Ο Αστυνόμος Πανόπουλος κούνησε το κεφάλι συμφωνώντας.

-Τι έχουμε βρει για τα θύματα; τον ρώτησε τελικά.

Ο βοηθός του έκατσε στην καρέκλα , και άνοιξε τον φάκελο που είχε μαζί του. Έλεγξε για λίγο τα χαρτιά που υπήρχαν μέσα και στην συνέχεια ξεκίνησε.

-Το πρώτο θύμα , ήταν η Μάρα Κοκκίνου, ετών 25, ιδιωτικός υπάλληλος.

-Δηλαδή; τον διέκοψε ο Αστυνόμος αφού ήθελε λεπτομερή ενημέρωση , καθώς έψαχνε να βρει κάτι που θα συνέδεε τα θύματα, ή ίσως τον δολοφόνο με τα θύματα, ή κάτι που θα μπορούσε να τον βοηθήσει να προχωρήσει.

-Γραμματέας σε φροντιστήριο ξένων γλωσσών, του διευκρίνισε.

Ο Αστυνόμος Πανόπουλος κούνησε το κεφάλι του και του έκανε νόημα να συνεχίσει.

-Το δεύτερο θύμα, έκανε μια παύση, Σοφία Βήτα, ετών 26, φοιτήτρια Ιατρικής και το τρίτο Στέφανος Παππάς, ετών 48, δεν εργαζόταν κάπου.

Ο Αστυνόμος έσκυψε το κεφάλι και άρχισε μηχανικά να ξύνει το σημείο όπου οι τρίχες στο κεφάλι του είχαν αρχίσει να αραιώνουν.

-Τα δύο πρώτα θύματα που έμεναν; τον ρώτησε καθώς προσπαθούσε να πιαστεί από το οτιδήποτε προκειμένου να βρει αν και πως γνωρίζονταν τα θύματα μεταξύ τους, από τις δουλειές του κατάλαβε πως ήταν αδύνατον ενώ από τις ηλικίες μόνο τα δύο πρώτα θύματα υπήρχε περίπτωση να γνωρίζονται.

-Το πρώτο θύμα έμενε Περιστέρι και το δεύτερο στο Ψυχικό, του απάντησε και σταμάτησε απότομα μιας και ήταν έτοιμος να του πει και για το τρίτο κάτι που θεώρησε ηλίθιο αφού τον βρήκαν στο σπίτι του.

-Σκατά, μουρμούρισε ο Αστυνόμος Πανόπουλος, δεν βρίσκω τίποτα .Τι χόμπι είχαν; Στον ελεύθερο χρόνο τους τι έκαναν; Υπάρχει κάτι που μπορεί να έφερε στο παρελθόν τα τρία αυτά πρόσωπα σε επαφή;

Ο βοηθός του άργησε να απαντήσει . Τόσο που στο τέλος δεν χρειάστηκε να πει κάτι.

Ξαφνικά το τηλέφωνο χτύπησε. Ο Αστυνόμος Πανόπουλος κάτι μουρμούρισε και το σήκωσε, δεν είπε πολλά αλλά όταν έκλεισε το τηλέφωνο φαινόταν ξαφνιασμένος.

-Έγινε κάτι; τον ρώτησε ο βοηθός του.

-Ήρθε ο Παπαδιαμάντης, του απάντησε, θέλει να μας μιλήσει.

Ένιωθε περίεργα που περπατούσε στον ίδιο διάδρομο που είχε περπατήσει λίγες μέρες πριν,φορώντας χειροπέδες. Ακόμα πιο περίεργο , ήταν το γεγονός πως όποιον συναντούσε στο διάβα του, τον κοιτούσε περίεργα, ενώ κάποιες φορές είδε Αστυνομικούς να τον κοιτάνε και να μιλάνε χαμηλόφωνα μεταξύ τους. Ήθελε να τρέξει και να μπει στο γραφείο του Αστυνόμου για να γλυτώσει αυτό το βασανιστήριο, τουλάχιστον αυτός έτσι το έβλεπε, αλλά δεν το έκανε. Συγκράτησε τις ορμές του , και βάδισε με όσο πιο σταθερό βήμα του επέτρεπε η κατάσταση του. Ύστερα από λίγο στεκόταν μπροστά από την πόρτα του Αστυνόμου, πήρε μια βαθιά ανάσα και την χτύπησε. Από μέσα , άκουσε την φωνή του Αστυνόμου που του έλεγε πως μπορούσε να περάσει . Αυτός άνοιξε την πόρτα , την ώρα που από το μυαλό του πέρναγε η σκέψη , για το αν έπρεπε να χαμογελάσει καλημερίζοντας τους δηλώνοντας έτσι πως δεν τους κρατάει κακία, ή έπρεπε να δείχνει σοβαρός, όπως άρμοζε σε τέτοιες περιπτώσεις. Αυτά τα ελάχιστα δευτερόλεπτα δεν κατάφερε να καταλήξει κάπου , και έτσι όταν μπήκε μέσα , είχε κάτι μεταξύ χαμόγελου και κάτι άλλο που πιθανότατα τον έκανε να μοιάζει με τρελό , αφού οι δύο Αστυνομικοί τον κοίταγαν περίεργα.

Ο Προφήτης του θανάτουWhere stories live. Discover now