κεφάλαιο 24

2 2 0
                                    


Το βουητό στο κεφάλι μου γίνεται όλο και πιο δυνατό και με αναγκάζει να ανοίξω τα μάτια μου. Τα ανοιγοκλείνω δύο τρεις φορές για να ξεθολώσουν και προσπαθώ να μην μορφάσω από τον πόνο . Το κεφάλι μου πάει να σπάσει. Κοιτάω γύρω μου και σε δευτερόλεπτα αναγνωρίζω το δωμάτιό μου, ωραία τουλάχιστον είμαι σπίτι. Αφού ξεφυσήσω λίγες φορές δεν αργώ να καταλάβω την παρουσία που ξαπλώνει δίπλα μου στο κρεβάτι. Μισοκλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να θυμηθώ τι έκανα χθες. Επαναλαμβάνω στον εαυτό μου να μην πανικοβληθεί , αν και είναι ήδη αργά για αυτό . Σηκώνω γρήγορα την κουβέρτα που με, βασικά μας, σκεπάζει και προς ανακούφιση μου φοράω ακόμα τα χθεσινά μου ρούχα. Αφήνω μια ανάσα και παρατηρώ τον Νικόλα δίπλα μου να κοιμάται. Είναι ξαπλωμένος με την κοιλιά να ακουμπάει το στρώμα , τα χέρια του αγκαλιάζουν σφικτά την τσάντα (;) μου και το κεφάλι του ακουμπάει πάνω , ενώ έχει την πιο ήρεμη έκφραση που έχω δει πάνω του. Το σαγόνι του δεν είναι σφιγμένο, τα μαλλιά του είναι ανακατεμένα , και τα μάτια του κλειστά.

Όταν καταλαβαίνω πως τον παρατηρώ αισθάνομαι τα μαγουλά μου να κοκκινίζουν ελαφρώς και αφού γυρίσω ελάχιστα , κοιτώ το ρολόι στον απέναντι τοίχο για να δω τι ώρα είναι , μιας και το κινητό μου υποθέτω είναι μέσα στην τσάντα μου. 15.00 το μεσημέρι , τέλεια.

Και τότε μου έρχεται. Χθες το βράδυ εγώ και ο Νικόλας ; Μόνο που σκέφτομαι την αίσθηση των χειλιών του στα δικά μου, αισθάνομαι το πρόσωπό μου να καίει και χαμογελώ αμυδρά. Είπε θα βγούμε. ΘΑ ΒΓΟΎΜΕ. Ωραία , ωραία απλώς θα βγούμε. Πρέπει να το πω στα κορίτσια. Κι αν δεν πετύχει; Μπορεί να χαλάσει η παρέα εξαιτίας μου; Μας; Όχι όχι! Ναι αλλά θα είναι κακό να μην τους το πω ενώ αυτές με εμπιστεύονται τυφλά τα πάντα. Κι-οι σκέψεις μου διακόπτονται από την κίνηση του κρεβατιού. Γυρνάω ολόκληρη προς το μέρος του και έρχομαι για ακόμη μια φορά αντιμέτωπη με το πράσινο των ματιών του. Ξύπνησε.

"Καλημέρα" ψιθυρίζω χαμογελώντας ελάχιστα και γελάω σιγανά με την ενοχλημένη έκφρασή του. Μάλλον δεν είμαι η μόνη που ήπιε.

"Καλημέρα" είπε εξίσου σιγανά με βραχνιασμένη από τον ύπνο φωνή. "Το κεφάλι μου'' παραπονέθηκε κλείνοντας ξανά τα μάτια του.

"Να πάρω την τσάντα μου; Νομίζω έχω εκεί ντεπόν" του είπα και κούνησε το κεφάλι καταφατικά πριν σηκωθεί και κάτσει πάνω στο κρεβάτι.

"Να τα" αναφώνησα αφού βρήκα τα ντεπόν και του έδωσα το ένα. "Θα το πάρουμε χωρίς νερό γιατί βαριέμαι να πάω να πάρω, επίσης μπορεί να είναι οι γονείς μου." του είπα και δεν φάνηκε να τον πείραξε μιας και κατάπιε το χάπι κατευθείαν και έκανα και εγώ το ίδιο.

Hidden StarsWhere stories live. Discover now