Ο Προφήτης του θανάτου

By stavrosKol

473 81 0

Όταν οι εφιάλτες σου γίνονται πραγματικότητα, τι κάνεις; Όταν οι εφιάλτες σου μετατρέπονται σε προφητείες, πώ... More

Εισαγωγή
1.
2.
3.
4.
5.
6.
7.
8.
9.
10.
11.
12.
13.
14.
15.
16.
17.
18.
19.
20.
21.
22.
23.
24.
25.
26.
28.
29.
30
31.
32.
33.
34.
Επίλογος

27.

12 2 0
By stavrosKol


'Αναρωτιέμαι μήπως τελικά είμαι Προφήτης, γιατί ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω τι γίνεται με τα όνειρα και ευχαριστώ όσους μου στέλνετε διάφορους τρόπους αναζήτησης. Στο προηγούμενο μήνυμα, έλεγα πως πιθανότατα η Αστυνομία ψάχνει για αποδιοπομπαίο τράγο και σήμερα το πρωί επιβεβαιώθηκα. Πολύ πιθανόν, να μάθατε πως επισκέφτηκα τους δύο Αστυνόμους, ο Θεός να τους κάνει, που έχουν αναλάβει την υπόθεση. Τι θα πει δεν με είδατε; Φυσικά δεν με είδατε, αφού με μετέφεραν κρυφά. Τον λόγο δεν τον ξέρω, αλλά ξέρω ένα πράγμα. Αν δεν έφευγα από κει μέσα με όρθιο το ανάστημα μου, υπήρχε περίπτωση να μην με βλέπατε ξανά. Ναι καλά διαβάσατε, θα με εξαφάνιζαν. Την πρώτη φορά δεν το έκανα, ενεργήσατε αυτοβούλως και σας ευχαριστώ για αυτό. Τώρα όμως, σας ζητάω να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να παλέψουμε ενάντια στο θηρίο που θέλει να μας εξαφανίσει.

Αγωνιστικούς χαιρετισμούς από τον Προφήτη σας.'

Έκλεισε τον υπολογιστή. Δεν χρειαζόταν να δει τι θα γίνει. Ήξερε, ήξερε πως σε λίγη ώρα, ο δρόμος θα γέμιζε από κόσμο που θα φώναζε συνθήματα υπέρ του και θατασσόταν κατά της Αστυνομίας. Είχε αιφνιδιαστεί από την κίνηση αυτή των δύο Αστυνόμων, αλλά κατάφερε να βγει νικητής. Τώρα, ήταν η δική σειρά να χτυπήσει, και θα το έκανε με εκκωφαντικό τρόπο.

Το τηλέφωνο του σπιτιού του χτύπησε. Συνοφρυώθηκε γιατί είχε ξεχάσει πως είχε σταθερό τηλέφωνο καθώς δεν το είχε χρησιμοποιήσει ποτέ, και όταν αυτό χτύπαγε, συνήθως ήταν για διάφορες προσφορές ή για διάφορα χρέη. Βγήκε από το δωμάτιο και πήγε προς την πόρτα του σπιτιού. Δίπλα από αυτήν και πάνω σε ένα καφέ ξύλινο τραπεζάκι, ήταν το τηλέφωνο. Βρήκε τον έναν Αστυνομικό να στέκεται πάνω από το τηλέφωνο και να το κοιτάει σαν να μην είχε δει ποτέ στην ζωή του τηλέφωνο. Παρατηρώντας τον για λίγο και ξέροντας τον με αυτά που είχαν συζητήσει, ο Πέτρος κατάλαβε πως πιθανότατα να ήταν όντως η πρώτη φορά που έβλεπε σταθερό τηλέφωνο.

-Έτσι επικοινωνούσαμε παλιά, του είπε χαμογελώντας, με τον Αστυνομικό να ανταποδίδει το χαμόγελο.

Ο Αριθμός ήταν κινητού, αλλά έτσι και αλλιώς είχε πάρει απόφαση να το σηκώσει.

-Είμαι ο Γιώργος Ευθυμίου, και σου τηλεφωνώ από την εφημερίδα του πολίτη, άκουσε μια νεανική φωνή να του λέει, θα μπορούσα να σε απασχολήσω για λίγο;

Ο Πέτρος χαμογέλασε και πήρε το σταθερό τηλέφωνο στο δωμάτιο, αφού σταθερό ήταν η ονομασία στην καθομιλουμένη αλλά το συγκεκριμένο ήταν ασύρματο.

-Όσο χρόνο θες, του είπε και έκλεισε την πόρτα.

Μιλήσανε για αρκετή ώρα. Ο νεαρός δημοσιογράφος, του θύμισε τον Κώστα που διψούσε για τέτοιες υποθέσεις, ενώ παρατήρησε πως είχαν και το ίδιο ταλέντο. Να κάνουν εύστοχες ερωτήσεις, και ερωτήσεις που βοηθούσαν στην ροή της κουβέντας. Του έλειπε ο φίλος του αν και δεν θα το παραδεχόταν ποτέ.

-Χάρηκα πολύ που τα είπαμε, του είπε ο νεαρός δημοσιογράφος όταν τελείωσε με τις ερωτήσεις.

-Και εγώ, του απάντησε ο Πέτρος, και ότι άλλο θες εδώ είμαι.

-Βασικά, είπε διστακτικά ο δημοσιογράφος, θέλεις να σου δώσω το ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο να επικοινωνούμε; Έχω πολλές απορίες, του είπε τελικά.

Ο Πέτρος χαμογέλασε με τον όρο που χρησιμοποίησε για το e-mail, και άνοιξε το συρτάρι του γραφείου του για να πάρει χαρτί και στυλό.

-Πες μου, σημειώνω, του είπε και άρχισε να γράφει ότι του έλεγε ο δημοσιογράφος.

Έκλεισε το τηλέφωνο. Μετά από λίγο, άφησε το χαρτί πάνω στο γραφείο και πήγε να κλείσει το συρτάρι. Τότε ήταν που πρόσεξε κάτι. Κάτι που τον έκανε να καταλάβει, πως όλα είχαν τελειώσει.





Οι δύο Αστυνόμοι, καθόντουσαν αμίλητοι στις καρέκλες γύρω από το τραπέζι. Και οι δύο, κοιτούσαν με εκνευρισμό την τηλεόραση που έδειχνε πλάνα από το σπίτι του Παπαδιαμάντη που έδειχναν τον κόσμο που είχε μαζευτεί, ύστερα από το νέο του μήνυμα στα μέσα κοινωνικά δικτύωσης. Είχαν την εντύπωση, πως ο κόσμος ήταν περισσότερος από χθες, ενώ ήταν σίγουροι πως ήταν και πιο εξαγριωμένος. Τα πλακάτ και τα πανό είχαν αυξηθεί, ενώ τα συνθήματα που φωνάζονταν το ένα μετά το άλλο είχαν κύριο αποδέκτη την Αστυνομία, και στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτούς. Αυτό, τους έκανε να νιώσουν άβολα ,με συνέπεια, να αποφεύγουν να κοιτάξουν ο ένας τον άλλον. Η Αστυνόμος Μπακοπούλου ήθελε να φύγει από το γραφείο, αλλά προτιμούσε να παραμείνει εκεί, παρά να τραβήξει την προσοχή του συναδέλφου της και να αναγκαστεί να του μιλήσει. Για λίγο, είχαν καταφέρει να μεταφερθούν στον λαβύρινθο του μυαλού τους, και να περιπλανηθούν ώστε να δουν τα πράγματα πάλι από την αρχή. Η τηλεόραση τους βοηθούσε να υπνωτιστούν και να συγκεντρωθούν, για να βρουν την αφετηρία σε αυτήν την κουραστική πορεία που είχε ξεκινήσει από τον πρώτο φόνο, και έδειχνε να μην θέλει να τελειώσει.

