Κεφάλαιο17

2.5K 250 2
                                    

Μέχρι που έφτασε η μέρα που οι φίλοι μου θα γνώριζαν τη νέα μου σχέση. Είχα φοβερό άγχος για εκείνη τη βραδιά. Ήθελα όλα να πάνε καλά και να τον συμπαθήσουν όλοι. Ήταν η πρώτη σχέση που έκανα μετά τον Στράτο και έπρεπε, να είναι όλα εντάξει, να είναι κάποιος που θα δεχτούν στην παρέα και που θα τον θέλουν όλοι. Ήμασταν στο σπίτι μου και ετοιμαζόμασταν ενώ εγώ πήγαινα πάνω κάτω μέσα στο σαλόνι με ένα παπούτσι φορεμένο και το άλλο στα χέρια. Δεν μπορούσα να αποφασίσω αν ταίριαζαν τα παπούτσια μου με το φουστάνι μου ή όχι και είχα ταραχτεί τόσο που μου ήταν αδύνατο να σταθώ σε μια μεριά και να αποφασίσω.

-Μωρό μου τι έχεις πάθει σήμερα; Γιατί κάνεις έτσι; Πρώτη φορά θα δεις τους φίλους σου;

-Δεν καταλαβαίνεις εσύ μωρό μου, θέλω να σε συμπαθήσουν, πρέπει να σε συμπαθήσουν, αν δεν σε συμπαθήσουν δεν...δεν ξέρω, θα έχουμε πρόβλημα, είναι οι φίλοι μου και εσύ είσαι, είσαι η σχέση μου και αν δεν σε δεχτούν θα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα, γιατί τα παιδιά είναι η οικογένεια μου, είναι οι δικοί μου άνθρωποι και πρέπει να σε συμπαθήσουν, του είπα ενώ συνέχισα να ανεβοκατεβαίνω στο σαλόνι κουτσαίνοντας. Ήρθε κοντά μου, με πήρε στην αγκαλιά του και έβαλε τα γέλια.

-Εντάξει, το κατάλαβα, η φράση κλειδί είναι «να με συμπαθήσουν», αλλά γιατί τέτοια αγωνία; Αφού είναι φίλοι σου σημαίνει ότι είναι σαν εσένα, και αφού κέρδισα εσένα δεν θα κερδίσω και αυτούς; Άλλωστε αν σημαίνει τόσα πολλά για εσένα θα κάνω τα πάντα για να το καταφέρω. Ξέρεις ότι θέλω να σε βλέπω μόνο να γελάς. Για αυτό καρδούλα μου σε παρακαλώ να μην ανησυχείς. Και άλλαξε παπούτσια γιατί με τόσο περπάτημα που ρίχνεις εδώ μέσα και τόσο ψηλά τακούνια θα κουραστείς, είπε και μου έδωσε ένα φιλί. Του είπα πως ήμουν σίγουρη ότι θα τα κατάφερνε αφού ήταν τέλειος σε όλα και έδειξα ότι είχα ηρεμήσει. Μέσα μου όμως έβραζα από την αγωνία.

Ο αέρας έφερνε τα μαλλιά μου πάνω στο πρόσωπο και κάθε τόσο τα τραβούσα πίσω ξανά με τα χέρια μου. Ήταν αυτό το δροσερό αεράκι του καλοκαιριού που σε κάνει να παίρνεις και μια ανάσα από την ανυπόφορη ζέστη. Τους κοιτούσα με ανυπομονησία αλλά κανείς δεν ξεκινούσε την κουβέντα. Έβγαλα τα γυαλιά του ηλίου μου και τα φόρεσα σαν στέκα για να κρατήσουν τα μαλλιά μου, άναψα ένα τσιγάρο και ανέβασα το ένα μου πόδι στην καρέκλα.

-Λοιπόν; Θα μιλήσει κανείς; Πως σας φάνηκε εχθές ο Φίλιππος;

-Ε τώρα, κοίτα για να λέμε την αλήθεια ήμασταν λίγο αρνητικοί πριν έρθετε, λέγαμε ωραίος, γυμνασμένος και λοιπά κανένα ψώνιο θα είναι ή κανένας χαζός. Είναι και η πρώτη φορά που είσαι με κάποιον μετά τον Στράτο. Δεν μας καθόταν και καλά σαν ιδέα, είπε ο Γιώργος και μου έκανε την καρδιά περιβόλι.

Και αν σε μισώ...σ'αγαπάω... (GW15)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα