Μέρος 52

236 27 1
                                    

Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος, γεμάτος με μαύρα σύννεφα που έκαναν το απόγευμα να μοιάζει σχεδόν με νύχτα. Ο άνεμος φυσούσε αγριεμενος ανάμεσα απ'τα φύλλα των δέντρων, αρπάζοντας με τα παγωμένα του δάχτυλα τους κορμούς τους και κρατώντας τους σφιχτά στην αγκαλιά του.

Η μυρωδιά των πεύκων ειχε γίνει αχνή εξαιτίας του δυνατού αέρα. Λεπτές, σμαραγδένιες πευκοβελόνες εγκατέλειπαν τα κλωνάρια τους για να προσγειωθουν στην παγωμένη γη.

Μια μικρή πευκοβελόνα έχασε τη μάχη ενάντια στον δυνατό αέρα, ξεκόλλησε από το ξυλοφορο κλωνάρι της και αποχωρίστηκε τις αδερφές της. Άρχισε το τελευταίο της ταξίδι προς τη γη,έπεφτε, μέχρι που προσγειώθηκε πάνω στο κεφάλι ενός αγοριού, ένα μικρό, πρωταρχικό στάδιο ενός πράσινου στέμματος.

Καθόταν πάνω σε μια κούνια, στην παιδική χαρά απ'έξω από το μεγάλο νοσοκομείο Παίδων.

Τα μελαχρινά μαλλιά του έφταναν μέχρι το ύψος του σαγονιού του. Το πρόσωπό του λευκό και συννεφιασμένο. Τα μάτια του πιο μπλε και από τη θάλασσα, παγωμένα, χωρίς συναίσθημα. Δεν ήταν πάνω από οχτώ χρονών.

Το αγόρι ήταν ντυμένο στα μαύρα.

Το βλέμμα του θολό, καθώς έβλεπε μπροστά του τις εικόνες από τις προηγούμενες ώρες, σαν αποσπάσματα παλιού φίλμ.Δεν ειχε ξαναβρεθεί ποτέ του σε κηδεία.Άνθρωποι ξένοι, ολοι ντυμένοι στα μαύρα.Έκλαιγαν.Μια γυναίκα,χλωμή,γλυκιά στην όψη και δυστυχώς οικεία, ντυμένη στα μαύρα και κλεισμένη σε ένα ξύλινο κουτί, να κοιμάται αιώνια.Το παιδικό του μυαλό ήξερε οτι δεν θα την ξαναβλεπε, καταλάβαινε την έννοια του θανάτου,ακόμα κι αν ήταν μικρός.Ήταν όμως ανίκανος να χύσει έστω και ένα δάκρυ.

(Υπό Διόρθωση) Το Παιχνίδι Του ΔολοφόνουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα