Ο Κύκλος που κλείνει

By GiannisPit

18.9K 3.1K 2.7K

Φλεβάρης 1960: Μια νεαρή γυναίκα μεταφέρεται επειγόντως στο νοσοκομείο σοβαρά τραυματισμένη από πτώση. Ο Κύκλ... More

Πρόλογος
Λίγα λόγια για το Μυθιστόρημα
Κεφάλαιο 1: Εκείνη η μέρα του Φλεβάρη
Κεφάλαιο 2α: Μια Πρωτοχρονιά γεμάτη χλιδή
Κεφάλαιο 2β: Κάποιος που ανησυχεί
Κεφάλαιο 2γ: I want to know what love is...
Κεφάλαιο 2δ: Διάλογος με πολλά μηνύματα
Κεφάλαιο 3β: Το ξημέρωμα ενός καινούργιου χρόνου
Κεφάλαιο 4α: Διονύσης Ναρσής
Κεφάλαιο 4β: Ο τρίτος παράγοντας
Κεφάλαιο 5: Σχέδια και στρατηγικές στο παρασκήνιο
Κεφάλαιο 6: Μια συνάντηση προετοιμάζεται
Κεφάλαιο 7: Σκαλίζοντας αντικείμενα από το παρελθόν
Κεφάλαιο 8α: Το πρώτο τετ-α-τετ
Κεφάλαιο 8β: Όλα στην ώρα τους
Κεφάλαιο 8γ: Το τέλος μιας παράξενης νύχτας
Κεφάλαιο 9: Μια φωτογραφία αποκτά ταυτότητα
Κεφάλαιο 10: Σχεδιασμοί πριν την απόφαση της δημοπρασίας
Κεφάλαιο 11: Κουβέντα για ένα "ατύχημα"
Κεφάλαιο 12: Συνάντηση στην σκιά της απόφασης
Κεφάλαιο 13: Οι σκέψεις ενός υπουργού
Κεφάλαιο 14α: Η πρώτη άκρη στην αναζήτηση του Τίμου Αργυριάδη
Κεφάλαιο 14β: Πρώτες αποκαλύψεις απ' το παρελθόν
Κεφάλαιο 15α: Διάλογος που προκαλεί
Κεφάλαιο 15β: Παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι
Κεφάλαιο 15γ: Τα νεύρα στο κόκκινο
Κεφάλαιο 16: Απόλυτος ...εντός έδρας αιφνιδιασμός
Κεφάλαιο 17: Η Θάλεια μαθαίνει τις προθέσεις του Τίμου
Κεφάλαιο 18: Κουβέντες για το παρελθόν και το αύριο
Κεφάλαιο 19: Τα πρώτα στοιχεία
Κεφάλαιο 20: Προτάσεις και σχέδια
Κεφάλαιο 21: Η Θεσσαλονίκη περιμένει
Κεφάλαιο 22: Τρία πρόσωπα στον ίδιο κύκλο
Κεφάλαιο 23: Στη σκιά μιας επερχόμενης συνάντησης
Κεφάλαιο 24: Δύο μέρες απουσίας-Η διαδρομή
Κεφάλαιο 25: Μια αλλόκοτη παρτίδα. 🔞🔞
Κεφάλαιο 26: Στον απόηχο μιας καυτής συνάντησης
Κεφάλαιο 27: Σαββατόβραδο με ένταση και ερωτήματα
Κεφάλαιο 28: Μια δημοσιογράφος που ψάχνει καλά
Κεφάλαιο 29: Στην αγκαλιά ζεστών ανθρώπων
Κεφάλαιο 30: Ένταση και νέα σχέδια
Κεφάλαιο 31: Μεσημβρινή αναμέτρηση 🔞
Κεφάλαιο 32: Το Σάββατο στη "Μαύρη Κορώνα"
Κεφάλαιο 33: Τα φαντάσματα επιστρέφουν
Κεφάλαιο 34: Αναταράξεις στα νερά του βάλτου
Κεφάλαιο 35: Το παρελθόν εντός των ...τειχών;
Κεφάλαιο 36: Οι πληροφορίες τρέχουν
Κεφάλαιο 37: Σε θέσεις αναμέτρησης
Κεφάλαιο 38: Η βροχερή νύχτα εκείνης της Τρίτης
Κεφάλαιο 39: Τα νέα κυκλοφορούν σαν αστραπή
Κεφάλαιο 40: Η ώρα της εφημερίδας
Κεφάλαιο 41: Εξελίξεις σε τρία πεδία
Κεφάλαιο 42: Μια ανακάλυψη από το παρελθόν
Κεφάλαιο 43: Η ένταση παραμονεύει
Κεφάλαιο 44: Ένα μαρτυρικό τετ-α-τετ 🔞🔞
Κεφάλαιο 45: 19 Φλεβάρη 1960: Στα επείγοντα ενός νοσοκομείου
Κεφάλαιο 46: Η δημοπρασία κρίνεται
Κεφάλαιο 47: Τρυφερότητα στη σκιά μιας απειλής
Κεφάλαιο 48
Κεφάλαιο 49: Το παρασκήνιο αλλάζει
Κεφάλαιο 50: Οικογενειακή τραγωδία
Κεφάλαιο 51: Σκέψεις πάνω στα γεγονότα
Κεφάλαιο 52: Εκείνες οι μέρες με τις μεγάλες αλήθειες
Κεφάλαιο 53: Ο Ναρσής αναζητά και σχεδιάζει
Κεφάλαιο 54: Η νύχτα με τις σκιές
Κεφάλαιο 55: Η μέρα που ξημέρωσε
Κεφάλαιο 56: Τα απόνερα της απόπειρας
Κεφάλαιο 57: Σκέψεις που γίνονται και συναντήσεις που κλείνονται
Κεφάλαιο 58: Λίγο πριν
Κεφάλαιο 59: Ώρα για αλήθειες
Κεφάλαιο 60: Νωρίτερα στην έπαυλη της οδού Λητούς
Κεφάλαιο 61: Ο κύκλος που κλείνει
Επίλογος

