Φτάνουμε στο σπίτι και παρκάρω από έξω.

«Γιατί σταμάτησες εδώ, δεν θα πάμε πρώτα στο ξενοδοχείο να αφήσουμε τα πράγματα;»

«Μα δεν θα μείνουμε σε ξενοδοχείο, για αυτό σου είπα να μην σκεφτείς τα λεφτά. Το σπίτι που βλέπεις είναι δικό μου για την ακρίβεια ήταν το πατρικό του πατέρα μου.»

«Δεν το ήξερα ότι είσαι από εδώ, νόμιζα ότι είσαι από την Αθήνα.»

«Αθήνα μέναμε αλλά η καταγωγή των γονιών μου είναι από τα Τρίκαλα. Και τώρα άσε τις συζητήσεις και πάμε να τακτοποιηθούμε.»

Μπαίνουμε στο σπίτι και ανοίγουμε κατευθείαν τα παράθυρα για να φύγει η κλεισούρα. Ευτυχώς που το επισκέπτεται καμιά φορά ο αδερφός μου όταν έρχεται Ελλάδα και το σπίτι δεν έχει εγκαταλειφθεί τελείως. Τα ράφια είναι όλα άδεια οπότε πάω στο σούπερ μάρκετ για προμήθειες όσο η Τζένη καθαρίζει για να φύγει η σκόνη.

Εφόσον έχουμε τελειώσει, την παίρνω για να πάμε μια βόλτα στο κέντρο. Παίρνουμε την Κονδύλη και φτάνουμε στην κεντρική πλατεία με τα δέντρα της και τις λιμνούλες και φυσικά τον Νικολάκη που κατουράει.

«Σοβαρά τώρα;» με ρωτάει όταν της λέω το όνομα του αγάλματος.

«Μα ναι, ρώτα όποιον θες, όλοι σαν Νικολάκη τον ξέρουν.» σκάει στα γέλια και βγάζει μια φωτογραφία.

» σκάει στα γέλια και βγάζει μια φωτογραφία

Ουπς! Αυτή η εικόνα δεν ακολουθεί τους κανόνες περιεχομένου. Για να συνεχίσεις με την δημοσίευση, παρακαλώ αφαίρεσε την ή ανέβασε διαφορετική εικόνα.

«Αυτή θα την στείλω στο Νίκο, να γελάσουμε.»

«Και πες του να μάθει να κρατιέται και να μην προσβάλλει τη δημόσια αιδώ.»

Τι γίνεται, δεν ήρθε μαζί μας και τώρα θα του στέλνει φωτογραφίες;

«Χαχα! Έλα πάμε παρακάτω.» μου λέει και βάζει το χέρι της στη μέση μου. Περνάω το δικό μου στους ώμους της και με αυτήν την απλή επαφή μας νιώθω να χαλαρώνω.

Συνεχίζουμε με τη βόλτα μας κατά μήκος του Ληθαίου ποταμού που διασχίζει την πόλη. Είναι τόσο όμορφα με τα ανθισμένα δέντρα, τις πάπιες που σουλατσάρουν ανενόχλητες και παρότι είσαι μέσα στο κέντρο είναι το τέλειο μέρος για να ηρεμήσεις.

Μεγάλες ΑγάπεςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα