Κεφάλαιο 29

Start from the beginning
                                    

«Οδηγός των ψυχών» είπε και η γυναίκα της χαμογέλασε.

Η Αντριάνα έβγαλε ένα επιφώνημα πόνου και έφτασα γρήγορα δίπλα της. Μετακίνησε τα μαλλιά της αριστερά και κοίταξε ψηλά στην ωμοπλάτη της. Ακολούθησα το βλέμμα της και είδα ότι είχε σχηματιστεί πάνω στο δέρμα της εκεί ένα μικρό άστρο που έμοιαζε με σημάδι εκ γενετής. Έβαλα το χέρι μου στον ώμο της και το χάιδεψα με τον αντίχειρα μου. Σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε σοκαρισμένη και ξανά το σημάδι.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησα τη γυναίκα μπερδεμένος.

«Όπως οι κυνηγοί κάνουν το σύμβολο τους στο δέρμα τους με καμμένο σίδερο και οι φυλές τατουάζ το δικό τους όταν ανακαλύπτουν τις δυνάμεις τους, έτσι και εμείς αποκτούμε ένα σημάδι όταν αποδεχόμαστε το ποιοι είμαστε...» είπε ψύχραιμη και εξαφανίστηκε.

Γυρίσαμε και κοιτάξαμε τα παιδιά. Κάναμε να φύγουμε, όμως τότε ακούσαμε έναν πυροβολισμό και γύρισα αριστερά όπου και ακούστηκε. Είδα δύο φιγούρες να τρέχουν και να χάνονται στο σκοτάδι.

«Τζάκσον!» είπε δυνατά πανικόβλητος ο Τζον και γύρισα να τον δω.

Τον είδα να είναι κάτω γονατισμένος με την Αντριάνα στην αγκαλιά του! Έπαιρνε γρήγορες ανάσες και αιμορραγούσε στη κοιλιά. Το άσπρο πουκάμισο του Τζον είχε γεμίσει με το αίμα της. Ένιωσα τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια μου στη θέα αυτή. Έτρεξα γρήγορα ως εκεί και γονάτισα απέναντι από τον Τζον και την κοίταξα που με κοιτούσε φοβισμένη. Ο Τζον την άφησε να ξαπλώσει στην άμμο και σηκώθηκε όρθιος. Έβαλα τα χέρια μου στην πληγή της και άρχισα να την πιέζω για να σταματήσει η αιμορραγία. Τα χέρια μου λερώθηκαν και την κοίταξα αγχωμένος. Με κοιτούσε τρομοκρατημένη και από το στόμα της έτρεχε αίμα.

«Κρατήσου μωρό μου... Ο Φρέντυ φώναξε βοήθεια...» είπα αγχωμένος όταν τον είδα να παίρνει τηλέφωνο και τους άλλους να κοιτούν τη σκηνή σοκαρισμένοι και πανικόβλητοι.

Πήγε να πει κάτι όμως δεν πρόλαβε και έκλεισε τα μάτια της. Το στήθος της σταμάτησε να ανεβοκατεβαίνει και πάγωσα. Τη σήκωσα στην αγκαλιά μου και έτρεξα ως το μηχανάκι μου αγνοώντας τα παιδιά που με φώναζαν. Ανέβηκα πάνω με αυτήν μπροστά στην αγκαλιά μου και έφυγα με τη ταχύτητα στο τέρμα για το νοσοκομείο.

★★★★

Πηγαινοερχόμουν εδώ και δύο ώρες έξω από το χειρουργείο χωρίς να μπορώ να ηρεμήσω τον εαυτό μου. Τα παιδιά είχαν έρθει δέκα λεπτά μετά από εμένα εδώ και κάθονταν στις καρέκλες ανήσυχοι και αγχωμένοι. Η πόρτα του χειρουργείου ξαφνικά άνοιξε και ένας γιατρός με τα ρούχα που απαιτούνται να φοράει εκεί μέσα βγήκε έξω. Η μπλε στολή του ήταν λερωμένη με αίμα, το ίδιο και τα γάντια του. Έβγαλε τη μάσκα του και τα γάντια του. Τα πέταξε στον κάδο δίπλα και γύρισε να μας κοιτάξει. Είχαμε σταθεί μπροστά του αγχωμένοι και κρεμόμασταν από τα χείλη του.

«Η ασθενής επέζησε χάρις τη γρήγορη μεταφορά της στα επείγοντα. Θα μεταφερθεί στο δωμάτιο 413 στο τέταρτο όροφο. Μπορείτε να πάτε να την περιμένετε απ' έξω, όμως πριν πάτε υπάρχει κάτι που πρέπει να μάθετε... Λόγω του τραύματος της θα μείνει ανάπηρη για ένα μικρό χρονικό διάστημα αν παρακολουθήσει το πρόγραμμα θεραπείας» είπε και μας χαμογέλασε συμπονετικά.

Όταν έφυγε αφήσαμε όλοι μας την ανάσα που κρατούσαμε τόση ώρα να βγει και πήγαμε στο τέταρτο όροφο. Μόλις βρήκαμε το δωμάτιο της, καθίσαμε έξω από το δωμάτιο και περιμέναμε να μας πουν πότε μπορούμε να την δούμε μιας και την πήγαν πιο γρήγορα μέσα.

«Μπορείτε να την δείτε. Έχει ξυπνήσει. Ένας τη φορά παρακαλώ...» είπε ο γιατρός βγήκε από το δωμάτιο της.

Χωρίς καν να ρωτήσω αν κάποιος θέλει να μπει πρώτος, μπήκα γρήγορα μέσα στο δωμάτιο της. Την είδα να είναι ξαπλωμένη στο άσπρο κρεβάτι ντυμένη με τα ρούχα των ασθενών και σκεπασμένη με μία λευκή κουβέρτα. Στο δεξί της χέρι υπήρχαν σωληνάκια που την σύνδεαν στα μηχανήματα και το δέρμα της ήταν χλωμό, μπορούσες να καταλάβεις από το πρόσωπο της και μόνο πόσο ταλαιπωρημένη ήταν. Μόλις με είδε μου χαμογέλασε άχνα και πήγα με γοργά βήματα προς το μέρος της. Κάθισα στο κρεβάτι δίπλα της και της έπιασα το χέρι. Της χάιδεψα το μάγουλο και την πλησιάσα για να την φιλήσω. Καθώς τη φιλούσα απαλά και τρυφερά μου έσφιξε το χέρι και απομακρύνθηκα.

«Πονάς; Να φωνάξω το γιατρό;» ρώτησα ανήσυχος.

«Όχι...» είπε με φωνή που ίσα ακουγόταν.

«Τι είναι τότε;» την ρώτησα και πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Ξερω ότι δεν είμαστε πολύ καιρό μαζί, όμως θέλω να στο πω...» είπε δύσπιστα και της έσφιξα το χέρι.

«Είναι αυτό που ήθελες να μου πεις στην παραλία;» την ρώτησα απαλά και μου έγνεψε θετικά.

«Σ' αγαπώ...» είπε διστακτικά και τη φίλησα γρήγορα στο στόμα σφίγγοντας της το χέρι πιο πολύ.

Απομακρύνθηκα τόσο λίγο που τα χείλη μας ακουμπούσαν μεταξύ τους.

«Κι εγώ σ' αγαπώ...» είπα ψυθηριστά και χαμογέλασε πριν με φιλήσει με πάθος, αλλά μετέτρεψα το φιλί σε κτητικό.

Την αγαπώ και ας είναι πολύ νωρίς για να λέμε τόσο μεγάλες λέξεις...

Moon ProphecyWhere stories live. Discover now