Κεφάλαιο 3α: Ξημερώνοντας Πρωτοχρονιά

342 56 85
By GiannisPit

Το κόκκινο Renault 11 του Τίμου χάραζε την πορεία του μέσα στη νύχτα. Το σπίτι της Θάλειας ήταν κάπου κοντά στην Πεντέλη, στα Βριλήσσια. Μια παράξενη σιωπή είχε πέσει μεταξύ τους. Εκείνη ήταν φανερό ότι είχε αλλάξει διάθεση. Το φωτεινό, διαπεραστικό και σαγηνευτικό της βλέμμα της γιορτής στην έπαυλη είχε δώσει τη θέση του σε μια σφιγμένη όψη, με κάποιες ανταύγειες από πόνο και σκέψη. Άναψε αργά ένα τσιγάρο και το βλέμμα της απλώθηκε έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου στα παιχνίδια που έκαναν τα φώτα της πόλης. Ο Τίμος την παρακολουθούσε με την άκρη του ματιού του. Βγήκαν από την Φιλοθέη, πήραν την Λεωφόρο Καποδιστρίου με κατεύθυνση την Κηφισίας. Η φωνή του έσπασε την παγερή σιωπή.

"Τι έχεις;" την ρώτησε ήρεμα. Χωρίς να τον κοιτάξει απάντησε.

"Πρωτοχρονιά... νέος χρόνος, νέες ελπίδες, καινούργια όνειρα" ακούστηκε σαν να ήταν αλλού. Την άφησε να συνεχίσει.

"Και μαζί με αυτά, μνήμες, εφιάλτες, καθήκοντα", το βλέμμα της έγινε πάλι σκληρό, παγερό.

"Πως βρέθηκες στου Ναρσή απόψε;" η φωνή του την επανέφερε στο παρόν.

"Μου φορτώθηκε ο Κοντοδήμος. Ξέρεις είναι κολλητοί. Απ'  αυτό που λέμε διαπλεκόμενοι. Ο ένας δουλεύει για τον άλλο. Υπουργός αυτός, επιχειρηματίας ο άλλος, καταλαβαίνεις..."

"Είναι και πολλές ανοιχτές συμβάσεις μπροστά..."