Ο Αστυνόμος Πανόπουλος έπαιζε στο μυαλό του, όλα όσα του είχε πει ο Παπαδιαμάντης. Η συνάδελφος του, του είχε πει, πως ίσως μέσα από τα όνειρα να έβρισκαν όντως κάτι. Αν ήθελε να παίξει μαζί τους ο Παπαδιαμάντης, που όντως ήθελε, πιθανότατα να τους άφηνε κάποια στοιχεία κρυμμένα καλά μέσα στα όνειρα του.

Από την άλλη, η Αστυνόμος Μπακοπούλου ήξερε πως η αλήθεια κρυβόταν στο παρελθόν του. Ήξερε πως αν το έψαχναν καλά, θα έβρισκαν απαντήσεις, και αν όχι απαντήσεις, κάτι που θα μπορούσε να ξεκλειδώσει τον Παπαδιαμάντη και να ελευθερώσει τον πραγματικό του εαυτό. Αυτόν που δεν δίσταζε να δολοφονήσει.

Η πόρτα του γραφείου άνοιξε απότομα. Μέσα μπήκε ο βοηθός του Αστυνόμου. Η πόρτα σχεδόν χτύπησε στον τοίχο τραβώντας την προσοχή των δύο Αστυνόμων που επέστρεψαν, λίγο απότομα, από το νοητό τους ταξίδι.

-Εύρηκα! Τους είπε και χαμογέλασε.

Ο Αστυνόμος Πανόπουλος ανακάθισε στην καρέκλα του και τον κοίταξε με αγωνία. Η αντίδραση του βοηθού του ήταν πρωτόγνωρη, οπότε κατάλαβε πως όντως είχε βρει κάτι σημαντικό.

-Τι βρήκες; τον ρώτησε η Αστυνόμος Μπακοπούλου και για πρώτη φορά, μετά από ώρα, κοίταξε τον συνάδελφο της.

-Η ιδέα σας να βάλουμε τους Αστυνομικούς να ψάξουν το σπίτι έπιασε τόπο, είπε αυτός κοιτώντας την Αστυνόμο που αν στην αρχή την θαύμαζε, τώρα την είχε θεοποιήσει.

-Ρε, άσε το γλείψιμο και πες, τον μάλωσε ο Αστυνόμος Πανόπουλος, που παρατήρησε πως ποτέ δεν τον είχε κοιτάξει έτσι ο βοηθός του.

Ο βοηθός πλησίασε το τραπέζι χωρίς να πει τίποτα. Ήθελε να παρατείνει για λίγο την αγωνία των δύο Αστυνόμων, το διασκέδαζε.

-Τα παιδιά βρήκαν αυτό το χαρτί στο γραφείο του, τους είπε και άφησε ένα χαρτί πάνω στο τραπέζι.

Οι δύο Αστυνόμοι, σχεδόν ταυτόχρονα, έγειραν προς το τραπέζι, με την διαφορά ότι η Αστυνόμος Μπακοπούλου έπρεπε να το διαβάσει ανάποδα.

-Τι είναι αυτό; τον ρώτησε όταν είδε πως όχι μόνο ήταν ανάποδα, αλλά ήταν και εκτυπωμένο με κακής ποιότητας εκτυπωτή.

-Ενοικιαστήριο αποθήκης, τους είπε και χαμογέλασε.

Ο Αστυνόμος Πανόπουλος κοίταξε την συνάδελφο του.

-Σκέφτεσαι αυτό που σκέφτομαι; την ρώτησε.

Η Αστυνόμος Μπακοπούλου ανταπέδωσε το κοίταγμα.

-Δεν ξέρω, για πες, του είπε. Αν και μέσα της, ήθελε να πιστεύει πως όντως σκεφτόντουσαν το ίδιο.

-Ότι σε αυτήν την αποθήκη θα βρούμε στοιχεία, της είπε.

-Θα ζητήσω ένταλμα, του είπε και πήγε να σηκωθεί.

Το τηλέφωνο της όμως την εμπόδισε από το να ολοκληρώσει την κίνηση, της καθώς χτύπησε. Κοίταξε την οθόνη και χαμογέλασε.

-Ίσως τα καλά νέα να μην σταματάνε εδώ, είπε στους δύο άντρες και το σήκωσε.

Ο Αστυνόμος Πανόπουλος έμεινε να την κοιτάει επίμονα. Πέρα ότι κρεμόταν από τα χείλη της, δεν την είχε αφήσει και από τα μάτια του. Προσπάθησε να καταλάβει από αυτά που έλεγε και από τις γκριμάτσες της, αν όντως τα καλά νέα θα συνεχίζονταν. Από την άλλη ο βοηθός του, άρχισε να νιώθει περίεργα καθώς υπήρχε περίπτωση κάποιος άλλος να επισκιάσει την δική του επιτυχία. Αν και σε μια στιγμή διαφάνειας, παραδέχτηκε πως απλά ήταν αγγελιοφόρος καλών νέων και όχι αυτός που τα ανακάλυψε.

Η Αστυνόμος Μπακοπούλου έκλεισε το τηλέφωνο και προς απογοήτευση του συναδέλφου της, δεν είπε τίποτα. Έφερε τον φορητό υπολογιστή της μπροστά της, και τον άνοιξε.

-Θα μου πεις ή θα με βασανίσεις και άλλο, της είπε ο Αστυνόμος Πανόπουλος, και τα πόδια του άρχισαν να παίζουν ντραμς για δεύτερη φορά μέσα στην ημέρα.

Αυτή χαμογέλασε νιώθοντας τις δονήσεις του τραπεζιού. Ύστερα όμως από δύο πατήματα του κουμπιού στο ποντίκι και λίγη πληκτρολόγηση, έστρεψε τον υπολογιστή προς το μέρος του Αστυνόμου για να μπορούν να δουν όλοι τι έδειχνε.

-Ο ιατρικός φάκελος του Παπαδιαμάντη, τους ανακοίνωσε.

Οι δύο άντρες κοιτάχτηκαν παραξενεμένοι.

-Πως το έκανες αυτό; την ρώτησε ο Άγγελος.

-Καλό είναι να μην ξέρεις, του απάντησε και κοίταξε τον Αστυνόμο Πανόπουλο, όπως επίσης δεν μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε επίσημα.

Και οι δύο, σχεδόν ταυτόχρονα, κούνησαν τα κεφάλια τους για να της δείξουν πως κατανοούσαν αυτά που τους είχε πει.

-Οι σημειώσεις λένε, άρχισε να τους διαβάζει, πως από τα δώδεκα του είχε παρουσιάσει παραβατική συμπεριφορά, ενώ οι γονείς του παρατήρησαν και μια μεταστροφή στον χαρακτήρα του καθώς έγινε αντικοινωνικός και κλεινόταν στον εαυτό του, διάβασε για λίγο και ύστερα συνέχισε δυνατά, στα δέκα πέντε του, άρχισαν τα πράγματα να χειροτερεύουν. Τότε ήταν που τον έπιασαν να βασανίζει και ζώα.

-Έγινε κάτι τότε, κάποιος θάνατος; την ρώτησε ο Αστυνόμος Πανόπουλος.

Η Αστυνόμος Μπακοπούλου τον κοίταξε επικριτικά γιατί την διέκοψε, αλλά δεν είπε τίποτα. Έσυρε την ροδέλα του ποντικιού προς τα κάτω και έψαξε να βρει απάντηση για τον ανυπόμονο Αστυνόμο.

-Αν ο Παπαδιαμάντης έλεγε τα πάντα στο γιατρό του, είπε τελικά, τότε είχε να κάνει με μια κοπέλα που τον απογοήτευσε χωρίς όμως να μπαίνει σε λεπτομέρειες.

-Ο γιατρός που άρχισε να τον παρακολουθεί ειναι το τρίτο μας θύμα; την ρώτησε.

