Κεφάλαιο 3β: Το ξημέρωμα ενός καινούργιου χρόνου

297 53 47
                                    

Το πρωτόφεγγο του καινούργιου χρόνου έκανε την εμφάνισή του μέσα από το μεγάλο παράθυρο της Κρεβατοκάμαρας στο πάνω πάτωμα του σπιτιού. Οι δύο μακρινές καφέ κουρτίνες άνοιγαν το δρόμο στις πρώτες ακτίνες του ήλιου, που γύρευαν διέξοδο να δώσουν τη ζεστασιά τους. Λες και ήθελαν κι αυτές να καλωσορίσουν την καινούργια χρονιά. Οι αχτίδες λαμπύρισαν και στον καθρέφτη της τουαλέτας στα δεξιά του παραθύρου. Τα ρούχα τους ήταν σκόρπια εδώ και εκεί. Κάποια πάνω στον ξύλινο διπλό μικρό καναπέ κάτω ακριβώς απ' το παράθυρο, κάποια ήταν πεταμένα στο ξύλινο σκούρο πάτωμα.

Ανασηκώθηκε στο κρεββάτι. Η χθεσινή ερωτική νύχτα είχε αφήσει στο κορμί της έντονα τη δική της σφραγίδα. Και στο δικό του την απόλυτη χαλάρωση. Ένιωθε τα πόδια της πιασμένα κουρασμένα. Θυμήθηκε τους μυικούς ερωτικούς σπασμούς της νύχτας καθώς έκλεινε ανάμεσά τους το κορμί του Τίμου, ένα με το δικό της, ωθώντας τον να την κατακτήσει έντονα, δυνατά, διεισδυτικά. Εκείνος κοιμόταν δίπλα της γαλήνιος. Σηκώθηκε ολόγυμνη. Πέρασε πάνω της μια σομόν ρόμπα, εντελώς διάφανη και αργά-αργά άπλωσε τη ματιά της στο μισάνοιχτο μεγάλο παράθυρο. Τράβηξε τις κουρτίνες για να αφήσει το φως να χυμήξει ασυγκράτητο στο δωμάτιο. Ένιωσε και εκείνον να σαλεύει στο κρεββάτι. Να επανέρχεται από του ύπνου και του έρωτα το ταξίδι.

Δεν ήξερε αν θα 'πρεπε να νιώσει χαρά για αυτό που έζησε μαζί του εκείνη την Πρωτοχρονιάτικη νύχτα. Ένιωθε τόσο μπερδεμένη μέσα της. Σαν να πάλευαν στα σωθικά της δυό θεριά για το ποιο απ τα δυό θα κατανικήσει το άλλο.

Πήγε δίπλα στην κουζίνα, έβαλε καφέ στην καφετιέρα και συνέχισε τις σκέψεις της.

"Δεν πρέπει, δεν πρέπει να αφεθώ!" μονολόγησε από μέσα της. Λες και κάτι άλλο ξυπνούσε και την αντάριαζε δημιουργώντας αντίλογο.

"Κι όμως, είσαι άνθρωπος, το αξίζεις, τις δικαιούσαι αυτές τις στιγμές, μην τις λερώνεις...μην αφήνεσαι να τις λερώσεις..."

Στην αντάρα αυτής της σύγκρουσης άτσαλα της έφυγε το ένα φλιτζάνι στο τραπέζι. Το συμμάζεψε και έφερε το σερβίτσιο με τους καφέδες στην κρεβατοκάμαρα.

Ο Τίμος είχε ήδη ανασηκωθεί στο μαξιλάρι του, την είδε. Όμορφη και ποθητή στην εμφάνιση. Το κορμί της φάνταζε ερωτικό κόσμημα μέσα στη διάφανη ρόμπα της. Τα στήθη της, τα όμορφα πόδια της, οι γοφοί της.  Μια ομορφιά όμως, που την πλήγωνε ένα σφιγμένο πρόσωπο.

"Καλημέρα να πω...." της είπε...και εκείνη ακολούθησε τη δική του.

"Να και κάτι που χρειαζόμασταν...καφές...!" συνέχισε και πήρε μια κούπα καφέ με βουλιμία. Ένιωσε τη γεύση του να τον ξυπνά. Σηκώθηκε, ντύθηκε πρόχειρα και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού. Τα γυμνά της πόδια ήταν ένα κάλεσμα φωτιάς. Εκείνη αντίκρυ του στον μικρό καναπέ. Ήταν τόσο αισθησιακά ερωτική. Δεν χόρταινε να την αγγίζει με τα μάτια λες και η νυχτερινή τους ερωτική καταιγίδα εξακολουθούσε να τον τραβά κοντά της.

Ο Κύκλος που κλείνειΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα