Chapter 14.

1.6K 248 41
                                    

Ξύπνησε απότομα στη μέση της νύχτας.

Ηταν λουσμενη απο πανω μέχρι κάτω με ιδρώτα.

Εφιάλτης,ευτυχώς.

Μισούσε τους κλόουν.

Σηκωσε τα χοντρα ζεστα σκεπασματα απο πανω της,ενας ψυχρος αερας την χτύπησε σε ολο το σώμα.

Κατευθύνθηκε αθόρυβα μέχρι την κουζίνα.

Ανοιξε το ψυγείο και έβγαλε το κρυο νερό. Δεν μπηκε σε κοπο να το βαλει σε ποτήρι,το ηπιε απο το μπουκάλι.

Επικρατούσε απόλυτη ησυχία μεσα στο σπίτι,απόλυτο σκοτάδι.

Πηγε και έκατσε στον καναπέ.

Μεσα στο σκοτάδι,μονη της.

Το έκανε συχνά αυτό.

Ένοιωθε σαν να ήταν κάποια φουρτουνιασμενη θάλασσα,και ξαφνικά ηρεμουσε οταν ηταν μόνη,οταν κανείς δεν ηταν γύρω για να αναταραξει τα νερά της.

Το φως ανοιξε απότομα,την εκανε να τρομάξει.

Ποιος στο καλο την ξαναφουρτουνιαζε;

"πας καλα;τι κάνεις μεσα στο σκοτάδι μονη σου μεσα στα χαράματα;" η μανα της.

"απαγορεύεται και αυτο;" της ειπε με ειρωνεία.

Για να μην έχει αλλες κουβέντες με την μανα της σηκώθηκε και πηγε γρήγορα στο δωμάτιο της.

Που να κοιμηθεί τωρα..... Της εφυγε ο ύπνος.

Ξάπλωσε με τα χερια πισω απο το κεφάλι,και άρχισε να σκέφτεται.

Ξέρετε,τα βράδυα που δεν κοιμόμαστε φιλοσοφουμε τα παντα. Προσπαθούμε να λύσουμε αλυτα προβλήματα. Άλλοι σκέφτονται τις όμορφες αναμνήσεις τους,αλλοι τις άσχημες. Αλλοι νιώθουν μονάχοι και σκέφτονται ποσο ομορφα θα ηταν να ειχαν κάποιον δίπλα τους.

Με τις σκέψεις αυτές την πήρε ο ύπνος.

***

Ηταν Σάββατο μεσημέρι πια.

Δεν είχε τι να κάνει.

Ποτε δεν είχε.

Η ζωή της περνούσε μεσα στην ρουτίνα,στην βαρεμάρα.

Ειχε ξεκινήσει να βαριέται που βαριέται.

Το μονο που έκανε ήταν να βλέπει ταινίες,να ειναι συνέχεια μεσα στο ίντερνετ. Δεν είχε κανονικη κοινωνικη ζωή.

Πηρε στα χέρια της το λάπτοπ της,θα έβλεπε Supernatural.

Ειχε δει πολλες ταινιες και σειρές.

Μετα απο κανα δίωρο κουράστηκε.

Πηρε την κολλητή της τηλέφωνο.

Της ειπε να βρεθούν.

Ετσι και έγινε.

Θα έβγαινε λιγο εξω,θα έπαιρνε αέρα,θα έβλεπε λιγο κόσμο.

Crybaby.Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt