13. Ζεστά χαμόγελα

365 8 3
                                    

22 Δεκεμβρίου 1966, ημέρα Πέμπτη.

Και να που η μεγάλη μέρα έφτασε για τις πιο όμορφες διακοπές με άρωμα Χριστουγέννων.

Έφτασαν στο αεροδρόμιο γύρω στις δέκα το πρωί, όλοι έτοιμοι και ανυπόμονοι με τις βαλίτσες στο χέρι. Θα αναχωρούσαν εντός δύο ωρών για τη πόλη του φωτός. Έλα όμως που ο ενθουσιασμός της Λενιώς μετατράπηκε σε τρόμο μόλις είδε τα αεροπλάνα να απογειώνονται. Αρνούνταν να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο. Με χίλια ζόρια προσπαθούσαν να τη πείσουν ο Νικηφόρος κι ο Λάμπρος να το κάνει. Από την άλλη ο Σέργιος και η Ασημίνα την έκαναν χάζι. Ειδικά ο Σέργιος που έβλεπε για πρώτη φορά τη θεία του να κάνει σα πεντάχρονο.

- Θεία μη φοβάσαι. Είναι ωραία μέσα και βλέπεις τη γη από ψηλά. Κι εγώ έτσι φοβόμουνα τη πρώτη φορά αλλά μετά όταν κάθησα στη θέση μου, μου πέρασε!

Και άπλωσε το χεράκι του προς το μέρος της. 

- Έλα, θεία. Είμαι σίγουρος πως θα σου αρέσει κι εσένα πολύ όπως και εμένα!

Η Λενιώ έμεινε να τον κοιτάζει. Πώς μπορούσε να του αρνηθεί; Τα ματάκια του έλαμπαν. Εξάλλου τόσοι άνθρωποι έμπαιναν στα αεροπλάνα κάθε μέρα.

- Τι θα κάνω εγώ με εσένα που δεν μπορώ να σου χαλάσω χατήρι; του είπε φιλώντας τον στο μέτωπο. Πάμε, Σέργιε μου! 

Κι αντάμα, οι δυο τους προχώρησαν να επιβιβαστούν, πρώτοι-πρώτοι κιόλας, κορδωτοί - κορδωτοί!

- Κοίτα να δεις, αναφώνησε ο Λάμπρος.

- Κι ο Άγιος φοβέρα θέλει, είπε η Ασημίνα και ξεκαρδίστηκαν και οι υπόλοιποι στα γέλια.

- Εγώ τους βρίσκω αξιολάτρευτούς! είπε ο Νικηφόρος. Πάμε κι εμείς, mon amour; 

Πήρε τότε την Ασημινα αγκαζέ και έτρεξαν ξοπίσω τους αφού η Λενιώ και ο Σέργιος δεν είχαν μαζί ούτε εισητήρια, ούτε διαβατήρια. Και πως θα επιβιβάζονταν χωρίς αυτα; Ο Λάμπρος όμως ξόμεινε πίσω με τα πράγματα τους.

- Ε! ε! ε! Που πάτε; Θα με αφήσετε εμένα πίσω μόνο κι έρημο, σα τη καλαμιά στον κάμπο; είπε ο Λάμπρος και έτρεξε να τους προλάβει φορτωμένος.


***


Το αεροπλάνο ήταν τεράστιο κι όσο και να προσπαθούσε να το πάιξει άνετη, το στομάχι της είχε ήδη δεθέι κόμπος.

- Μαμά, θα καθίσω με τη θεία Ελένη και το θείο Λάμπρο.

- Ότι θες αγοράκι μου. Λενιώ μου, ελάτε εσείς εδώ που έχουμε κλεισμένες τρεις θέσεις και εμείς θα κάτσουμε εδώ δίπλα σας.

Η αγάπη τα γιατρεύει όλαWhere stories live. Discover now