Right Side Of Heaven

By Thania_K

73.3K 5.8K 354

2ο βιβλίο | Απαραίτητο να έχει διαβαστεί το 1ο βιβλίο, Wrong Side Of Heaven | «Κάποιοι άνθρωποι έρχονται στη... More

|Right Side Of Heaven
|0
|1
|2
|3
|4
|5
|6
|7
|8
|9
|11
|12
|13
|14
|15
|16
|17
|18
|19
|20
|21
|22
|23
|24
|25
|26
|27
|28
|29
|30
|31
|32
|33
|34
|35
|36
|37
|38
|39
|40
|Επίλογος

|10

1.6K 130 0
By Thania_K

Ξεκλείδωσε τη πόρτα και μπήκαν στο διαμέρισμα του. Την έκλεισε πίσω τους με το πόδι του, προτού οδηγήσει τη Μυρτώ στον καναπέ του μεγάλου σαλονιού. Τα φώτα ήταν σβηστά, η θέα των φώτων της πόλης όμως που φαίνονταν μέσα από το τεράστιο παράθυρο του σαλονιού, έφτανε για να βλέπει ξεκάθαρα μπροστά του.

Κάθισε η κοπέλα στον δερμάτινο καναπέ και ένιωσε τον Δημήτρη να της βγάζει τις άβολες μαύρες γόβες που βασάνιζαν τα πόδια της όλη μέρα.

Αφού έκανε αυτό, πήρε το κινητό της και απάντησε στα πολλά μηνύματα από την ανήσυχη Κατερίνα γράφοντας 'Δημήτρης εδώ. Εντάξει είναι, την έχω στο σπίτι μου. Νομίζω θα περάσει εδώ τη νύχτα, καληνύχτα.'

Άφησε το κινητό της στο γυάλινο τραπεζάκι του σαλονιού και γύρισε να τη κοιτάξει. Τη βρήκε να κάθετε στον καναπέ και να βγάζει το σακάκι της.

"Πάω να σου φτιάξω έναν καφέ."

"Όχι καφέ."

"Να σου φέρω λίγο νερό τότε."

"Όχι νερό."

Κάθισε δίπλα της. "Τι θες τότε;"

Τον πλησίασε ώστε τα πόδια τους να ακουμπάνε και αγνοώντας την ερώτηση του, έκανε εκείνη μια.

"Γιατί είσαι μαζί μου;"

Την κοίταξε μπερδεμένος και εκείνη άλλαξε λίγο την ερώτηση της.

"Βλέπεις πόσο κατεστραμενη είμαι. Γιατί μένεις λοιπόν με μια κατεστραμενη κοπέλα;"

Ήξερε πως ο μόνος λόγος που το ρωτούσε αυτό ήταν το αλκοόλ που υπήρχε ακόμα στον οργανισμό της. Για κανέναν άλλο λόγο δε θα έκανε μαζί του μια τέτοια συζήτηση, μια συζήτηση στην οποία ανοιγοταν συναισθηματικά.

Ο Δημήτρης την τράβηξε έτσι ώστε να κάθετε επάνω του, με τα πόδια της δίπλα από τα δικά του, προτού βάλει μια χαλαρή τούφα των μαλλιών της πίσω από το αυτί της.

"Εγώ δεν βλέπω καμία κατεστραμενη κοπέλα. Βλέπω μια πληγωμένη κοπέλα που έχει περάσει πολλά. Και μένω μαζί της γιατί ξέρω πως πίσω από αυτή τη πληγωμένη κοπέλα, κρύβετε ένας άγγελος, τον οποίο πιστεύω πως με τον καιρό θα καταφέρω να τον κάνω να εμφανιστεί μπροστά μου."

Δαγκωσε το κάτω χείλος της και προσπάθησε να μη κλάψει. Πέντε χρόνια τώρα, ύστερα από τον θάνατο και της μητέρας της δεν έχει τολμήσει να αφήσει δάκρυ να κυλήσει από τα μάτια της. Η καρδιά της πλέον είχε γίνει πέτρα, δεν άντεχε να κλαίει άλλο. Δεν θα επέτρεπε λοιπόν στον εαυτό της υπό την επήρεια του αλκοόλ να κλάψει για αυτά τα όμορφα λόγια αυτού του όμορφου άντρα.

Δίχως να το περιμένει εκείνος, η Μυρτώ επιτέθηκε στα χείλη του. Το ένα χέρι της πήγε στον σβέρκο του και το άλλο στον ώμο του, ενώ τα δικά του γλίστρησαν στην μέση της.

Η κοπέλα βαθυνε το φιλί τους και λικνισε το κορμί της για να βρεθεί ακόμα πιο κοντά του. Τραβήχτηκε εκείνος για να πάρει μια ανάσα και δίχως να χάσει καιρό, εσκιψε και άρχισε να φιλάει τον λαιμό του.

"Μυρτώ..." σα να προσπάθησε να την αποτρέψει, όμως ήταν και ο ίδιος χαμένος στη στιγμή.

Τα χέρια της πήγαν στη ζώνη του παντελονιού του και είχε μόλις καταφέρει να ανοίξει την αγκράφα, όταν τα χέρια του έφυγαν από τη μέση της και πήγαν κατευθείαν στα δικά της, για να σταματήσει τις κινήσεις της.

Σήκωσε τα μάτια της και τον κοίταξε ερωτηματικά.

"Δεν πρέπει..." ψιθύρισε εκείνος.

Οι ώμοι της έπεσαν και το ύφος της άλλαξε, διαγράφτηκε η απογοήτευση στα χαρακτηριστικά της.

"Δε με θες;" τον ρώτησε με μια λεπτή φωνή.

"Δε θέλω να κάνεις κάτι που μπορεί να μετανιώσεις. Είσαι μεθυσμένη, δεν ξέρεις τι κάνεις..."

"Ξέρω."

"Είπαν όλοι οι μεθυσμένοι πριν κάνουν κάτι που μετάνιωσαν το επόμενο πρωί..." της χαμογέλασε απαλά.

Τράβηξε αργά τα χέρια της από τα δικά του και κατέβασε το βλέμμα της.

"Καλύτερα να σε πάω να κοιμηθείς..." μουρμούρισε και δίχως να περιμένει απαντήσει της, τύλιξε τα χέρια του γύρω της και σηκώθηκε, με εκείνη στην αγκαλιά του.

Τύλιξε τα πόδια της γύρω από τη μέση του και τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του, προτού κρύψει εκεί το πρόσωπο της.

Ο Δημήτρης ανέβηκε τα σκαλιά για τον εξώστη του διαμερίσματος του και περπάτησε ως το κρεβάτι του. Την ξάπλωσε απαλά πάνω του και πήγε αργά τα χέρια του στο κουμπί του παντελονιού της. Τη κοίταξε και όταν κούνησε καταφατικά το κεφάλι της, το άνοιξε και της έβγαλε το παντελόνι για να νιώθει πιο άνετα.

Τράβηξε τα σκεπάσματα και τη κάλυψε. Έκανε ξανά στην άκρη μια τούφα μαλλιών που είχε πέσει στο πρόσωπο της, προτού σκύψει και αφήσει ένα φιλί στα χείλη της. Δεν είχε προλάβει να κατέβει τα σκαλιά του εξώστη και η Μυρτώ κοιμόταν ήδη ήρεμη στο κρεβάτι του.

|-|

Ξύπνησε με τον συνηθισμένο πονοκέφαλο που της πρόσφερε μια βραδιά πνιγμένη στο ποτό. Δυσκολεύτηκε να ανοίξει τα μάτια της και όταν το έκανε, πονεσαν από το έντονο φως που έμπαινε από το τεράστιο παράθυρο του σαλονιού, στο οποίο έβλεπε ο εξώστης. Ένιωσε τον λαιμό της πιο στεγνό και από την έρημο Σαχάρα, έτσι σηκώθηκε για να πιει λίγο νερό.

Πριν κάνει όμως αυτό πηγε στο μπάνιο και έπλυνε το πρόσωπο της και τα δόντια της με την οδοντόβουρτσα που είχε αφήσει στο σπίτι του Δημήτρη. Ύστερα, κατέβηκε αργά τα σκαλιά και βρέθηκε στο σαλόνι.

Εκεί, βρήκε τον Δημήτρη να κοιμάται σε έναν από τους καναπέδες, σκεπασμένος με ένα σεντόνι. Τα χείλη της σχημάτισαν ένα μικρό χαμόγελο όταν τον είδε. Εκτός από το ότι φαινόταν γλυκός και ήρεμος στον ύπνο του, το γεγονός ότι της είχε παραχωρήσει εντελώς το κρεβάτι και είχε στριμωχτει σε έναν καναπέ, ζέστανε λίγο τη καρδιά της.

Πήγε στη κουζίνα με σκοπό να του κάνει ένα ωραίο πρωινό ως ευχαριστώ. Αφού ήπιε το νερό με το παυσίπονο που χρειαζόταν τόσο για τον πονοκέφαλο, άρχισε να βγάζει όσο πιο αθόρυβα μπορούσε τα υλικά που θα χρειαζόταν.

Είχε μόλις προλάβει να φτιάξει μια φρουτοσαλατα όταν άκουσε θόρυβο από το σαλόνι. Γύρισε να κοιτάξει και είδε τον Δημήτρη να κάθεται στον καναπέ και να τεντωνεται. Ανακάτεψε λίγο τα μαλλιά του και έπειτα σηκώθηκε, δείχνοντας της τη ψηλή κορμοστασιά του. Γύρισε και κοίταξε στη κουζίνα του, όπου βρήκε τη κοπέλα του να τον κοιτάει με ένα μπολ στα χέρια της.