"Λύσσαξε να με πάρει μαζί του, ήθελε να γνωρίσω τον Ναρσή, έχει τους λόγους του"

"Και εσύ απ'  ότι είδα φρόντισες να τους εκμεταλλευτείς".

Τον κοίταξε λοξά.

"Φυσικά....! αν εκείνος νομίζει ότι όλοι είναι στο κοπάδι του, δεν είναι κακό να καταλάβει ότι υπάρχει και άλλη όψη"

"Άλλη όψη; Η δική σου όψη απόψε ήταν στα νερά του".

"Αχ Τίμο να χαρείς...."

Εκείνος συνέχισε απτόητος:

"Δεν ξέρω αν το κατάλαβες αλλά μπήκες ως ταύρος εν υαλοπωλείο στο βασίλειο των Ναρσήδων, θα μού επιτρέψεις να πω ήσουν η γυναίκα της βραδιάς"

Χαμογέλασε με σκέρτσο αλλά και σκληρό βλέμμα.

"Αυτό είναι εξαίρετο..."

"Ποιο"

"Ο Κοντοδήμος μού είπε ότι η κυβέρνηση δημοπρατεί το έργο της επέκτασης των αυτοκινητόδρομων με τα Μεσογειακά της ΕΟΚ. Πολύ χρήμα και θα γίνει σκοτωμός. Θα πέσουν κορμιά για το ποιος θα πάρει την προσφορά. Η κυβέρνηση έχει τις προτιμήσεις της..."

"Στον Ναρσή;"

"Φυσικά, στην εταιρεία του, τους χρηματοδοτεί αφειδώς. Τα χρήματα που χώνει στην προπαγάνδα και στα ερείσματά τους είναι το παν για αυτούς"

"Και εσύ Θάλεια, τι δουλειά έχεις εκεί μέσα;"

"Εγώ είμαι αναλύτρια του Υπουργείου σε θέματα συμβάσεων και κόστους, οπότε..."

"Μάλιστα... και όλο αυτό σημαίνει και τη δική σου γοητεία;"

Η Γυναίκα αντέδρασε

"Τίμο μαζέψου"

Εκείνος αναδιπλώθηκε. Κόμπιασε, γύρισε, την κοίταξε και είπε πάλι με την προσοχή του στο δρόμο

"Θάλεια, σ' αγαπώ και το ξέρεις! Το ξέρεις καιρό. Ζω στη σκιά σου, στην ανάσα σου. Αλλά εσύ..." πήρε μια ανάσα μελαγχολίας "εσύ πάντα απόμακρη, σαν κάτι να σε εμποδίζει, σαν κάτι να μην σε αφήνει να εκδηλωθείς, κάτι σε βασανίζει..."

Γύρισε και τον κοίταξε τρυφερά με εκείνο το γλυκό της ύφος. Άπλωσε το χέρι της και άγγιξε για λίγο το δικό του.

"Άφησε αυτήν την κουβέντα σε παρακαλώ. Είναι Πρωτοχρονιά", ανάσανε βαθιά, "ας απολαύσουμε τις στιγμές όπως έρχονται, όπως είναι, ας τις αφήσουμε καθαρές, να τις ρουφήξουμε όσο είναι καιρός, ποτέ δεν ξέρεις..."

"Μιλάς λες και κάτι θα γίνει" της είπε εκείνος.

"Ποτέ δεν ξέρεις...! Πολλές φορές η ζωή μάς κουβαλάει στα δικά της μονοπάτια. Έχει χαράξει τις δικές της γραμμές, μάς έχει σημαδέψει".

Γύρισε το κεφάλι της στο τζάμι του αυτοκινήτου δεξιά της για να κρύψει τον κόμπο στο λαιμό της ενώ ο Τίμος αναστέναξε δίπλα της.

Οι πρώτες ώρες του χρόνου είχαν πια προχωρήσει. Οι δρόμοι έξω ήταν άδειοι με λίγη κίνηση. Έτσι γρήγορα το αυτοκίνητο γλίστρησε στην αγκαλιά της νύχτας. Έφτασαν στο σπίτι της Θάλειας. Μια μικρή αλλά χαριτωμένη μαιζονέτα σε ένα όμορφο δρόμο.

"Κερνάς ένα τελευταίο ποτό ;" της είπε νοσταλγικά. Τον κοίταξε τρυφερά.

"Ανέβα".

Πάρκαρε το αυτοκίνητο. Η σκούρα ξύλινη πόρτα άνοιξε και βρέθηκαν στο εσωτερικό του σπιτιού. Μπήκαν στο σαλόνι. Ήταν το πατρικό της. Είχε χάσει την μητέρα της, την Μάγδα νωρίς στα δεκαοκτώ της χρόνια. Έμενε με τον πατέρα της, έναν αξιαγάπητο άνθρωπο που την λάτρευε με ξεχωριστά αισθήματα. Αδέλφια δεν είχε και έτσι μονοπωλούσε την αγάπη του μέχρι που ο Βαγγέλης Μαζαράκης έσβησε και εκείνος στα χέρια της δυο χρόνια πριν.

Ήταν ένα υπέροχο σαλόνι. Διακοσμημένο με το κλασικό της γούστο και την προσωπική της σφραγίδα. Άναψε τα δύο μεγάλα πορτατίφ δεξιά και αριστερά και τράβηξε τις μεγάλες κουρτίνες απέναντι στο τεράστιο παράθυρο που έβλεπε στο δρόμο. Τα νυχτερινά φώτα της πόλης λαμπύριζαν από το παράθυρο σαν Χριστουγεννιάτικα. Στο βάθος του δωματίου ήταν το προσωπικό της γραφείο σκούρο και βαρύ από ξύλο καρυδιάς. Δύο κλασικοί καναπέδες στο καφέ χρώμα χωρίζονταν με ένα ανάγλυφο τραπέζι σαν μπαούλο στο κέντρο ενώ στο βάθος δεξιά ήταν ένα ψηλό μπαρ. Δύο ακόμα πολυθρόνες μπερζέρες έκλειναν την επίπλωση ενώ ολόγυρα στους δύο τοίχους πανύψηλες βιβλιοθήκες συμπλήρωναν την ατμόσφαιρα του δωματίου.

Είπε στον Τίμο να κάτσει. Γύρεψε ένα ουίσκι να πιει και του έβαλε σε ένα πλατύ κρυστάλλινο ποτήρι. Εκείνη βγήκε για λίγο να αλλάξει. Μετά από λίγο επέστρεψε στο δωμάτιο με κάτι απλό προκαλώντας το βλέμμα του Τίμου.

Μια διαφορετική Θάλεια, πιο απλή, όμως το ίδιο όμορφη και ποθητή εμφανίστηκε μπροστά του.

"Ας πιώ και εγώ κάτι" μονολόγησε.

Πήγε στο μπαρ, έβαλε ένα ουίσκι με μπόλικο πάγο στο ποτήρι της και επέστρεψε κοντά του στον καναπέ. Άπλωσε το κορμί της χαλαρωτικά.

"Το παλατάκι σου" την ρώτησε ο Τίμος κοιτώντας γύρω με προσοχή.

"Κληροδότημα των γονιών μου, όλα δικά τους. Λάτρευαν τα όμορφα πράγματα, είχαν γούστο στη ζωή, δεν έχεις έρθει εδώ ε ;"

"Γνωριζόμαστε λίγους μήνες. Απόψε είναι η πρώτη φορά, μένατε πάντοτε εδώ ;"

"Ναι, οι δικοί μου το είχαν από παλιά. Δεν το λες μήτε νεοκλασικό μήτε καινούργιο. Μια δίπατη μονοκατοικία χτισμένη στα 1950 κάπου εκεί νομίζω".

"Πόσο όμορφο..." είπε εκείνος και πήγε προς τη Βιβλιοθήκη. Κάποιες ασημένιες κορνίζες με παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του τράβηξαν την προσοχή. Μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός όμορφου ζευγαριού τράβηξε το βλέμμα του.

"Οι γονείς σου είναι εδώ ;" την ρώτησε.

Η Θάλεια σηκώθηκε, πλησίασε κοντά και στάθηκε δίπλα του.

"Ναι" είπε.

"Πρέπει να είναι παλιά η φωτογραφία ε; δεν είχες γεννηθεί;

"Ναι... ήταν λεύτεροι τότε, ζευγαράκι" απάντησε εκείνη.

"Πότε είναι η φωτογραφία ;"

"Είναι το 1958" του είπε με μια κάποια νοσταλγία.

"Κρητικός ο Μπαμπάς;"

"Απ' το Ηράκλειο, η Μάνα μου απ' τα Γιάννινα".

Ο Τίμος περιεργάστηκε με ένα βλέμμα το πολύ όμορφο σπίτι.

"Το γούστο τους ήταν μοναδικό βλέπω...έχουν αφήσει τη σφραγίδα τους"

"Ειδικά στα παλιά πράγματα. Βλέπεις ο Βαγγέλης ο Μαζαράκης ήταν έμπορος ειδών Τέχνης, ήταν συνέταιρος σε ένα μεγάλο μαγαζί στην Οδό Βίσσης στο κέντρο στα 1950. Ο συνεταίρος του πέθανε και το μαγαζί πέρασε στα χέρια του. Το δούλευε με μεράκι και αγάπη. Τα περισσότερα πράγματα που βλέπεις εδώ ήταν επιλογές του"

Η μητέρα σου;

"Η κυρά Μάγδα...! πολύ ζεστή καρδιά, Ηπειρώτισσα λεβεντογυναίκα, φαίνεται στην φωτογραφία. Πολύ καλοί άνθρωποι και οι δυο τους..." είπε γεμίζοντας την ψυχή της με αισθήματα αγάπης.

Ο Τίμος πέρασε στο γραφείο της συνεχίζοντας να περιεργάζεται το κάθε τι με ενδιαφέρον.

"Το γραφείο της κυρίας συμβούλου" είπε με ένα χαμόγελο ενώ το βλέμμα του έμεινε σε μια ασημένια περίτεχνη επιτραπέζια κορνίζα. Ένας άντρας με απλή ομορφιά και καθάριο πρόσωπο και δίπλα του μια εντυπωσιακή Γυναίκα που σ' αυτήν ξεχώριζες τα μάτια της. Άφησε το ποτήρι του στο γραφείο και πήρε τη φωτογραφία στα χέρια του.

"Πολύ όμορφη...!"

"Ποια" τού είπε πλησιάζοντας.

"Η γυναίκα στη φωτογραφία" έκανε δείχνοντάς την. Το βλέμμα της Θάλειας γέμισε μια απέραντη γλυκύτητα και συγκίνηση.

"Ναι, πολύ...."

"Συγγενείς;"

"Αδελφή του πατέρα μου, με τον άντρα της..." τα μάτια του Τίμου έμεναν με εξεταστική προσοχή στην εικόνα του άντρα.

"Ζουν;"

"Δυστυχώς κανείς. Είχαν πολύ καλή σχέση με τους δικούς μου".

Ο Τίμος εξακολουθούσε να κρατά την κορνίζα με τη φωτογραφία στα χέρια του. Το βλέμμα του διερευνητικό, σαν κάτι να έψαχνε, σαν κάτι να αναζητούσε. Τα λόγια του ακούστηκαν κάπως απότομα στη Θάλεια.

"Ο Άντρας..... δεν ξέρω... κάτι μου θυμίζει" έκανε σκεπτικός σαν να προσπαθούσε να βρει.

"Σαν τι"

"Δεν ξέρω, έχω την εντύπωση ότι τη μορφή αυτή του άντρα κάπου την έχω ξαναδεί, κάτι μου θυμίζει"

Πήρε την κορνίζα απ' τα χέρια του, την έσπρωξε βαθύτερα στο γραφείο και την άφησε εκεί.

Τον τράβηξε απλά προς τους καναπέδες.

"Ομορφόσογο" έκανε εκείνος με νόημα. Γύρισε και την κοίταξε κατά πρόσωπο. Δεν την έβλεπε στα καλά της. Την ένιωθε σαν να τρέμει λίγο στο ημίφως του δωματίου. Το χάλκινο καστανό χρώμα των μαλλιών της στο φως έμοιαζε να χρυσίζει, τα μάτια της ήταν υγρά.

"Θάλεια...! τι έχεις ;" την έπιασε από τα χέρια ψηλά τρυφερά.

Εκείνη σαν να γύρευε να ξεσπάσει.

"Ακάλιασέ με...! ειδικά απόψε αγκάλιασέ με" του είπε με πάθος αφήνοντας τον εαυτό της στα χέρια του.

Την έκλεισε στην αγκαλιά του τρυφερά, ένιωσε το πρόσωπό της να κρύβεται στο στήθος του, τα χέρια της να κρέμονται αδύναμα, άνευρα, σαν να τρέμουν.

"Θάλεια τι έχεις, τι σου συμβαίνει;" τη ρώτησε γυρίζοντας το πρόσωπό της στο δικό του. Εκείνη σαν να ζωντάνεψε ξαφνικά. Σαν η ζωή να εισέβαλε με πάθος σε κάθε εκατοστό του κορμιού της γύρισε και τον αγκάλιασε με πάθος

"Είναι κάποιες στιγμές που δεν γυρίζουν πίσω ξανά...!" του είπε "είναι κάποιες στιγμές που τις ζεις λες και είναι το τέλος, λες και σταματούν όλα εκεί. Ο χρόνος, οι ανάσες, η ζωή. Όλα...!"

"Αγάπη μου, τι είναι αυτά που λες", της είπε.

"Μη μιλάς, μη λες τίποτα, τίποτα, αφαίρεσε τα πάντα γύρω σου, σβήσε το χρόνο, τα πρόσωπα, ανάσανε μόνο με τις αισθήσεις σου, μόνο μ' αυτές, πες πως δεν υπάρχει αύριο, πες πως απόψε πεθαίνω, χάνομαι...".

Τον παρέσυρε σε μια ερωτική έκρηξη κολλώντας τα χείλη της στα δικά του με πάθος ανεξήγητο και ορμή παράξενη. Την ακολούθησε σε αυτήν την φρενίτιδα χάνοντας κάθε έλεγχο όπως και εκείνη κάθε αναστολή. Τα ρούχα τους έφευγαν ένα προς ένα άναρχα ανεμίζοντας στο δωμάτιο σαν ερωτικές παντιέρες και τα κορμιά τους κύλησαν στον καναπέ μισόγυμνα με τα χέρια τους να ταξιδεύουν με ερωτικό πάθος στις πηγές ηδονής τους. Οι ηδονικοί αναστεναγμοί τους έδιναν μια παράξενη ζεστασιά στο χώρο. Σε λίγο ο καναπές στο σαλόνι ήταν μια νησίδα όπου τα σώματά τους ζούσαν τη φωτιά της ερωτική επαφής.

(Συνεχίζεται...)

Το ξημέρωμα της πρώτης μέρας του χρόνου βρίσκει την Θάλεια και τον Τίμο μαζί αγκαλιά. Τι μπορεί να είναι αυτό που δείχνει να βασανίζει τη Θάλεια;

Continue Reading

You'll Also Like

69.2K 4K 50
Μελίνα και Νίκος 🔗 Νίκος και Μελίνα 🔗 Η Μελίνα είναι 23 χρόνων μεγαλωμένη μέσα από πολλές δυσκολίες . Δουλεύει γραμματέας σε ένα δικηγορικό γραφε...
7.9K 569 18
Περίληψη στο πρώτο κεφάλαιο.... #1 - στους έρωτες #3 - στους έρωτες12/8/19🖤 #2 - στους έρωτες 17/8/19🖤 #1 - στους έρωτες 22 / 8 / 19🖤 #2 - στις φι...
2.8K 156 25
Η Αμέλια μια πλούσια η μάλλον ένα κακομαθημένο κορίτσι του μπαμπά που ότι ζητούσε το είχε και ο απλός Σέργης είναι φίλοι και γείτονες απο τα 10 τους...
6.3K 1.2K 80
Μπορείς να κρυφτείς από το παρελθόν σου. Μπορείς ακόμα και να τρέξεις μακριά από αυτό. Αλλά ποτέ δεν θα μπορέσεις να ξεφύγεις...