Προκειμένου να γεμίσει τα κενά ανάμεσα στις ομιλίες και κατά την διάρκεια της αναζήτησης για απάντηση, η Αστυνόμος, άρχισε να μουρμουράει ένα παλιό παιδικό τραγούδι που είχε να κάνει με την αναζήτηση ενός δαχτυλιδιού.

-Όχι, του είπε, σε αυτήν την περίπτωση είναι μια γιατ... δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση της και κοίταξε τον Αστυνόμο Πανόπουλο με γουρλωμένα μάτια.

-Τι έγινε; μίλα, της είπε ο Αστυνόμος που δεν ήξερε πως να αντιδράσει σε αυτό.

- Ελενη Βήττα, του είπε χωρίς να αλλάξει το προσωπείο έκπληξης που είχε φορέσει.

-Βήττα; είπε έκπληκτος ο βοηθός του, Βήττα λέγανε το δεύτερο θύμα.

-Δεν μπορεί να είναι σύμπτωση, είπε ο Αστυνόμος. Ψάξε να βρεις αν ισχύει, είπε στον βοηθό του που ήλπιζε να μείνει λίγο παραπάνω στο γραφείο για να μάθει και άλλα.

Η Αστυνόμος αναθάρρησε με αυτήν την εξέλιξη και συνέχισε να διαβάζει.

-Ο Στέφανος Παππάς, ανέλαβε μετά που δεν υπάρχει κάτι το μεμπτό, πέρα από την διάγνωση. Διαταραχή προσωπικότητας, κόμπιασε λίγο, σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας.

Ο Αστυνόμος κούνησε το κεφάλι του σαν να έβγαζε όλη η ιστορία νόημα τελικά, αλλά αμέσως του γεννήθηκε μια απορία.

-Όταν λες δεν υπάρχει κάτι μεμπτό, τι εννοείς;

-Ότι δεν υπάρχει τίποτα. Ο φάκελος εδώ είναι μαυρισμένος, του είπε εννοώντας πως είχαν καλύψει τις προτάσεις με μαύρες γραμμές όπως έκαναν στα απόρρητα έγγραφα. Και στην συνέχεια κλείστηκε για λίγο σε κλινική και οι ημερομηνίες, ταιριάζουν και με την διαγραφή του γιατρού.

-Έχω την αίσθηση πως δεν κάναμε ένα βήμα στην υπόθεση, αλλά ολόκληρο άλμα, σχολίασε ο Αστυνόμος Πανόπουλος με την συνάδελφο του να τον επικροτεί για το εύστοχο σχόλιο.

-Αν δεν βιαζόμασταν να τον φέρουμε εδώ, τώρα θα ήταν ήδη στο κελί του, όφειλε να παραδεχτεί η Αστυνόμος καθώς καταλάβαινε το μέγεθος του λάθους που είχαν κάνει.

Continue Reading

You'll Also Like

3.4K 118 13
"Ένα αστέρι με πλάνεψε, Γιάννο. Ένα αστέρι είναι εκείνος. Ο Αποσπερίτης έλαμπε αυτό το καλοκαίρι περισσότερο από κάθε άλλο. Αυτός με οδήγησε...„ Διαφ...
Lost Faith By Christina K.

Mystery / Thriller

10.4K 1.7K 51
"Τα λέμε σύντομα μικρό μου." Αυτή η φράση στοίχειωνε τα όνειρα της Αμάντα για πολύ καιρό. Μαζί φυσικά με τον άνθρωπο που κρύβεται πίσω της. Ενώ οι μέ...
2.3K 161 15
Η δεκαεπτάχρονη Εφη θα αναγκαστεί να μείνει για ένα ολόκληρο καλοκαίρι στο σπίτι των γειτόνων της εξετιας της καλοκαιρινής δουλειας της μαμάς της . Ε...
117K 14.3K 62
Η σχιζοφρένεια είναι μια ψυχική διαταραχή που συχνά χαρακτηρίζεται από μη φυσιολογική κοινωνική συμπεριφορά και την αποτυχία να αναγνωρίσει τι είναι...