Χαμογέλασε και με τη βραχνή από τον ύπνο φωνή είπε "Καλημέρα."

Χαμογέλασε λίγο και η Μυρτώ "Καλημέρα."

Περπάτησε ως τη κουζίνα και κάθισε σε ένα από τα σκαμπό στους πάγκους.

"Τι φτιάχνεις;"

"Πρωινό."

"Αυτό..." έδειξε τη φρουτοσαλατα "Είναι πρωινό;"

"Ναι;"

Χασκογέλασε λίγο προτού σηκωθεί από το σκαμπό.

"Μόνο εσύ θα χωρταινες με φρουτοσαλατα." είπε και πλησίασε τα ντουλάπια της κουζίνας.

Άρχισε να βγάζει τα υλικά που θα χρειαζοντουσαν για κρέπες και λίγη ώρα μετά προσπαθούσαν να τις ψήσουν.

"Όχι, γύρνα την." είπε η Μυρτώ.

"Προσπαθώ."

"Όχι έτσι."

"Πώς;"

Σήκωσε το τηγάνι και το κούνησε, έτοιμος να τη γυρίσει με ένα χέρι.

Η κοπέλα το κατάλαβε αυτό και προσπάθησε να συγκρατήσει τα γέλια της, γιατί ήταν σίγουρη πως θα κατέληξε αυτή η απόπειρα του.

"Όχι, μη το κάνεις." χασκογέλασε και κάλυψε το στόμα της με το χέρι της.

Δεν την άκουσε όμως ο Δημήτρης και τίναξε την κρέπα από το τηγάνι. Αυτή αφού γύρισε στον αέρα, κατέληξε στον πάγκο.

"Σκατα..." μουρμούρισε και προσπάθησε να τη σηκώσει χωρίς να καεί.

Άκουσε πίσω του τη Μυρτώ να γελάει. "Στο είπα να μη το κάνεις."

Γύρισε να τη κοιτάξει και η κοπέλα είδε πως χαμογελούσε πλατιά. Το γέλιο της ηρεμισε, όμως εκείνος συνέχισε να τη κοιτάει με το ίδιο χαμόγελο.

"Τι;" ρώτησε και χαμήλωσε λίγο τι βλέμμα της, όταν κατάλαβε πως τη κοιτούσε αρκετή ώρα και τα μάγουλα της πήραν ένα ροζ χρώμα.

"Γέλασες."

Σήκωσε τα μάτια της και τον κοίταξε, συνειδητοποιοντας πως όντως είχε γελάσει. Ένα μικρό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο της και ανασηκωσε τους ώμους της.

"Φαίνεται το κάνω και αυτό τελικά..." προσπάθησε να αστειευτεί και ο Δημήτρης χασκογέλασε λίγο.

Η κοπέλα εστρεψε αλλού το βλέμμα της και έτυχε να κοιτάξει το τηγάνι στο μάτι της κουζίνας.

Έδειξε προς τα εκεί με το δάχτυλο της "Θα πάρουμε φωτιά..."

Ο Δημήτρης γύρισε να κοιτάξει απότομα το τηγάνι στο χέρι του και το σήκωσε από το μάτι της κουζίνας. Είχαν τελειώσει με τις κρέπες οπότε κάθισαν να τις απολαύσουν.

"Μμμμ είναι τέλειες." μουρμούρισε η κοπέλα πριν φάει άλλη μια μπουκιά.

"Τύφλα να 'χει ο Πετρετζικης." σχολίασε ο Δημήτρης και εκείνη γέλασε λίγο.

"Νομίζω αυτός θα είναι ο αγαπημένος μου ήχος από δω και πέρα."

"Ποιος;" αναρωτήθηκε η κοπέλα.

"Το γέλιο σου." χαμογέλασε.

Το χαμόγελο του μεταδόθηκε και στο δικό της πρόσωπο. Ασυναίσθητα έσκυψε και άφησε ένα φιλί στα χείλη της. Η Μυρτώ το ανταπέδωσε, ενώ στήριξε το χέρι της στον ώμο του. Σε δευτερόλεπτα τύλιξε τα χέρια του γύρω από τη μέση της και εκείνη τα δικά της γύρω από τον λαιμό του.

Τη σήκωσε με ευκολία και την ακούμπησε στον πάγκο μπροστά του, αφού είχε κάνει στην άκρη τα πιάτα τους. Βαθυνε το φιλί τους και άρχισε να χαϊδεύει το καυτό δέρμα της μέσης της κάτω από το πουκάμισο της. Το άλλο χέρι του πήγε στον γυμνό μηρό της.

Η κοπέλα χώρισε τα στόματα τους, καθώς χρειαζόταν οξυγόνο. Έκανε το κεφάλι της πίσω για να πάρει μια βαθιά ανάσα και ο Δημήτρης δεν έχασε την ευκαιρία να συνεχίσει την επίθεση του στον λαιμό της.

Άφηνε πολλά μικρά φιλιά εκεί και κατέβαινε όλο και πιο κάτω, όταν άκουσε την Μυρτώ ανήσυχη να αναφωνεί "Θεέ μου, θα αργήσω πρώτη μέρα στη δουλειά!"

Σήκωσε το βλέμμα του στο πρόσωπο της και την είδε να κοιτάει το ρολόι στον τοίχο της κουζίνας του. Έβαλε το χέρι της στο γυμνασμένο στήθος του για να τον διώξει απαλά και να καταφέρει να κατέβει από τον πάγκο.

Εκείνος όμως συνέχισε να τη κρατάει από τους γοφούς της, αποτρέποντας της να κουνηθεί. Γύρισε να τη κοιτάξει με το ένα άκρο των χειλιών του σηκωμένο.

"Είναι Σάββατο..."

Γύρισε να τον κοιτάξει και εκείνη, με το ανήσυχο ύφος να πέφτει από το πρόσωπο της σιγά σιγά.

"Όντως;"

Κουνησε καταφατικά το κεφάλι του. Άφησε το δικό της να πέσει στον ώμο του και ένα γελάκι της ξέφυγε όταν συνειδητοποίησε πόσο χαζή ήταν. Άρχισε να γελάει και εκείνος όταν η Μυρτώ δεν σταμάτησε.

Τελικά αφού ηρεμισαν κούνησε το κεφάλι της, προτού τον κοιτάξει στα γαλάζια του μάτια.

"Τότε αφού δε δουλεύουμε, θες να πάμε καμιά βόλτα;" του χαμογέλασε λίγο.

Της ανταπέδωσε το χαμόγελο, όμως κούνησε αρνητικά το κεφάλι του, προτού αφήσει ένα φιλί στο μέτωπο της.

"Νομίζω πρέπει να μιλήσεις σε κάποιον..." είπε και έδειξε με το κεφάλι του το κινητό της στο τραπεζάκι του σαλονιού, το οποίο αναβόσβηνε συνεχώς, λόγω των αναπάντητων κλήσεων και των μηνυμάτων.

Η Μυρτώ κατέβηκε από τον πάγκο και έσυρε τα πόδια της μέχρι το τραπεζάκι. Πήρε το κινητό στα χέρια της και είδε πως όλες οι κλήσεις και τα μηνύματα ήταν από τη θεία της.

Της ζητούσε να γυρίσει σπίτι και να συζητήσουν ό,τι είχε συμβεί.

Δυσανασχετησε και το άφησε ξανά στο τραπεζάκι. Γύρισε να κοιτάξει το αγόρι της στη κουζίνα.

"Πάω να ντυθώ." είπε και έδειξε με τον αντίχειρα της στον εξώστη πίσω της, προτού ανέβει τις σκάλες.

Φόρεσε το παντελόνι της, το σακάκι και τα παπούτσια της, χτενισε λίγο τα μαλλιά της και κατέβηκε στο σαλόνι. Εκεί βρήκε τον Δημήτρη ήδη ντυμένο, υπέθεσε πως ετοιμάστηκε όσο εκείνη ήταν στο μπάνιο.

"Θα σε πάω με το αμάξι." της ανακοίνωσε και εκείνη το δέχτηκε με ένα μικρό χαμόγελο και ένα καταφατικο κούνημα του κεφαλιού της.

Βγήκαν από το διαμέρισμα του, κατέβηκαν στο υπόγειο πάρκινγκ και μπήκαν στο αυτοκίνητο του, με προορισμό του σπίτι της Μυρτώς.

Continue Reading

You'll Also Like

48.4K 4.2K 61
"Σταύρο..." Λέω κοιτάζοντας τον με μίσος. "Νικόλα..." Λέει και εκείνος το όνομα μου με απέχθεια στην φωνή του. "Σταύρο..." Λέω ξανά. "Νικόλα..." Μ...
408K 19.1K 70
"Κλείσε τα μάτια σου" μου λέει στο άσχετο και πλέον ήρεμος. Προσπαθώ να χαλαρώσω τις ανάσες μου από την ένταση της στιγμής. "Τι;" τον ρωτάω στην προσ...
296K 24.4K 40
Πόσο ακριβά είσαι διατεθημένος να πληρώσεις το λάθος μιας βραδιάς;
712K 36.9K 68
| Completed story ✔️ | Στην Οξφόρδη της Αγγλίας, θα διαδραματιστεί η περιπετειώδης ρομαντική ιστορία της Miranda και του Nathan. Εκείνη είναι μία όμο...