Μέρος 17

259 35 0
                                    

Τα πράγματα έπεσαν στα πόδια μου και χύθηκαν έξω απ'τις σακούλες, όσο ο κόμπος στο λαιμό μου έσφιγγε.

Ο σκοτεινός άντρας στεκόταν στη μέση του σαλονιού με δύο κενές κόγχες για βλέμμα, καρφωμένες στο λούτρινο αντικείμενο που κρατούσε. Χρειάστηκε ένα ατελείωτο δευτερόλεπτο για να συνειδητοποιήσω το νευρικό τίναγμα της ουράς, τα ματωμένα νύχια, τα μάτια σχισμές και το αγριεμένο σφύριγμα που καθιστούσαν κάθε άψυχο αντικείμενο σε ζωντανό.

«Ήρθες πάνω στην ωρα για το σόου, γλύκα.»

Η σαδιστική φωνή ήρθε από κάπου πολύ μακριά αλλά ήταν αυτό που με τίναξε απ'την ακινησία στην μηχανική ενέργεια, σαν σε όνειρο.

«Άφησε τη κάτω, αμέσως!» ούρλιαξα και το όνειρο με εκτόξευσε πάνω του. Άρπαξα με δύναμη το χέρι που εγκλώβιζε τη δύστυχη γάτα απ'το λαιμό, τον έσπρωξα βίαια φωνάζοντας ξανά κι εκείνος την άφησε.

Η Γκρέι με ένα τελευταίο ανίσχυρο σφύριγμα, προσγειώθηκε στα πόδια της και έτρεξε στο δωμάτιό μου, στην πιο σκοτεινή γωνιά κάτω απ'το κρεβάτι. Ζωντανή.

...όμως η μέγγενη γύρισε σε μένα, ξαφνική και μοιραία σαν φίδι. Ο Τομπάιας έσφιξε το χέρι μου σαν να ήθελε να το συνθλίψει κι όταν προσπάθησα να ελευθερωθώ, αισθάνθηκα τα νύχια του στο δέρμα σαν δόντια• κάπου στο χαμένο λογικό μου, το σαδιστικό του χαμόγελο έμοιαζε με αυτό ενός πεινασμένου καρχαρία.

Έχανα τη ψυχραιμία μου, μπορεί και το μυαλό μου. Ούρλιαξα ξανά προσπαθώντας να τον κλοτσήσω στο γόνατο, να τον σπάσω, να τον ακούσω να σφαδάζει όσο θα έτρεχα μακριά. Μόνο τα δικά μου πόδια λύθηκαν.

«Τι νομίζεις οτι κάνεις;! Τι σου έφταιξε;!» ούρλιαξα πέφτοντας στο πάτωμα μπρος του.

«Μην φωνάζεις, δεν θες να μας ακούσει κανείς.» είπε σιγά, χαμογελώντας πλατιά. «Όσο για το βρωμόζωο, εγώ ήθελα απλά να παίξουμε και κοίτα τί έγινε

Μου έκανε νόημα να κοιτάξω το χέρι που με έσφιγγε. Λεπτές, διάσπαρτες γραμμές από αίμα απλώνονταν από τη βάση του αντίχειρα μέχρι τον αγκώνα του, θυμίζοντας στον καθένα ότι παρά την τερατώδη φύση του, ήταν τρωτός. Οι γρατζουνιές της Γκρέι ήταν πολλές και κάποιες αρκετά βαθιές.

«Άσε με. Το παιχνιδάκι σου ήταν μάχη για επιβίωση! Δεν της αρέσει. Καθόλου και φαίνεται!» γρυλισα τραβώντας άλλη μια φορά το χέρι μου. «Και τί στο καλό θέλεις εδώ; Φ-φύγε! Άφησέ με!»

(Υπό Διόρθωση) Το Παιχνίδι Του ΔολοφόνουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα