Κεφάλαιο 51

423 25 2
                                    

"Μαμά! Μαμά!"

Η Λυάννα τραβούσε το χέρι της μητέρας της, η οποία κοιμόταν με ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη. Δεν πήρε κάποια απάντηση και τότε ταρακούνησε ολόκληρο το μπράτσο της που ήταν εκτεθειμένο έξω από τα σκεπάσματα.

"Μαμά!" φώναξε πιο δυνατά η Λυάννα και η Άννα τραντάχτηκε, ανοίγοντας απότομα τα μάτια της. Ανοιγόκλεισε τα βλέφαρά της μερικές φορές και έπειτα είδε την Λυάννα δίπλα της.

"Αγάπη μου; Τι ώρα είναι;" είπε με αγουροξυπνημένη φωνή. Ένιωθε όχι μόνο το κεφάλι της βαρύ, αλλά και το σώμα της, σαν κάτι να την κρατούσε δεμένη στο κρεβάτι.

"Είναι οχτώ και μισή, μαμά. Το ξυπνητήρι χτυπούσε συνέχεια και το έκλεισα." είπε η μικρή και έπαιξε με το γαϊδουράκι της.

Η Άννα έτριψε τα νυσταγμένα μάτια της.
"Καλά έκανες, αγάπη μου." χασμουρήθηκε, προσπαθώντας να σηκωθεί, όμως εκείνη την στιγμή ένιωσε κάτι να πιέζει την μέση της. Γύρισε το κεφάλι της και τότε αντίκρυσε πίσω της την Δάφνη, η οποία κοιμόταν βαριά, χωρίς να έχει αντιληφθεί τις ομιλίες τους.

Η Άννα έφερε στην μνήμη της τα γεγονότα της χθεσινής βραδιάς και ξεροκατάπιε. Αμέσως το πρόσωπο της κοκκίνησε. Απεγκλωβίστηκε προσεκτικά από το χέρι της Δάφνης που ξεκουραζόταν στην μέση της και έκατσε στην άκρη του κρεβατιού.

"Η Δάφνη δεν θα σηκωθεί;" ρώτησε η μικρή και η Άννα την τράβηξε κοντά της.

"Όχι... Άφησε την να ξεκουραστεί λίγο ακόμα και μετά θα την ξυπνήσουμε. Δεν είχε εύκολο βράδυ..." ψιθύρισε το τελευταίο κομμάτι και γύρισε να κοιτάξει την γυναίκα στο κρεβάτι της.

"Μαμά, πεινάω. Θα μου κάνεις τηγανίτες;" είπε η Λυάννα με ένα χαριτωμένο ύφος και η Άννα χαμογέλασε.

"Ναι, μωρό μου. Πάω να ετοιμαστώ και θα κατέβω να φτιάξω πρωινό." χάιδεψε στοργικά το πρόσωπο του παιδιού.

Η μικρή κούνησε το κεφάλι και η Άννα σηκώθηκε από το κρεβάτι για να πάει στην ντουλάπα. Πήρε τα ρούχα που χρειαζόταν και κατευθύνθηκε στο μπάνιο.

Η Λυάννα δεν έχασε ευκαιρία και μόλις η Άννα κλειδώθηκε στο μπάνιο, χώθηκε στο κρεβάτι. Ξάπλωσε στην μεριά της μητέρας της και σύρθηκε κοντά στην Δάφνη. Άρχισε να παίζει με το χέρι της. Τσιμπούσε τα δάχτυλα της κοιμισμένης γυναίκας και τα κουνούσε πάνω κάτω με τα μικρά χεράκια της. Τοποθετούσε την μικρή παλάμη της στην παλάμη της Δάφνης και παρατηρούσε πόσο μεγάλο είναι το χέρι της Βασίλισσας σε σχέση με το δικό της.

Η σανίδα σωτηρίας μου (LGBTQ+, gxg)Where stories live. Discover now