα.

Έμπλεξαν τα δάχτυλά τους σφιχτά. Μπήκαν στην εκκλησία με τα βλέμματά τους ενωμένα. Μπήκαν ζευγάρι. Βγήκαν ανδρόγυνο. Το φως τους τύλιξε ζεστά. Ήταν και οι ίδιοι κατά κάποιο τρόπο φως

ΦθινόπωροWhere stories live. Discover now