22. Πριν το σκοτάδι

377 5 0
                                    

20 Απριλίου, 1967. Σούρουπο.

Η καινούργια τους κρεβατοκάμαρα δε θύμιζε σε τίποτα την αντιστοιχη στο Σεβαστέικο. Μοντέρνα έπιπλα και ταπετσαρίες έδιναν στο δωμάτιο έναν αέρα αλλιώτικό, σήμα κατατεθέν της μοντέρνας εποχής αλλά και της νέας σελίδας στη ζωή τους.

- Δε χορταίνω να σε βλέπω, κυρία Σεβαστού! της είπε καθώς ετοιμάζονταν, αγκαλιάζοντας την κλεφτά. 

Μόνο που o Nκηφόρος δεν πρόσεξε, παραπάτησε και πέσανε κι οι δυο τους απαλά ευτυχώς, αλλά λίγο άτσαλα πάνω στο κρεβάτι.

- Νικηφόρε Σταμίρη! γέλασε αυτή.

- Ιιι πως με αποκάλεσες; Τώρα θα δεις! της είπε έτοιμος να την φιλήσει.

- Πρέπει να ετοιμαστούμε γιατί διαφορετικά θα αργήσουμε, κύριε Σεβαστέ, του είπε με σοβαρό αλλά σινάμα και αστείο ύφος εκείνη. Έχεις να περάσεις και από τη Πανδώρα μετά.

- Κι αν αργήσουμε λίγο τι πειράζει; είπε εκείνος πονηρά.

- Δε θέλω τέτοια... τζάμπα ετοιμαζόμουνα τόση ώρα;

- Εσύ δε χρειάζεσαι τίποτα για να ξεχωρίσεις, καρδιά μου. Η ομορφιά σου μιλάει από μόνη της. 


***


Ο μικρός εκέινο το βράδυ θα έμενε με την κυρά Τασία, τη νέα οικονόμο τους και ξαδέρφη της Αγορίτσας. H κυρά Τασία μπορεί να μην τους ήξερε καιρό, όμως η καλοσύνη στα μάτια της Ασημίνας και η ευγένεια στους τρόπους του Νικηφόρου την είχαν κερδίσει. Τους ένιωθε σα παιδιά της. Αυτό κι αν ήταν όμως μια μεγάλη κουβέντα να πει κανείς. Κι όμως παρόλο που τους γνώριζε ίσα με δυο βδομάδες περίπου είχαν ήδη κερδίσει μια θέση στη καρδιά της.  Ήταν χρυσά παιδιά, έτσι τους αποκαλούσε,  αν και βασανισμένα. Αυτό συμπέρανε από τα λίγα που είχε μάθει γι αυτούς από την Αγορίτσα. Αν εκτίμησε όμως πιο πολύ, ήταν που πάντα επέμεναν να τρώει μαζί τους. Στο ίδιο τραπέζι! Την αγκάλιαζαν λες και ήταν οικογένεια. Αυτό κι αν ήταν πρωτάκουστο για εκείνη. Ποτέ ξανά, σε κανένα άλλο σπίτι που βρέθηκε στα τόσα χρόνια που βρισκόταν στη βιοπάλη δεν την είχαν αγκαλιάσει έτσι.

Η ίδια χρόνια χήρα, είχε μια κόρη που ξενιτεύτηκε στην Αυστραλία με το σύζυγό της και δημιούργησαν την οικογένεια τους εκεί. Ο στόχος της ήταν να μαζέψει λεφτά για να πάει να τους δει. Ήθελε να το κάνει χρόνια τώρα, όμως λόγω της μητέρας της δε μπορούσε να ταξιδέψει. Που να την άφηνε την καψερή, γριά γυναίκα; Τώρα όμως που η μητέρα της πήγε κοντά στον Θεό, θα μπορούσε να πραγματοποιήσει το ταξίδι της. Χρειαζόταν όμως χρήματα. Και η ξαδέρφη της η Αγορίτσα είχε τη λύση. Η Ασημίνα με τον Νικηφόρο δε χρειάστηκε καν να ψάξουν να τη βρουν. Η Αγορίτσα τους είχε έτοιμη τη λύση και δεν υπήρχε καλύτερη εγγύηση από αυτή για τον άνθρωπο που θα έβαζαν στο σπίτι τους και θα συναναστρεφόταν με τα παιδιά τους. 

Η αγάπη τα γιατρεύει όλαΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα